Ακριβώς πριν 48 χρόνια, την 1η Αυγούστου 1973, ο άλλοτε πανίσχυρος και δοξασμένος ηγέτης του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, περνούσε τη θηλιά στον λαιμό του, εκτοπισμένος στο μακρινό Σουργκούτ της Σιβηρίας από τους σοβιετικούς συντρόφους του, γράφοντας το τραγικό φινάλε σε μια αναμέτρηση μέχρις εσχάτων με τη Μόσχα αλλά και το ίδιο του το κόμμα, το οποίο τον είχε αποκηρύξει από το 1956 (6η Πλατιά Ολομέλεια) μετά από παρέμβαση έξι «αδελφών» κομμάτων. Ηταν η εποχή της λεγόμενης «αποσταλινοποίησης» υπό τον Νικίτα Χρουστσόφ που συμπαρέσυρε το ΚΚΕ, στο εσωτερικό του οποίου μαίνονταν ένας ακόμα «εμφύλιος» ανάμεσα στους οπαδούς του Ζαχαριάδη και στους «αντιζαχαριαδικούς» που του χρέωναν την ήττα του Εμφυλίου (1946-1949) και τη δημιουργία «ανώμαλου εσωκομματικού καθεστώτος».

Από το Νταχάου στο Σουργκούτ

Η υπόθεση Ζαχαριάδη συμπυκνώνει τις αντιφάσεις μιας εποχής ταραγμένης και τις τραγικές όψεις (εσωτερικές και διεθνείς) μιας φάσης ανακατατάξεων και νέων ισορροπιών στη μεταπολεμική Ευρώπη. Ο αφοσιωμένος κομμουνιστής που ως νεαρός «Κούτβης» (φοιτητής του Κομμουνιστικού Πανεπιστημίου Εργαζομένων της Ανατολής) στάθηκε τιμητική φρουρά δίπλα στο φέρετρο του Λένιν (1924), το άλλοτε «αγαπημένο παιδί» του Στάλιν και της Κομιντέρν (Κομμουνιστική Διεθνής), ο επί 25ετία αδιαφιλονίκητος ηγέτης του ΚΚΕ (1931-1956), ο άνθρωπος που γλίτωσε από το κάτεργο του Νταχάου και σήκωσε τα όπλα κατά του αστικού κράτους και παρακράτους, βρισκόταν κρεμασμένος από τον σωλήνα θέρμανσης στο αγροτόσπιτο που του είχαν παραχωρήσει οι Σοβιετικοί στο απόκοσμο Σουργκούτ, υπό 24ωρη παρακολούθηση από την KGB.

 

«Κόκκινο πανί» για τη Μόσχα

Μισό αιώνα σχεδόν μετά, τα ερωτήματα για τις πραγματικές συνθήκες που οδήγησαν στον θάνατό του «στοιχειώνουν» τους ιστορικούς ερευνητές, καθώς η πρόσβαση στα πρώην σοβιετικά αρχεία παραμένει ελεγχόμενη. Το βέβαιο είναι ότι ο Ζαχαριάδης αποτελούσε το «κόκκινο πανί» για τη Μόσχα, η οποία τον οδήγησε στα άκρα αρνούμενη να του παραχωρήσει δικαιώματα πολιτικού πρόσφυγα, ελευθερίας μετακίνησης και επιστροφής στην Ελλάδα, όπως επεδίωκε από το 1962, όταν κάτω από τη μύτη των Σοβιετικών απευθύνθηκε στην ελληνική πρεσβεία στη Μόσχα ζητώντας να του επιτραπεί να επιστρέψει στη χώρα του για να δικαστεί για όσα τον βάρυναν.

Η απάντηση της κυβέρνησης Καραμανλή ήταν αρνητική. Οι Σοβιετικοί και η ηγεσία Κολιγιάννη εξοργίστηκαν και έτσι ο Ζαχαριάδης θα βρεθεί από το Μποροβιτσί του Νόβγκοραντ, όπου τον είχε στείλει η Μόσχα ως επικεφαλής της δασικής επιχείρησης, στο Σουργκούτ της Σιβηρίας. Ηταν ο μόνος τρόπος για να διακοπούν οι επαφές που διατηρούσε με τους «ζαχαριαδικούς» που παρέμεναν πιστοί σε αυτόν παρά τα μέτρα επιβολής που είχε επιβάλει το ΚΚΣΕ μετά τα αιματηρά γεγονότα της Τασκένδης του 1955 ανάμεσα στις αντιμαχόμενες εσωκομματικές δυνάμεις.

Οι απεργίες πείνας

Ο Ζαχαριάδης ταλαιπώρησε το καθεστώς όσο δεν έπαιρνε με αλλεπάλληλες απεργίες πείνας και «βομβαρδίζοντας» το Κρεμλίνο με επιστολές απαιτώντας δικαιώματα. Η στάση του Ζαχαριάδη ενοχλούσε και την ηγεσία του ΚΚΕ που ήθελε να απαλλαγεί πάση θυσία. Το Διεθνές Τμήμα της ΚΕ του ΚΚΣΕ επισήμαινε τον Μάιο του 1968 ότι ενώ οι έλληνες σύντροφοι είχαν ενημερωθεί για τη νέα απεργία πείνας που είχε κηρύξει, «καμία πρόταση δεν έχει έλθει ως τώρα από την ΚΕ του ΚΚ Ελλάδας» συστήνοντας: «Νομίζουμε ότι θα ήταν απαραίτητο να ανακοινωθεί επίσημα στην ΚΕ του ΚΚΕ Ελλάδας η απεργία πείνας του Ν. Ζαχαριάδη και να ζητηθεί η συγκατάθεση των συντρόφων για την αναγκαστική του διατροφή και θεραπεία».

Αν και η 11η Ολομέλεια του ΚΚΕ το 1967 κατέληξε ότι «δεν βγαίνει ότι ο Ζαχαριάδης είναι πράκτορας του εχθρού», ωστόσο οι συνθήκες αντιμετώπισής του δεν άλλαξαν – ο Ζαχαριάδης έπρεπε να μείνει εκτός του πολιτικού και κομματικού «παιχνιδιού». «Σήμερα είμαι υποχρεωμένος να απαιτήσω ακόμη μια φορά να αρθούν όλα τα μέτρα βίας και αυθαιρεσίας τα οποία λήφθηκαν εις βάρος μου» έγραφε στις 11 Αυγούστου 1970 στον κραταιό Μπρέζνιεφ που ήδη είχε αναλάβει και γενικός γραμματέας του ΚΚΣΕ. Οι Σοβιετικοί προσπάθησαν να απαλλαγούν από τον Ζαχαριάδη προτείνοντάς του άλλον τόπο διαμονής εκτός από τη Μόσχα, το Λένινγκραντ, το Κίεβο και φυσικά την Τασκένδη. Εκείνος τους αγνόησε ζητώντας να πάει στο Λένινγκραντ: «Η δήλωση αυτή έχει σαφώς προκλητικό χαρακτήρα» θα σχολιάσει το Διεθνές Τμήμα του ΚΚΣΕ. Ακόμα και την ανοιχτή επιστολή που προσπάθησε να στείλει στο εξωτερικό με την κόρη του Ολγα (από τον πρώτο του γάμο) που ζούσε στην Τσεχοσλοβακία, την κατέσχεσαν οι Σοβιετικοί στο αεροδρόμιο της Μόσχας.

Το Κρεμλίνο αμετακίνητο

Στο ΚΚΣΕ ήταν αποφασισμένοι να μην κάνουν πίσω από τους όρους και τις προϋποθέσεις που είχαν θέσει: «Δεν απεκδύεται τη βλαβερή πολιτική του δράση, τον εκβιασμό των κομματικών και σοβιετικών οργάνων, τη διάδοση συκοφαντικών επινοήσεων εναντίον του ΚΚΣΕ και του ΚΚ Ελλάδας, την εκμετάλλευση του γεγονότος ότι «βρίσκεται σε εξορία»» ενημέρωνε την ΚΕ του ΚΚΣΕ ο περιβόητος Ζαγκλιάντιν του Διεθνούς Τμήματος, ενώ ενδεικτικά των διαθέσεων που υπήρχαν από την πλευρά της Μόσχας ήταν όσα είχε πει σε συνέντευξή του στο «Βήμα» το 2008 ο άνθρωπος-«κλειδί», ο σύνδεσμος ανάμεσα στο ΚΚΣΕ και στο ΚΚΕ Καρλ Σεμενκόφ, καταλογίζοντας ευθέως στον Ζαχαριάδη ότι οδηγήθηκε στην αυτοκτονία επειδή «είχε χρεοκοπήσει ως πολιτικός ηγέτης».

Οι επιστολές στον Λεονίντ Μπρέζνιεφ

«Το πέταγµά µου στο Σουργκούτ, παρά κάθε σοβιετικό νόµο και χρέος φιλοξενίας προς πολιτικό καταδιωκόµενο από κεφαλαιοκρατική χώρα, ισοδυναµεί κυριολεκτικά µε διωγµό µέχρι φυσικής εξόντωσης» έγραφε ο Νίκος Ζαχαριάδης στις 12 Οκτωβρίου 1962 στον πρόεδρο του Ανώτατου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ Λεονίντ Μπρέζνιεφ (φωτογραφία), ενώ λίγα χρόνια αργότερα, στις 11 Αυγούστου 1970, του έγραφε: «Σήμερα είμαι υποχρεωμένος να απαιτήσω ακόμη μια φορά να αρθούν όλα τα μέτρα βίας και αυθαιρεσίας τα οποία λήφθηκαν εις βάρος μου». Στη φωτογραφία αριστερά ο Νίκος Ζαχαριάδης νεκρός.

«Ο Λουλές το ’χασε το στοίχημα»

«Είμαι βέβαιος ότι κάποιοι από τη σοβιετική γραφειοκρατία του κόμματος είχαν αποφασίσει πως τίποτε δεν έπρεπε να εμποδίσει τον Ζαχαριάδη να πραγματοποιήσει την απειλή του» θα πει αργότερα στο «Βήμα» ο γιος του, Σήφης Ζαχαριάδης («Αν δεν αρθούν ΟΛΑ τα μέτρα περιορισμού, εξορίας, στέρησης ελευθερίας μετακίνησης και αναχώρησης απ’ τη Σοβ. Ενωση κ.τ.λ. κ.τ.λ. που εφαρμόζονται ενάντιά μου, τότε την 1η Αυγούστου 1973, σαν έκφραση έσχατης ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ, θ’ αφτοκτονήσω» είχε προειδοποιήσει, κληροδοτώντας το κουφάρι του «στους Μπρέζνιεφ, Κολιγιάννη, Φλωράκη και Σία»).
Οι Σοβιετικοί απέτρεψαν τον νέο γραμματέα Χαρίλαο Φλωράκη να τον συναντήσει και έτσι το ΚΚΕ έστειλε τον Κώστα Λουλέ. Αποδείχθηκε ότι δεν ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος. Δεν τον πίστεψε. Ενα λεπτό μετά τα μεσάνυχτα ώρα Αθήνας και λίγο πριν κρεμαστεί, ο Ζαχαριάδης θα γράψει: «Βγαίνει ότι ο Λουλές το ‘χασε το στοίχημα». Οι Σοβιετικοί κράτησαν κρυφά τα πραγματικά αίτια του θανάτου του μέχρι το 1989. Το 2011 το ΚΚΕ προχώρησε στην πλήρη πολιτική και κομματική αποκατάστασή του, ενώ μέχρι σήμερα κρίσιμες πτυχές της υπόθεσης Ζαχαριάδη παραμένουν στη σκιά της ιστορικής έρευνας.