Στις 23 Ιουλίου έκλεισαν 47 χρόνια από την πτώση της χούντας. Η Μεταπολίτευση, την οποία αρκετοί προσπάθησαν να απαξιώσουν, είναι μακράν η καλύτερη περίοδος για την ελληνική Δημοκρατία. Συμβολικά αυτή τελείωσε το 2010. Το κομματικό-πολιτικό σύστημα που προέκυψε ήταν διπολικό με συμπλήρωμα ένα μικρό κόμμα της Ακρας Δεξιάς τα πρώτα χρόνια και δύο μικρά κόμματα της Αριστεράς συνεχώς. Απουσίαζε όμως ένα κόμμα του Φιλελεύθερου Κέντρου, εκτός της θνησιγενούς Ενωσης Κέντρου. Ενα κόμμα όπως αυτά που υπάρχουν μεταπολεμικά στην υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη (Γερμανία, Μεγάλη Βρετανία, Ισλανδία, Βέλγιο, Ισπανία, Πορτογαλία, Σκανδιναβία, με συγκυριακή εξαίρεση τους Δημοκράτες 66 στην Ολλανδία και το Εμπρός του Μακρόν). Αυτά ήταν και είναι μικρά και πολύ μικρά, τριτοτέταρτα, κόμματα που συγκυβερνούν πότε με τη Σοσιαλδημοκρατία και πότε με την Κεντροδεξιά.
Στην Ελλάδα μετά το τέλος της Μεταπολίτευσης έγινε μια αποτυχημένη προσπάθεια με το Ποτάμι. Σήμερα κάποιοι καλούν το Κίνημα Αλλαγής να ντουμπλάρει την αποτυχία. Αυτοί ετεροχρονισμένα παρουσιάζουν το ΠαΣοΚ ως το κόμμα του Κέντρου της Μεταπολίτευσης. ΠαΣοΚ και Κέντρο είναι σαν δοχείο με λάδι και νερό. Αυτό ήταν ο κεντροαριστερός πυλώνας της περιόδου και όχι κόμμα του Κέντρου. Ηταν το πιο επιτυχημένο και λόγω του αναγκαίου και σωτήριου ρόλου που έπαιξε στα μνημόνια έγινε και το πιο αδικημένο κόμμα της Μεταπολίτευσης. Συνάμα όμως με το τέλος της Μεταπολίτευσης και εξαιτίας της κεντρικής του θέσης σ’ αυτήν το ΠαΣοΚ σήμερα εκφράζει μια τελειωμένη περίοδο.
Αρκετοί ειρωνεύτηκαν την αναφορά του κ. Τσίπρα πως ο ΣΥΡΙΖΑ «πρέπει να κερδίσει αυτό που ονομάζουμε μεσαίο χώρο. Αυτούς που ενδεχομένως (αδόκιμα) να αυτοχαρακτηρίζονται πολίτες του Κέντρου». Το αντιαριστερό μένος τούς τυφλώνει. Ο κ. Τσίπρας, για πρώτη ίσως φορά, εξέφρασε την ουσία της σοσιαλδημοκρατικής συνταγής επιτυχίας: την από τα αριστερά προσέλκυση των κεντρώων. Το ζήτημα είναι ότι ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ λόγω προτέρου ανέντιμου βίου και εγγενών αδυναμιών δεν μπορούν να αποτελέσουν τον μείζονα εκφραστή αυτής της θέσης. Αν όμως δεν θέλουμε το κομματικό μας σύστημα να βαλτώσει στη μονοκρατορία του κεντροδεξιού πόλου (μονοκομματικό πλουραλισμό το ονομάζω και άλλοι σύστημα του ενάμισι κόμματος), χρειάζεται να δημιουργηθεί κάτι νέο. Οχι όμως από το μηδέν, αλλά από τον κοινωνικό χώρο που στη Μεταπολίτευση συσπειρώθηκε στο ΠαΣοΚ ως μια «ετερόκλητη συμμαχία» των «μη προνομιούχων», μια συμμαχία του «Κέντρου» με την Αριστερά.
Συμμαχία που λόγω των μνημονίων οι άνθρωποί της «μετακόμισαν» στον ΣΥΡΙΖΑ και στη ΝΔ. Δημοκρατική Συμπαράταξη αρχικά και Κίνημα Αλλαγής στη συνέχεια έπεσαν θύματα νοοτροπίας μικρού κόμματος. Η ΔΗΜΑΡ και κυρίως ορισμένα στελέχη της που παρέμειναν μετά την αποχώρηση Θεοχαρόπουλου «κόλλησαν» στο ΚΙΝΑΛ τη νοοτροπία του μικρού και όχι τον Πολιτικό Φιλελευθερισμό της Ανανεωτικής Αριστεράς. Το ούτε ΝΔ ούτε ΠαΣοΚ του Κωσταντόπουλου και του Αλαβάνου έγινε ούτε ΝΔ ούτε ΣΥΡΙΖΑ. Ετσι αντί το ΚΙΝΑΛ να συνεχίσει την «παράδοση» ΠαΣοΚ, που το ήθελε εναλλακτική πρόταση εξουσίας, εγκλωβίστηκε σε μια ξένη για τον χώρο στρατηγική. Αυτή η μη θέση και η επίκληση μιας κενού περιεχομένου «αυτονομίας» δεν μπόρεσαν να συγκινήσουν τα δυναμικά μεσαία στρώματα που στράφηκαν προς τη ΝΔ, αλλά και τα ασθενέστερα που αναζήτησαν προστασία στον κρατισμό του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι παλινωδίες ανάμεσα στην αντιδεξιά και στην αντι-ΣΥΡΙΖΑ γραμμή, οι αδιάφοροι για τις ιδέες μηχανισμοί και η επιστροφή στα περασμένα μεγαλεία του ονόματος και των συμβόλων του ΠαΣοΚ δεν αποτέλεσαν θελκτικά προϊόντα για όλους όσοι δηλώνουν κεντροαριστεροί, αλλά ψηφίζουν ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως κανέναν και οι οποίοι αναζητούν κάτι πέρα και από το ΚΙΝΑΛ.
Οσοι πάλι θέλουν να μετατρέψουν το κεντροαριστερό Κίνημα Αλλαγής σε Φιλελεύθερο Κέντρο, παρά την έντονα αντι-ΣΥΡΙΖΑ σκέψη τους εκχωρούν τη δεύτερη θέση στον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό συμβαίνει γιατί ενώ υπάρχουν πολλοί «κεντρώοι» πολίτες, Κέντρο ως εναλλακτικός πόλος εξουσίας δεν υπάρχει.
Το τι είναι Κέντρο εξαρτάται πάντοτε από την πολιτική συγκυρία. Αλλο ήταν αυτό στην περίοδο του Εμφυλίου, άλλο στο 1964, άλλο στη Μεταπολίτευση και άλλο σήμερα. Ο «καβγάς» στις δημοκρατίες αφορά το ποιος, από τα αριστερά ή από τα δεξιά, θα κερδίσει τους «κεντρώους» ως εκφραστές κυρίως των μεσοστρωμάτων και των αιτημάτων κοινωνικών μεταρρυθμίσεων με άξονα τις ιδέες του συμβιβασμού και της μετριοπάθειας. Οι «κεντρώοι» και όχι το Κέντρο είναι το μήλο για το οποίο ερίζουν Κεντροαριστερά και Κεντροδεξιά. Οποτε το πιάνουν στα χέρια τους, τους δωρίζεται η εξουσία. Αν η Κεντροαριστερά δεν προσελκύσει τους «κεντρώους» από τα αριστερά, με δεδομένο πως ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί, το μήλο της εξουσίας θα παραμένει για πολλά χρόνια στα χέρια της Κεντροδεξιάς. Για να τους κερδίσει όμως, χρειάζεται μια μεγάλη Ανατροπή – σαν τη μυθιστορηματική του λατρεμένου μου Νίκου Θέμελη – ένα σοσιαλδημοκρατικό big bang το οποίο θα φέρει ένα νέο «Δημοκρατικό Κόμμα». Ενα κόμμα όχι όμως του Φιλελεύθερου Κέντρου, το οποίο θα εδραίωνε τον ΣΥΡΙΖΑ ως δεύτερο «μισό» εναλλακτικό πόλο εξουσίας. Μόνο ως απάντηση στην προοπτική «κεντροποίησης» του χώρου θα νομιμοποιούνταν, ίσως, η επιστροφή στο ΠαΣοΚ ως ιδιότυπη έκφραση της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας. Αυτό όμως δεν θα ήταν Ανατροπή ή big bang. Περισσότερα γι’ αυτό στην 47η επέτειο της 3ης Σεπτέμβρη.
*Ο κ. Γιώργος Σιακαντάρης είναι κοινωνιολόγος, συγγραφέας.