Οι επόμενες μέρες της κατάληψης της Καμπούλ φέρνουν τους Ταλιμπάν αντιμέτωπους με το ερώτημα της διαχείρισης όχι μόνο της εξουσίας αλλά και της δύσκολης συνοχής μιας χώρας ιδιαίτερα διαιρεμένης.
Όλα δείχνουν ότι η ταχύτατη κατάρρευση της κυβέρνησης και των ενόπλων δυνάμεων είχε να κάνει τόσο με το αίσθημα αδυναμίας που δημιούργησε η εξελισσόμενη αποχώρηση των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, όσο όμως και με την ενδημική διαφθορά που είχε φτάσει μέχρι του σημείου οι στρατιώτες των αφγανικών ενόπλων δυνάμεων να μην λαμβάνουν την πλήρη αμοιβή τους (και τον τέως πρόεδρο Γκάνι να φεύγει από τη χώρα κουβαλώντας μεγάλα ποσά χρημάτων), κάτι που μπορεί να εξηγήσει γιατί μπόρεσαν οι Ταλιμπάν να κάνουν τόσες πολλές συμφωνίες για την αναίμακτη παράδοση μονάδων και του οπλισμού τους στην προέλαση προς τα αστικά κέντρα και την ίδια την πρωτεύουσα Καμπούλ.
Σε αυτό συνέβαλε καταλυτικά και ο τρόπος που οι ΗΠΑ είχαν διαμηνύσει αυτό που επιβεβαίωσε και ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν στο μήνυμά του προς τον αμερικανικό λαό: δεν είχαν πια σκοπό να προσπαθούν να «οικοδομούν» θεσμούς και κράτος στο Αφγανιστάν.
Βεβαίως αυτό δεν σημαίνει ότι τα πράγματα είναι τόσο απλά για τους Ταλιμπάν. Άλλωστε, η ιστορία του Αφγανιστάν δείχνει ότι το βασικό πρόβλημα ήταν ακριβώς η διαμόρφωση μιας κεντρικής εξουσίας που να μην περιορίζεται στην πρωτεύουσα και τα αστικά κέντρα αλλά να μπορεί να διαχειρίζεται μια χώρα που αποτελείται από πολλές εθνότητες και όπου οι δεσμοί στο εσωτερικό φυλών και φατριών είναι συχνά πιο κρίσιμοι από τις τυπικές νομικές σχέσεις.
Η σταδιακή προετοιμασία για την εξουσία
Υπάρχουν κάποια σημάδια ότι οι Ταλιμπάν, ένα κίνημα παραδοσιακά γνωστό για την αντιπάθειά του προς τη δημοσιότητα, πήραν διάφορα μαθήματα από την προηγούμενη φορά που κατείχαν την εξουσία.
Το γεγονός ότι κατάφεραν να έχουν αρκετές επιτυχίες και να κερδίσουν περιοχές στον βορρά δείχνει εκτός των άλλων και προσπάθεια να μην είναι απλώς ένα κίνημα που εκπροσωπεί τους Παστούν, αλλά μπορούν να εκπροσωπήσουν και άλλες εθνότητες.
Το γεγονός ότι σε πρώτη φάση προσπάθησαν να ελέγξουν τα σύνορα και τις συνοριακές διαβάσεις αποτυπώνει έγνοια για να μπορέσουν να διαχειριστούν με τους δικούς τους όρους τις σχέσεις με τις γειτονικές χώρες.
Οι διακηρύξεις τους ότι παρέχουν αμνηστία σε κρατικούς λειτουργούς προσπαθούν να καθησυχάσουν τους φόβους για τυχόν κύμα εκδικητικότητας, ενώ οι δηλώσεις τους ότι δεν θα αντιταχθούν σε διάφορες μορφές παρουσίας των γυναικών απευθύνονταν και στη διεθνή κοινότητα.
Όπως δήλωσε, ο Εναμουλάχ Σαμανγκανί, μέλος της επιτροπής των Ταλιμπάν για τον πολιτισμό «Το Ισλαμικό Εμιράτο [σ.σ. η ονομασία που χρησιμοποιούν οι Ταλιμπάν για το Αφγανιστάν] δεν θέλει οι γυναίκες να είναι θύματα. Πρέπει να είναι στη δομή της κυβέρνησης υπό το νόμο της Σαρία».
Χαρακτηριστικό και το γεγονός ότι ένα μέλος του επικοινωνιακού επιτελείου των Ταλιμπάν εμφανίστηκε στις 17 Αυγούστου σε ένα αφγανικό τηλεοπτικό κανάλι για να συνομιλήσει με μια γυναίκα τηλεπαρουσιάστρια.
Ούτε, πρέπει να υποτιμήσουμε ότι η τρέχουσα ηγεσία τους όλο το προηγούμενο διάστημα είχε διάφορες αφορμές να συναντηθεί με εκπροσώπους της διεθνής κοινότητας και να προσπαθήσει να πείσει ότι μπορεί να κυβερνήσει με έναν τρόπο διαφορετικό από την προηγούμενη φορά.
Άλλωστε, αυτή τη φορά δείχνουν και μεγαλύτερη επιθυμία να χρησιμοποιήσουν και τη δημοσιότητα, σε αντίθεση με την πρώτη παρουσία τους στην εξουσία όταν απέφευγαν και την τηλεόραση αλλά ακόμη και τις φωτογραφίες (χαρακτηριστική η ίδια απέχθεια του ιδρυτή Μουλά Ομάρ στις φωτογραφίες). Μάλιστα, χρησιμοποιούν ακόμη και τα πιο σύγχρονα μέσα επικοινωνίας, έστω και σε περιορισμένο βαθμό.
Τα ερωτήματα για το μέλλον
Ωστόσο, τα ερωτήματα για τα επόμενά βήματά τους είναι ανοιχτά. Καταρχάς, υπάρχει το ερώτημα που αφορά τον τρόπο που θα ασκήσουν την εξουσία και εάν θα τηρήσουν τις δεσμεύσεις που τώρα δίνουν, προς όλες τις κατευθύνσεις ότι δεν θα επαναληφθούν οι βάναυσες πλευρές της προηγούμενης παρουσίας προς την εξουσία.
Και έπειτα υπάρχει και το ερώτημα εάν θα μοιραστούν την εξουσία τους: γιατί ανάμεσα στο να είναι το πιο αποτελεσματικό κίνημα στο καλύψει ένα κενό εξουσίας – κυρίως μέσα από ένα περίπλοκο σύστημα τοπικών συμφωνιών – και να μπορέσουν όντως να κυβερνήσουν υπάρχει απόσταση. Ιδίως όταν υπάρχουν και άλλα κόμματα, ρεύματα, πολέμαρχοι που εκπροσωπούν και στρατηγικές αλλά και τον σύνθετο εθνολογικό χάρτη του Αφγανιστάν.
Πάντως δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι οι Ταλιμπάν τα προηγούμενα χρόνια είχαν διαμορφώσει σε περιοχές που έλεγχαν ένα παράλληλο δίκτυο διακυβέρνησης που εκτός των άλλων ήταν και ένα είδος «μαθητείας» στη διακυβέρνηση αλλά και τρόπος για να μπορέσουν να διορθώσουν ορισμένα από τα λάθη που είχαν μεγάλο κόστος όταν ήταν στην εξουσία.
Για παράδειγμα, μπήκε τέλος στην απαγόρευση των γυναικών να έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση– τουλάχιστον διακηρυκτικά γιατί στην πράξη τα προηγούμενα χρόνια στις περιοχές που ήλεγχαν η εκπαίδευση των γυναικών δεν συνεχιζόταν –, ενώ ήρθη και η απαγόρευση στην καλλιέργεια του οπίου (παρότι επιμένουν στην αντίθεσή τους), που κατά την πρώτη φάση τους είχε κοστίσει πολύ καθώς τους αποξένωνε από τμήμα του αγροτικού πληθυσμού.
Επιπλέον, τα φορολογικά τους έσοδα προέρχονται πια λιγότερο από την καλλιέργεια του οπίου και το εμπόριο ναρκωτικών και περισσότερο από τη φορολογία στα καύσιμα και στα διαμετακομιζόμενα εμπορεύματα. Αυτή η ικανότητα να εγκαθιδρύσουν έναν αποτελεσματικό φορολογικό μηχανισμό στις περιοχές που ήλεγχαν ήταν και ένα βασικός τρόπος για να μην εξαρτώνται στον ίδιο βαθμό από τις ροές ανθρωπιστικής βοήθειας.
Ως προς το κρίσιμο ερώτημα του εάν θα προχωρήσουν στη διαμόρφωση κυβέρνησης ευρύτερης αποδοχής, στο πνεύμα και των διαπραγματεύσεων για την πολιτική μετάβαση που είχαν προηγηθεί, ή εάν θα διεκδικήσουν πλήρως την εξουσία, τα πράγματα είναι ακόμη ασαφή.
Πάντως στις 16 Αυγούστου δήλωσαν ότι η μεταβατική κυβέρνηση θα περιλαμβάνει και αξιωματούχους που δεν θα προέρχονται από τους Ταλιμπάν. Μάλιστα, πληροφορίες αναφέρουν ότι γίνονται εντατικές διαβουλεύσεις ανάμεσα στην ηγεσία και των Ταλιμπάν και πολιτικούς ηγέτες στην Καμπούλ, συμπεριλαμβανομένου του πρώην προέδρου Χαμίντ Καρζάι με σκοπό μια «συμπεριληπτική Αφγανική κυβέρνηση».
Την ίδια στιγμή, παρότι κατάφεραν να ανασυγκροτηθούν και να αποκτήσουν τον έλεγχο πολλών περιοχών και παρά την προσπάθεια να δείξουν ότι δεν πρόκειται να προχωρήσουν σε γενικευμένες πράξεις εκδίκησης, οι αναμνήσεις τόσο από την εποχή που είχαν την εξουσία όσο και από τη δράση τους μετά παραμένουν έντονες, εξ ου και το διάχυτο κλίμα φόβου, ιδίως σε όσους με τον έναν ή τον άλλο τρόπο είχαν συνεργασία με την προηγούμενη κατάσταση, αλλά και οι μαζικές τάσεις φυγής.
Η πρώτη συνέντευξη Τύπου
Στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στις 17 Αυγούστου ο εκπρόσωπος των Ταλιμπάν Ζαμπιχουλάχ Μουτζαχίντ – την πρώτη συνέντευξη Τύπου στην ιστορία των Ταλιμπάν – ήταν σαφής η προσπάθεια να υπογραμμιστεί ότι δεν σκοπεύουν να κινηθούν εκδικητικά και ότι επιμένουν ότι δεν έχουν εχθρότητα απέναντι σε οποιονδήποτε και ότι η αμνηστία αφορά και τους συνεργάτες των Αμερικανών, ενώ επέμεινε ότι οι Ταλιμπάν επέλεξαν να μπουν στην Καμπούλ, παρά τον αρχικό σχεδιασμό να φτάσουν μέχρι τα περίχωρα, ακριβώς επειδή κατέρρευσε η κυβέρνηση.
Ως προς το θέμα των γυναικών επέμεινε ότι υπερασπίζονται τα δικαιώματα των γυναικών και ότι εντός των ορίων της Σαρία θα μπορούν να έχουν πλήθος δραστηριοτήτων. Ενδιαφέρουσα ήταν και η αναφορά ότι θέλουν να υπάρξει οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας και επιθυμούν να έχουν συνεργασία με τις γειτονικές χώρες και τη διεθνή κοινότητα, συμπεριλαμβανομένης και βοήθειας για να αντικατασταθεί το όπιο από άλλες καλλιεργειες. Υποστήριξε ότι τα ιδιωτικά ΜΜΕ θα μπορούν να συνεχίσουν να λειτουργούν ανεξάρτητα, όμως εντός ενός πλαισίου «ισλαμικών αξιών».
Ως προς το φλέγον θέμα της κυβέρνησης επέμεινε ότι εργάζονται για τον σχηματισμό μιας ισχυρής ισλαμικής κυβέρνησης που θα εκπροσωπεί όλο το λαό, χωρίς να αποσαφηνίζει τι ακριβώς σημαίνει αυτό για τη συμμετοχή και πολιτικών πέραν των Ταλιμπάν, παρότι επέμεινε ότι η κυβέρνηση θα είναι «συμπεριληπτική», ενώ επανέλαβε ότι δεν θα επιτρέψουν να χρησιμοποιηθεί το έδαφος του Αφγανιστάν για τρομοκρατικές επιθέσεις.
Είναι σαφές ότι η προσπάθεια είναι να καθησυχαστεί η αφγανική κοινωνία ότι δεν πρόκειται να υπάρξει εκδικητικότητα ή ένα κύμα βίας προς όσους ήταν αντίθετοι στους Ταλιμπάν και τη διεθνή κοινότητα ότι δεν θα αποτελέσει το Αφγανιστάν ότι εφαλτήριο τρομοκρατών (θέλοντας να καθησυχάσουν όχι μόνο τη Δύση, αλλά και τη Ρωσία και την Κϊνα) και ότι υπάρχει ενδιαφέρον για συνεργασία και στο οικονομικό πλαίσιο.
Αυτό σημαίνει ότι αυτή τη φορά οι Ταλιμπάν ενδιαφέρονται πολύ και για το πώς θα αποκτήσουν νομιμοποίηση εντός μιας αφγανικής κοινωνίας που σημαντικά τμήματά της κάθε άλλο παρά θετική γνώμη έχει για αυτούς, αλλά και κάποιου είδους διεθνή αναγνώριση.
Ταυτόχρονα, προσπάθησαν να αποδείξουν ότι θα υπάρξει ρόλος για τις γυναίκες και για τον Τύπο, πάλι στο ίδιο πλαίσιο της προσπάθειας για νομιμοποίηση, ενώ για το θέμα της κυβέρνησης είναι σαφές ότι είναι σε εξέλιξη μια διαπραγμάτευση και με άλλες τάσεις και πολιτικούς για το σχηματισμό της κυβέρνησης, όμως είναι επίσης σαφές ότι οι Ταλιμπάν διεκδικούν τον κεντρικό ρόλο και να κατοχυρώσουν τη ισλαμική φυσιογνωμία που επιθυμούν.