Οταν το κοινωνικό περιβάλλον είναι απαλλαγμένο από ιδιόρρυθμες ιδεοληψίες και πρακτικές, οι επιδόσεις των Ελλήνων/ίδων σε όλους τους τομείς είναι αξιοθαύμαστες. Οπως είχε αναφερθεί και σε παλαιότερο άρθρο μου (Το Βήμα της Κυριακής, 7/2/21), η ποιότητα των περισσοτέρων ελληνικών ΑΕΙ ή μεμονωμένων Τμημάτων συναγωνίζεται αυτής κορυφαίων διεθνών ομολόγων τους, όπως φαίνεται στις διεθνείς λίστες αξιολογήσεων. Ομως, όλα θα μπορούσαν να είναι στην κορυφή του διεθνούς ακαδημαϊκού γίγνεσθαι αν δεν εθελοτυφλούσαμε.
Κάθε ειλικρινής προσπάθεια βελτίωσης προϋποθέτει να λέγονται αλήθειες. Οι άρχοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης πρέπει να κατανοήσουν ότι δεν γίνεται να συντηρούνται θνησιγενή Πανεπιστημιακά Τμήματα σε κάθε πόλη και χωριό, μόνο και μόνο για να ενισχύεται το καταναλωτικό κοινό και το εισόδημα των κατοίκων. Δεν γίνεται οι φοιτητές να στερούνται της άκρως σημαντικής διεπιστημονικής αλληλεπίδρασης μιας οργανωμένης Πανεπιστημιούπολης. Το ακαδημαϊκό προσωπικό πρέπει να αποφασίσει ότι δεν γίνεται να υποκύπτει σε πιέσεις για ίδρυση θνησιγενών και διάσπαρτων Τμημάτων για να ικανοποιηθούν αξιώσεις τοπικών και άλλων παραγόντων ή για ίδρυση άνευ περιεχομένου Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών για αύξηση επιχορηγήσεων. Δεν γίνεται να προκηρύσσονται φωτογραφικές θέσεις μόνο και μόνο για να τακτοποιούνται φίλοι και γνωστοί. Δεν γίνεται να διαιωνίζονται η οικογενειοκρατία και η αναξιοκρατία. Το πολιτικό προσωπικό πρέπει να κατανοήσει ότι δεν γίνεται να συνεχιστεί η αλλοπρόσαλλη πολιτική, όπου κάθε υπουργός ακυρώνει ό,τι είχε κάνει ο προηγούμενος. Δεν γίνεται να πανεπιστημιοποιούνται αμφίβολης ποιότητας Τμήματα ανά την επικράτεια, χωρίς στοιχειώδη αξιολόγηση. Δεν γίνεται να εισάγονται στα ΑΕΙ υποψήφιοι με ανύπαρκτες βαθμολογικές επιδόσεις. Δεν γίνεται να μην αξιολογείται το ακαδημαϊκό προσωπικό των ΑΕΙ και των υπολοίπων βαθμίδων εκπαίδευσης. Δεν γίνεται, δεν γίνεται…!!! Ολα αυτά δεν συνάδουν με τα υγιή, επιτυχή διεθνή ακαδημαϊκά δρώμενα ούτε με ειλικρινή διάθεση ποιοτικής αναβάθμισης, εξορθολογισμού και επικαιροποίησης του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
Η κοινωνία αρχίζει να ωριμάζει και να αντιλαμβάνεται ποιος πράγματι έχει ειλικρινή πρόθεση και υγιείς στόχους, ποιος δημιουργεί θεσμούς με ποιοτικά και αξιοκρατικά χαρακτηριστικά και ποιος προσπαθεί να αποκομίσει εφήμερα μικροπροσωπικά οφέλη με άκαιρες και άστοχες επιλογές. Επομένως, κάθε πολιτικό κόστος πρέπει να βαρύνει όποιον σκόπιμα εθελοτυφλεί στα χρονίζοντα προβλήματα του εκπαιδευτικού μας συστήματος και όποιον δεν κατανοεί ή δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του μέλλοντος. Πολιτικό κόστος πρέπει να έχει όποιος εξαπατά τους νέους υποσχόμενος την εισαγωγή τους με σχεδόν μηδενικές βαθμολογίες και μάλιστα με αναδρομική ισχύ. Οποιος εξαπατά τους νέους επιτρέποντας την εισαγωγή και την απόκτηση της ιδιότητας του αιώνιου φοιτητή, ικανοποιώντας δήθεν την αγωνία των νέων και των οικογενειών τους για το μέλλον τους. Οποιος προσπαθεί να εξισώσει την ποιοτική οροφή του εκπαιδευτικού συστήματος με το κατώφλι της δικής του επιστημονικής ασημαντότητας.
Είναι απορίας άξιον πώς είναι δυνατόν πολιτικοί, που με τις αποφάσεις τους καθορίζουν την ποιότητα εκπαίδευσης των νέων γενεών και εν τέλει την τύχη και την πορεία της χώρας, να έχουν ως γνώμονα τα προσωπικά τους απωθημένα, τα ελλείμματα της προσωπικότητάς τους ή τα πρόσκαιρα μικροκομματικά τους συμφέροντα. Να αγνοούν ότι η προσωρινότητα της ύπαρξής μας όφειλε να αυξάνει την ευθύνη τους ώστε, σε θέματα ύψιστης σημασίας, να ομονοούν για τη χάραξη μακροχρόνιας στρατηγικής, που θα επηρεάσει την τύχη της χώρας πέραν της δικής τους βιολογικής παρουσίας.
Παρά το ότι τις τελευταίες δεκαετίες το εκπαιδευτικό σύστημα σχεδόν όλων των βαθμίδων είναι ένα από τα θέματα αιχμής, που όλοι δήθεν προσπαθούν να βελτιώσουν, τα προβλήματα όχι μόνο παραμένουν αλλά διογκώνονται και οξύνονται. Τα κόμματα οφείλουν να αποφασίσουν ότι η παιδεία πρέπει να εξαιρεθεί από την άγονη, μικρόψυχη, ρηχή και ατελέσφορη αντιπαράθεσή τους προκειμένου να αποτελέσει τον πυλώνα της διαχρονικής ανάπτυξης και ευημερίας της χώρας. Να συνειδητοποιήσουν ότι οφείλουν να εργαστούν για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος με νόμους που θα εφαρμόζονται και θα έχουν ισχύ πέρα από αυτούς. Η προσπάθεια, που γίνεται, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και είναι κρίμα να χαθεί άλλη μια ευκαιρία. Ισως η λύση να βρίσκεται στην τοποθέτηση, μετά από προκήρυξη και εκλογή, διακομματικού υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων.
*Η κυρία Καλλιόπη Α. Ρουμπελάκη-Αγγελάκη είναι ομότιμη καθηγήτρια Βιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης.