Σε νέα φάση εισέρχεται ο Ψυχρός Πόλεμος μεταξύ Δύσης και Κίνας μετά τη στοχοποίηση του Πεκίνου από την Ουάσιγκτον και τους συμμάχους της για «κακόβουλες δραστηριότητες στον κυβερνοχώρο».
Σύσσωμες οι χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης και επίσης η Ιαπωνία, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία απηύθυναν την περασμένη Δευτέρα κατά του Πεκίνου την κατηγορία ότι ακολουθεί πολιτική διώξεων απέναντι στις επιχειρήσεις τους που δραστηριοποιούνται στην Κίνα. Και επίσης ότι απειλεί την ασφάλεια των επιχειρήσεων της Δύσης με «κυβερνοεπιθέσεις που διοργανώνει βάσει κεντρικών, κρατικών σχεδιασμών».
Πρόκειται για μια σαφή κλιμάκωση όχι μόνο του εμπορικού πολέμου μεταξύ των ΗΠΑ και εν γένει της Δύσης με την Κίνα, αλλά και για μια ποιοτική διαφοροποίησή του και «θεματική επέκτασή» του σε ευρύτερα πεδία, με άγνωστες επιπτώσεις στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον.
Απειλή για την εθνική ασφάλεια
Υπήρξαν τα τελευταία χρόνια περιστατικά στοχοποίησης μεγάλων κινεζικών επιχειρήσεων, όπως η Huawei που κατηγορείται από την Ουάσιγκτον για κατασκοπεία και για απειλή της ασφάλειας των ΗΠΑ. Τώρα είναι όμως η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ και η Δύση κατηγορούν συγκεκριμένα το κινεζικό υπουργείο Εθνικής Ασφάλειας ότι ενορχηστρώνει κυβερνοεπιθέσεις, όπως εκείνη του περασμένου Μαρτίου κατά της Microsoft, την οποία αρχικά η Ουάσιγκτον είχε καταλογίσει στη Μόσχα.
Σύμφωνα με πληροφορίες του αμερικανικού δικτύου CNBC, που αποδίδει σε αξιωματούχο της διακυβέρνησης Μπάιντεν ο οποίος μίλησε υπό τον όρο ότι δεν θα αποκαλυφθεί το όνομά του, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους συμφώνησαν να ανταλλάσσουν μεταξύ τους με πιο συστηματικό τρόπο πληροφορίες για τις απειλές στον κυβερνοχώρο.
Και επίσης να συνεργαστούν στενότερα για τη δημιουργία πιο συμπαγών και αποτελεσματικών δικτύων άμυνας και ασφάλειας. «Οι δραστηριότητες της Κίνας στον κυβερνοχώρο συνιστούν μια σοβαρή απειλή για την οικονομία και την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ και των συμμάχων τους» δήλωσε ο ανώνυμος αξιωματούχος.
Χρησιμοποιούν πενήντα μεθόδους
Στο πλαίσιο αυτό, η Ομοσπονδιακή Αστυνομία (FBI), η Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας και η Υπηρεσία Ασφάλειας του Κυβερνοχώρου και των Υποδομών των ΗΠΑ εξέδωσαν, επίσης την περασμένη Δευτέρα, κοινή οδηγία στην οποία καταγράφουν «πενήντα τακτικές, τεχνικές και διαδικαστικές μεθόδους που χρησιμοποιούν συχνά οι καθοδηγούμενοι από το κινεζικό κράτος χάκερ».
Ο αμερικανικός Τύπος θεωρεί ότι η πρωτοβουλία της Ουάσιγκτον να διοργανώσει μια δυτική συμμαχία κατά του Πεκίνου είναι η λογική συνέχεια της κλιμάκωσης των οικονομικών και διπλωματικών κυρώσεων που έχει επιβάλει τους τελευταίους μήνες η διακυβέρνηση Μπάιντεν στο Πεκίνο ως απάντηση στα κλιμακούμενα περιστατικά καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Χονγκ Κονγκ και στις απηνείς διώξεις κατά της τουρκογενούς εθνοτικής ομάδας των Ουιγούρων στη νοτιοδυτική επαρχία Σιτζιάνγκ – διώξεις που έχουν προσλάβει διαστάσεις γενοκτονίας.
Ανάμειξη στα εσωτερικά της χώρας
Τρεις ημέρες πριν από την πρωτοβουλία της Δευτέρας, την Παρασκευή 16 Ιουλίου, οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις σε επτά κινέζους αξιωματούχους για την καταστρατήγηση των ελευθεριών στο Χονγκ Κονγκ. Επίσης η Ουάσιγκτον εξέδωσε οδηγία με την οποία προειδοποιεί τις αμερικανικές επιχειρήσεις για πιθανές επιθέσεις στα ψηφιακά τους αρχεία δεδομένων εκ μέρους της κινεζικής κυβέρνησης, «αν συνεχίσουν να δραστηριοποιούνται στο Χονγκ Κονγκ». Σε απάντηση ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών κατηγόρησε τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι αναμειγνύονται στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας του.
Σε ένα διεθνές περιβάλλον με καταλυτική την οικονομική και επιχειρηματική παρουσία της Κίνας, πόσο μπορούν άραγε να αποδώσουν οι κυρώσεις των ΗΠΑ;
Και πόση ενότητα και ποια συμμετοχή μπορεί κανείς να προσδοκά από τις χώρες της Δύσης στην ενορχηστρωμένη από την Ουάσιγκτον προσπάθεια διεθνούς απομόνωσης (τουλάχιστον διπλωματικά) του Πεκίνου; «Δεν αποκλείουμε περαιτέρω ενέργειες για να συγκρατήσουμε την Κίνα. Αλλά γνωρίζουμε επίσης ότι καμία ενέργεια δεν μπορεί να αλλάξει τη συμπεριφορά της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και ότι καμία χώρα δεν μπορεί να αναλάβει δράση μόνη της. Γι’ αυτό εστιάζουμε τις δυνάμεις μας στην προσπάθεια να φέρουμε και άλλες χώρες με το μέρος μας» σημείωσε ο αξιωματούχος των ΗΠΑ που μίλησε υπό καθεστώς ανωνυμίας.
Κινέζοι και όχι Ρώσοι ήταν οι χάκερ που χτύπησαν στη Microsoft
Η διακυβέρνηση Μπάιντεν, που θεώρησε αρχικά ότι η κυβερνοεπίθεση εναντίον της Microsoft ήταν έργο των μυστικών υπηρεσιών της Ρωσίας, υιοθέτησε την άποψη της ίδιας της εταιρείας, που κατηγόρησε μια ομάδα κινέζων χάκερ την οποία ονομάτισε «Hafnium». Η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι η ομάδα αυτή παίρνει εντολές από τη νομενκλατούρα του Πεκίνου. Επρόκειτο για μια εκτεταμένη πειρατεία που εκδηλώθηκε τον Μάρτιο με στόχο τις υπηρεσίες μηνυμάτων Exchange της Microsoft και έβλαψε τουλάχιστον 30.000 επιχειρήσεις, πόλεις και τοπικούς θεσμούς στις ΗΠΑ. Συχνά οι επιθέσεις κατά επιχειρήσεων έχουν ως στόχο την υπεξαίρεση δεδομένων και τεχνολογιών προκειμένου να εκβιαστεί η καταβολή λύτρων στους κυβερνοαπατεώνες.
Καζάνι που βράζει το Χονγκ Κονγκ
«Επιχειρηματικές συμβουλές για το Χονγκ Κονγκ» τιτλοφορείται εννεασέλιδο υπόμνημα που δημοσιοποίησαν από κοινού τα υπουργεία Εξωτερικών, Οικονομικών, Εμπορίου και Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ. Τα τέσσερα υπουργεία προειδοποιούν τις αμερικανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο Χονγκ Κονγκ ότι αναλαμβάνουν έναν αριθμό ρίσκων που απορρέουν από έναν επίμαχο νόμο περί εθνικής ασφάλειας, τον οποίο έχει θέσει εδώ και ένα έτος σε ισχύ το Πεκίνο.
Την 1η Ιουλίου 1997 η πρώην βρετανική αποικία του Χονγκ Κονγκ πέρασε υπό κινεζική κυριαρχία. Αλλά θα απολαμβάνει, βάσει των διεθνών συμφωνιών, επί 50 έτη μια «ειδική διοικητική αυτονομία». Το ειδικό αυτό καθεστώς καταστρατηγείται κατάφωρα από το Πεκίνο, κατά την αμερικανική κυβέρνηση. «Το Πεκίνο έχει καταργήσει τον υπεύθυνο και διάφανο τρόπο διακυβέρνησης με σεβασμό των ατομικών ελευθεριών που απολάμβανε το Χονγκ Κονγκ, καθώς δεν τηρεί τη δική του υπόσχεση να διατηρήσει αδιατάρακτο έναν υψηλό βαθμό αυτονομίας της επαρχίας» δήλωσε ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν.
Ο «σαρωτικός», όπως τον χαρακτηρίζει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, νόμος για την εθνική ασφάλεια τέθηκε σε εφαρμογή στο Χονγκ Κονγκ τον Ιούνιο του 2020, ξεσηκώνοντας θύελλα διαμαρτυριών μεταξύ των 7,5 εκατ. κατοίκων του. Κατά την Ουάσιγκτον, αποσκοπεί «στον περιορισμό της αυτονομίας του Χονγκ Κονγκ και στην απαγόρευση άσκησης κάθε κριτικής προς το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα».
Βάσει του νόμου αυτού, την περασμένη Τρίτη οι Αρχές συνέλαβαν τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας του Χονγκ Κονγκ «Apple Daily» Λαμ Μαντσούνγκ για «υποκίνηση ταραχών και απειλή της εθνικής ασφάλειας της χώρας». Είναι ο ένατος δημοσιογράφος της συγκεκριμένης εφημερίδας που συλλαμβάνεται. Την ίδια ημέρα 73 διεθνείς οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ζήτησαν με κοινή επιστολή τους την απελευθέρωση της ακτιβίστριας δικηγόρου Τσόου Χανγκτούνγκ, που συνελήφθη στις 4 Ιουνίου και κρατείται επειδή διοργάνωσε εκδήλωση μνήμης για τα θύματα της πλατείας Τιενανμέν.