«Πάγωμα» των αμοιβών το 2021, συμβολική αύξηση 2% για το 2022 και αναμονή του 2023 με υποσχέσεις για ουσιαστική βελτίωση των αποδοχών, όταν επέλθει η ανάκαμψη της οικονομίας.
Τελικώς η κυβέρνηση επέλεξε για τον κατώτατο μισθό το σενάριο «συμβολικής ψυχολογικής αύξησης», καθώς οι συνθήκες που έχει δημιουργήσει η υγειονομική κρίση στην αγορά – με την ύφεση στο 8,2% – δεν επέτρεπαν άλλες επιλογές, ούτε για το 2021 ούτε καν για το 2022.
Την προτροπή για «μικρό καλάθι» εξέπεμπαν καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας οι εκπρόσωποι του υπουργείου Εργασίας σημειώνοντας πως δεν θα «πρέπει να περιμένουμε σημαντικές βελτιώσεις», καθώς οι επιλογές «είναι περιορισμένες λόγω της κρίσης». «Για το τρέχον έτος και για το επόμενο (2022) θα πρέπει να υπάρξει αυτοσυγκράτηση» τόνιζαν χαρακτηριστικά.
Μήνυμα στην αγορά
Η τελική απόφαση για αύξηση 2% στον κατώτατο μισθό από την 1η Ιανουαρίου 2022 κινείται λίγο πάνω από τα όρια του πληθωρισμού και έγινε για να σηματοδοτήσει τις κυβερνητικές προθέσεις, αλλά και για να δώσει ένα μήνυμα στην αγορά.
Σηματοδοτεί, αφενός τη θετική της διάθεση για τη μελλοντική βελτίωση των αμοιβών των εργαζομένων και αφετέρου το χαμηλό ύψος της αύξησης περιγράφει τις ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες που εξακολουθούν να ισχύουν στην αγορά εργασίας, εξαιτίας της κρίσης που προκάλεσε η πανδημία.
Τα περιθώρια επίτευξης περαιτέρω αυξήσεων – εντός του 2022 – είναι περιορισμένα, παρά την αναφορά του υπουργού Εργασίας κ. Κ. Χατζηδάκη «για επιπλέον αύξηση αν η πορεία της πανδημίας το επιτρέψει».
Μικρές είναι οι πιθανότητες για υψηλότερες αυξήσεις μέσω των κλαδικών και επιχειρησιακών συμβάσεων, παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο επιτρέπεται από τον νόμο, όπως σημειώνει το υπουργείο στα ενημερωτικά του σημειώματα. Και είναι σχεδόν αδύνατο γιατί οι εργοδοτικές οργανώσεις είναι στο σύνολό τους αρνητικές σε οποιαδήποτε αύξηση μισθών, καθώς δεν γνωρίζουν ακόμη κατά πόσο «πολλές επιχειρήσεις θα καταφέρουν να επανεκκινήσουν μετά την κρίση της πανδημίας».
Θετική ήταν η ανταπόκριση των εργοδοτικών οργανώσεων στην ανακοίνωση της αύξησης του 2%, ενώ η ΓΣΕΕ εκτιμά ότι «δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να διασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης» και γενικώς πως είναι κατώτερη των προσδοκιών των εργαζομένων.
Νέος γύρος το 2022
Πάντως η κυβέρνηση ευσχήμως παραπέμπει στον Φεβρουάριο του 2022, όταν θα έχουν φανεί τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης της οικονομίας. Τότε θα εκκινήσει – εκ νέου – η διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού, προκειμένου το καλοκαίρι του 2022 να έχει ολοκληρωθεί και να συμφωνηθεί «μια ουσιαστική βελτίωση των αμοιβών». Βελτίωση, η οποία θα ανταποκρίνεται στην «αυξημένη δυναμική της οικονομίας και θα περιγράφει την ανάκαμψη της αγοράς».
Ο νέος αυτός μισθός θα ισχύσει από το 2023. «Του χρόνου θα υπάρχουν περισσότερες δυνατότητες και επιλογές» σημειώνουν χαρακτηριστικά στο υπουργείο Εργασίας.
Σημειωτέον πως οι παράγοντες που θα προσδιορίσουν το ύψος της αύξησης του κατώτατου – σύμφωνα με τον σχετικό νόμο – είναι «η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας (και οι προοπτικές της για ανάπτυξη) από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών και της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης, του ποσοστού της ανεργίας».
Σύμφωνα με την απόφαση, ο κατώτατος μισθός από τα 650 ευρώ που είναι σήμερα θα διαμορφωθεί – την 1η Ιανουαρίου 2022 – σε 663 ευρώ τον μήνα. Το νέο κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών θα διαμορφωθεί από 29,04 σε 29,62 ευρώ.
Επιδόματα τριετιών και γάμου
Ο νέος κατώτατος μισθός για τον εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα με 0 έως 3 χρόνια προϋπηρεσία διαμορφώνεται στα 663 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 729.30 ευρώ. Για τον μισθωτό με προϋπηρεσία από 3 έως 6 χρόνια διαμορφώνεται σε 729,3 ευρώ, και με το επίδομα γάμου στα 795,60 ευρώ. Για τον μισθωτό με προϋπηρεσία από 6 έως 9 χρόνια διαμορφώνεται σε 795,6 ευρώ, και με το επίδομα γάμου στα 861,60. Για τον μισθωτό με προϋπηρεσία άνω των 9 ετών διαμορφώνεται στα 861,90 ευρώ, και με το επίδομα γάμου στα 928,20.
Στα 407 ευρώ το επίδομα ανεργίας
Η αύξηση του κατώτατου μισθού θα συμπαρασύρει – ανοδικά – και το επίδομα ανεργίας, το οποίο θα αυξηθεί κατά επτά ευρώ. Από την 1η Ιανουαρίου 2022 το επίδομα ανεργίας θα φτάσει στα 407 ευρώ, από 399,25 ευρώ που είναι σήμερα. Το ύψος του επιδόματος ανεργίας ορίζεται σε ποσοστό 55% του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη, ανεξαρτήτως από το αν ο άνεργος αμειβόταν με μηνιαίο μισθό ή ημερομίσθιο (προσαυξανόμενο κατά 10% για κάθε προστατευόμενο μέλος). Αντίθετα, το ειδικό επίδομα μακροχρόνιας ανεργίας – το οποίο ανέρχεται σε 200 ευρώ τον μήνα – δεν πρόκειται να επηρεασθεί διότι δεν είναι συνδεδεμένο με τον κατώτατο μισθό.