«Ο Πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης, ο Βασιλέας του Χασεμιτικού Βασιλείου της Ιορδανίας, Αμπντάλα Β ιμπν Αλ Χουσεΐν και ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, συναντηθήκαμε στην Αθήνα, στις 28 Ιουλίου 2021, για να ενισχύσουμε την αποτελεσματική εταιρική σχέση στο πλαίσιο του τριμερούς συντονιστικού μηχανισμού ανάμεσα στις τρεις χώρες, να ενδυναμώσουμε τη συνεργασία και να προωθήσουμε τον συντονισμό στον πολιτικό, τον οικονομικό και τον τομέα ασφάλειας, καθώς και σε άλλα πεδία κοινού ενδιαφέροντος σε μία εύθραυστη, μετά-Covid εποχή».
Αυτό αναφέρεται στην Κοινή Δήλωση Ελλάδας – Ιορδανίας – Κύπρου, στο πλαίσιο της 3ης Τριμερούς Συνόδου Κορυφής.
Στη συνέχεια της Δήλωσης επισημαίνεται ότι «οι ηγέτες προέβησαν σε μια επισκόπηση της σημαντικής προόδου που έχει επιτευχθεί σε όλο το εύρος της εταιρικής σχέσης κατά τη διάρκεια των προηγούμενων Συνόδων Κορυφής και υπουργικών συναντήσεων και συμφώνησαν να διερευνήσουν περαιτέρω τρόπους για να αξιοποιήσουν και να υλοποιήσουν τα αποτελέσματά τους. Στο πλαίσιο αυτό, υπογράμμισαν τη σημασία της μόνιμης γραμματείας που συνεστήθη στη Λευκωσία και του κομβικού ρόλου της στη διευκόλυνση της συνεργασίας ανάμεσα στις τρεις χώρες».
Επίσης, «αναγνωρίζοντας τον αποδιοργανωτικό αντίκτυπο της πανδημίας Covid-19 στην παγκόσμια οικονομία και, κατ’ επέκταση, στην οικονομική συνεργασία ανάμεσα στις τρεις χώρες, και αναγνωρίζοντας τη σημασία της αυξημένης παγκόσμιας αλληλεγγύης ώστε να μετριασθούν οι ήδη επιβαρυντικές παράμετροι παγκόσμιας αβεβαιότητας, Ελλάδα και Κύπρος επανέλαβαν την έκκληση της Α.Μ. Βασιλιά Αμπντάλα Β ιμπν Αλ Χουσεΐν για «εκ νέου παγκοσμιοποίηση», για τη συγκέντρωση παγκόσμιων δεξιοτήτων, πόρων και πρωτοβουλιών σε μια αναθεωρημένη, συμπεριληπτική, προσανατολισμένη στην ανάπτυξη προοπτική, σφυρηλατώντας έτσι συνεκτικούς, βιώσιμους δεσμούς και ενισχύοντας τις θετικές διασυνδέσεις μεταξύ χωρών, προς ευημερία όλων.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ηγέτες εξέφρασαν την κοινή τους επιθυμία να προωθήσουν και να στηρίξουν υπάρχουσες συνέργειες σε όλους τους οικονομικούς τομείς και ενθαρρύνουν ενεργά νέες προσπάθειες, αξιοποιώντας τη δυναμική του ψηφιακού μετασχηματισμού των χωρών για να υπερκεράσουν τις προκλήσεις και τις δυσκολίες που προκάλεσαν οι περιορισμοί λόγω Covid».
Στην Κοινή Δήλωση αναφέρεται ακόμη ότι οι ηγέτες «υπογράμμισαν, επίσης, τη σημασία της γεωγραφικής εγγύτητας και της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς μας, οι οποίες προσφέρουν τεράστιο δυναμικό για τη βελτίωση της συνεργασίας σε καίριους τομείς προτεραιότητας, που περιλαμβάνουν τον πολιτισμό και την εκπαίδευση, το εμπόριο, την επισιτιστική ασφάλεια, τον τουρισμό, την ενέργεια, τη γεωργία, το νερό, το περιβάλλον, την υγειονομική περίθαλψη, τις επενδύσεις και την τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνιών. Συμφώνησαν να επανεκκινήσουν τομεακές συναντήσεις που διακόπηκαν λόγω της πανδημίας Covid-19, για τον εντοπισμό συγκεκριμένων σχεδίων, προσφέροντας στα έθνη τους άφθονες ευκαιρίες να επιτύχουν τριμερείς στόχους αξιοποιώντας τη στρατηγική εταιρική σχέση μας.
Επιπλέον, οι ηγέτες επανέλαβαν τη στήριξή τους για μια συνολική, δίκαιη και βιώσιμη επίλυση της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης βάσει της λύσης των δύο κρατών, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και τα σχετικά ψηφίσματα των ΗΕ, που διασφαλίζουν τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου και βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα της 4ης Ιουνίου 1967, με την Ανατολική Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσά του, ζώντας ειρηνικά δίπλα-δίπλα με το Ισραήλ, εντός ασφαλών και αναγνωρισμένων συνόρων.
Η Ελλάδα και η Κύπρος επαναβεβαίωσαν τη στήριξή τους στον σημαντικό ρόλο της Α.Μ. βασιλέως Αμπντάλα Β ιμπν Αλ Χουσεΐν, θεματοφύλακα των ισλαμικών και χριστιανικών ιερών τόπων στην Ιερουσαλήμ, στη διαφύλαξη των ιερών προσκυνημάτων και τη διατήρηση του νομικού και ιστορικού status-quo σε αυτά. Σε αυτό το πλαίσιο, υπογραμμίσθηκε ο σημαντικός ρόλος που διαδραμάτισε η Ιορδανία στην αποκατάσταση της ηρεμίας και στη διακοπή των παραβιάσεων στην Ιερουσαλήμ και στα υπόλοιπα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη».
Στήριξη σε μια δίκαιη, συνολική και βιώσιμη επίλυση του Κυπριακού, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και το διεθνές δίκαιο
«Οι ηγέτες συζήτησαν το Κυπριακό, συμπεριλαμβανομένων των τελευταίων εξελίξεων στα Βαρώσια, και την προεδρική δήλωση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Τόνισαν τη στήριξη σε μια δίκαιη, συνολική και βιώσιμη επίλυση του Κυπριακού, σύμφωνα με τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και το διεθνές δίκαιο», αναφέρεται επίσης στη Δήλωση. Και προστίθεται ότι: «Τόνισαν ότι όλα τα μονομερή μέτρα ή ενέργειες που δεν συνάδουν με σχετικά ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών και το διεθνές δίκαιο ή υπονομεύουν τις προσπάθειες για ειρηνική λύση μέσω διαπραγματεύσεων πρέπει να σταματήσουν. Οι ηγέτες υπογράμμισαν τη σημασία του ρόλου της Ειρηνευτικής Δύναμης των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο (UNFICYP) στη διαφύλαξη της ειρήνης και της σταθερότητας σύμφωνα με τους σκοπούς και τις αρχές των Ηνωμένων Εθνών. Τόνισαν, επίσης, ότι μια συνολική διευθέτηση του Κυπριακού δεν θα ωφελήσει μόνο τον λαό της Κύπρου, αλλά, επίσης, θα συμβάλει σημαντικά στην ειρήνη και τη σταθερότητα της περιοχής.
Οι ηγέτες τόνισαν ότι μια ειρηνική, σταθερή και ευημερούσα Μεσόγειος αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα της περιοχής. Κάλεσαν όλες τις χώρες της περιοχής να σεβασθούν την κυριαρχία, τα κυριαρχικά δικαιώματα και τη δικαιοδοσία που έχει κάθε κράτος επί των θαλάσσιων ζωνών του σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ιδίως το Δίκαιο της Θάλασσας. Για τον σκοπό αυτό, οι ηγέτες τόνισαν τη σημασία της δέσμευσης σε έναν εποικοδομητικό διάλογο και διαπραγματεύσεις, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο».
Κοινή προσέγγιση για σειρά θεμάτων
«Οι ηγέτες επανέλαβαν ισχυρή δέσμευση για την αντιμετώπιση της κοινής απειλής της τρομοκρατίας και του βίαιου εξτρεμισμού, και συμφώνησαν να ενισχύσουν τη συνεργασία με στόχο την παγίωση των παγκόσμιων προσπαθειών, συμπεριλαμβανομένης της βασικής πλατφόρμας, της πρωτοβουλίας της Διαδικασίας της ‘Ακαμπα, την οποία ίδρυσε η Α.Μ. βασιλιάς Αμπντάλα Β ιμπν Αλ Χουσεΐν, για περαιτέρω αντιμετώπιση διαφόρων πτυχών συναφώς, μέσω της εμβάθυνσης της κατανόησης των βασικών αιτίων του βίαιου εξτρεμισμού και των υποκείμενων παραγόντων του, και λαμβάνοντας υπόψη αυξανόμενες προκλήσεις, όπως η κατάχρηση του Διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για τρομοκρατικούς σκοπούς.
Επιπλέον, εξέφρασαν στήριξη στην κυβέρνηση του Ιράκ και τις προσπάθειές της να διαφυλάξει την εδαφική ακεραιότητα, ασφάλεια και σταθερότητα του Ιράκ και να εκπληρώσει τις προσδοκίες του ιρακινού λαού για περαιτέρω ευημερία και πρόοδο. Οι Ηγέτες στέκονται, επίσης, στο πλευρό του Ιράκ στη διαδικασία ανοικοδόμησης και σταθεροποίησης.
Όσον αφορά στη Λιβύη, οι ηγέτες εξέφρασαν δέσμευση σε μια πολιτική λύση που τερματίζει τη σύγκρουση στη Λιβύη επί τη βάσει των αποφάσεων 2570 και 2571 (2021) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και όλων των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ, καθώς και αποφασιστικότητα να βοηθήσουν στην αποκατάσταση σταθερότητας, ασφάλειας και ευημερίας στη Λιβύη. Καλωσορίζουν την πολιτική πρόοδο που επιτεύχθηκε μέσω των αποτελεσμάτων του Λιβυκού Φόρουμ Πολιτικού Διαλόγου (LPDF), που πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα των ΗΕ, και εξέφρασαν στήριξη στην μεταβατική Λιβυκή κυβέρνηση στις προσπάθειές της για διεξαγωγή των εκλογών στις 24 Δεκεμβρίου 2021. Οι ηγέτες τόνισαν τη σημασία της πλήρους αποχώρησης όλων των ξένων δυνάμεων, μαχητών και μισθοφόρων, όπως προβλέπεται στη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που ανακοίνωσε η Μικτή Στρατιωτική Επιτροπή 5+5 στη Γενεύη στις 23 Οκτωβρίου 2020.
Επιπλέον, εξέφρασαν τη δέσμευσή τους στην ενότητα, κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Συρίας. Τόνισαν την ανάγκη να σημειωθεί πρόοδος στην επίτευξη πολιτικής λύσης στη σύγκρουση σύμφωνα με την απόφαση 2254 (2015) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, μια πολιτική λύση που φέρνει ειρήνη, σταθερότητα και ασφάλεια στον συριακό λαό και διευκολύνει την ασφαλή, οικειοθελή και αξιοπρεπή επιστροφή των εσωτερικά εκτοπισμένων προσώπων και των προσφύγων. Τονίσαμε, επίσης, τη σημασία διατήρησης της διεθνούς στήριξης σε χώρες που φιλοξενούν Σύρους πρόσφυγες για να βοηθήσουμε τις προσπάθειές τους στην ικανοποίηση των αναγκών των προσφύγων και στη διατήρηση της ανθεκτικότητας των κοινοτήτων που τους φιλοξενούν.
Όσον αφορά στις σχέσεις ΕΕ-Ιορδανίας, οι ηγέτες υπογράμμισαν τη σημασία της Ευρωμεσογειακής συνεργασίας στο πλαίσιο της διαδικασίας της Βαρκελώνης, η οποία εόρτασε πρόσφατα την 25η επέτειό της, και εκτίμησαν ιδιαίτερα τον ρόλο της Ένωσης για τη Μεσόγειο (UfM) συναφώς. Η Ένωση για τη Μεσόγειο, υπό τη συμπροεδρία ΕΕ και Ιορδανίας, έχει αρχίσει να σημειώνει επιτυχία στην εδραίωση συντονισμού και στην προώθηση κοινών στόχων για την περιφερειακή ευημερία και ακεραιότητα. Προς την κατεύθυνση αυτή, εντός του πλαισίου των προτεραιοτήτων της εταιρικής σχέσης ΕΕ-Ιορδανίας και των κοινών προκλήσεων ασφάλειας στην περιοχή, επαναβεβαίωσαν το κοινό ενδιαφέρον για την προώθηση της ειρήνης και της σταθερότητας σε ολόκληρη την περιοχή, όχι μόνο μέσω στρατηγικής συνεργασίας στην εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας, αλλά και αντιμετωπίζοντας οριζόντια ζητήματα, από την εκπαίδευση έως τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την κλιματική αλλαγή, την κινητικότητα, τη βιώσιμη χρήση φυσικών πόρων και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας.
Οι ηγέτες υπογράμμισαν τις δεσμεύσεις για τη διαφύλαξη και την προώθηση της πλούσιας ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς της περιοχής και της κοινής κληρονομιάς της ανθρωπότητας. Αυτός ο κοινός στόχος υπογραμμίσθηκε στην πρώτη Τριμερή Σύνοδο Κορυφής, που πραγματοποιήθηκε στη Λευκωσία το 2018, με την υπογραφή της Συμφωνίας για την πρόληψη της κλοπής, παράνομης ανασκαφής, παράνομης εισαγωγής, εξαγωγής ή μεταβίβασης ιδιοκτησίας πολιτιστικών αγαθών και την προώθηση της ανάκτησής τους. Συμφώνησαν να συνεργασθούν για την ευαισθητοποίηση σχετικά με τη σημασία της διατήρησης της ακεραιότητας, της αυθεντικότητας και της εξαιρετικής παγκόσμιας αξίας των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς της περιοχής που είναι εγγεγραμμένα στον κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη όλα τα σχετικά ψηφίσματα και αποφάσεις της UNESCO».
Στην κατακλείδα της Δήλωσης επισημαίνεται ότι «οι συζητήσεις, που είχαν στον πυρήνα τους την ειρήνη και τη σταθερότητα και επεκτάθηκαν σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων αμοιβαίου ενδιαφέροντος και ανησυχίας, άνοιξαν το δρόμο για ενισχυμένη συνεργασία και επιτάχυνση συντονισμού πρωτοβουλιών, με στόχο την απτή πρόοδο σε όλους τους τομείς μέχρι την επόμενη Σύνοδο Κορυφής. Για τον σκοπό αυτό, εξέφρασαν τη δέσμευσή τους να επανενεργοποιήσουν συνεργασίες, να κινητοποιήσουν πόρους και να συγκεντρώσουν προσπάθειες για βιώσιμα, εξελισσόμενα κοινά οφέλη και προστιθέμενη αξία για τις τρεις χώρες που συμμετέχουν σε αυτό το σχήμα συνεργασίας».