Περισσότεροι από 5 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν πλέον παγκοσμίως εξαιτίας ακραίων θερμοκρασιών.
Είτε πολύ υψηλών, είτε πολύ χαμηλών, όπως κατέδειξε πρόσφατη και σε βάθος 20ετίας έρευνα που δημοσιεύτηκε στην ιατρική επιθεώρηση The Lancet, καταγράφοντας μια σταθερά αυξητική τάση στο πέρασμα των χρόνων.
Τουλάχιστον 37% εξ αυτών, σύμφωνα με έτερη μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Nature Climate Change, συνδέεται άμεσα, σε παγκόσμια κλίμακα, με τις υψηλές θερμοκρασίες και με την κλιματική αλλαγή.
Μοιραία, από τους πιο ευάλωτους και πιο εκτεθειμένους είναι οι -στην συντριπτική πλειονότητά τους χαμηλά αμειβόμενοι- εργαζόμενοι σε εξωτερικούς χώρους και σε χειρωνακτικά επαγγέλματα, όπως για παράδειγμα στη γεωργία και σε οικοδομές.
Στην πολλαπλώς «καυτή» Μέση Ανατολή, ντόπιοι και αλλοδαποί παίζουν τη ζωή τους καθημερινά «κορώνα-γράμματα», εργαζόμενοι υπό αντίξοες συνθήκες.
Ειδικά στο Κατάρ, σύμφωνα με πρόσφατες αποκαλύψεις της εφημερίδας Guardian, συνολικά 6.500 οικονομικοί μετανάστες από τη νότια Ασία έχουν «θυσιαστεί», σε βάθος δεκαετίας, στο «βωμό» των κατασκευαστικών έργων για το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου του 2022, που διοργανώσει η αραβική χώρα.
Μία από τις βασικές αιτίες, στις οποίες αποδίδονται οι περισσότεροι θάνατοι -αναφέρει η βρετανική εφημερίδα- ήταν ο εξαναγκασμός των θυμάτων να εργάζονται εντατικά, υπό εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες.
Στη νότια Ασία, εν τω μεταξύ, οι πιο έντονοι και πιο συχνοί καύσωνες έχουν αρχίσει να κάνουν ακόμη πιο αφόρητες τις ήδη σκληρές συνθήκες εργασίας και σε κλειστούς εργασιακούς χώρους, όπως σε μεταποιητικές μονάδες και σε αποθήκες. Νόμιμες και μη.
«Εργοστάσια, όπου οι άνθρωποι φορούν προστατευτικό εξοπλισμό και δεν υπάρχει πάντα κλιματισμός -είτε για οικονομικούς λόγους, είτε για λόγους που σχετίζονται με το παραγόμενο προϊόν- είναι χώροι όπου μπορεί κανείς να πάθει θερμοπληξία», επισημαίνει o Τζέισον Λι: καθηγητής στην Ιατρική Σχολή Γιονγκ Λου Λιν στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης και επικεφαλής εν εξελίξει έρευνας για την θερμική καταπόνηση του ανθρώπινου οργανισμού, σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους εργασίας στη Σιγκαπούρη, στο Βιετνάμ και στην Καμπότζη.
Το φαινόμενο, πάντως, είναι πλέον ευρύτερο και εκτείνεται πολύ πιο μακριά από τη γραμμή του Ισημερινού.
Καύσωνες vs παραγωγικότητας
«Οι ολοένα και πιο ζεστές ημέρες που βιώνουμε δεν συνεπάγονται μόνο περισσότερες περιπτώσεις θερμοπληξίας, αλλά και τραυματισμών ή ατυχημάτων, π.χ. από κακό χειρισμό μηχανημάτων» λόγω αδυναμίας συγκέντρωσης, γράφουν οι New York Times, καθώς τα κύματα καύσωνα διαδέχονται φέτος το ένα το άλλο στις ΗΠΑ.
Νέα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο Κογκρέσο, για παράδειγμα, αναφέρουν επιπλέον 20.000 εργατικά ατυχήματα μόνο στην πολιτεία της Καλιφόρνιας, σε ετήσια βάση και σε περιόδους υψηλών θερμοκρασιών.
«Αυτοί οι πρόσθετοι τραυματισμοί σημαίνουν χαμένους μισθούς και υψηλότερο κόστος υγειονομικής περίθαλψης για εργαζόμενους με χαμηλό εισόδημα, σε ένα τεράστιο φάσμα βιομηχανιών, με αποτέλεσμα να διευρύνεται το μισθολογικό χάσμα, καθώς αυξάνονται οι θερμοκρασίες», επισημαίνει η αμερικανική εφημερίδα.
Όχι τυχαία, το οικονομικό «αποτύπωμα» της κλιματικής αλλαγής και οι επιπτώσεις της στην παραγωγικότητα (η οποία ούτως η άλλως μειώνεται, μετά την υπέρβαση διαφορετικών ανά γεωγραφική περιοχή θερμοκρασιακών ορίων) απασχολεί πλέον όλο και πιο έντονα κυβερνήσεις, οργανισμούς και ερευνητές.
Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO) έχει χτυπήσει ήδη «καμπανάκι».
Μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας και εξαιτίας της υπερθέρμανσης του πλανήτη -προειδοποιεί με έκθεση που συνέταξε το 2019- είναι ορατός ο κίνδυνος μείωσης της παραγωγικότητας, ισοδύναμης με 80 εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Κι αυτό, επισημαίνει, υπό την προϋπόθεση ότι η μέση θερμοκρασία δεν θα υπερβεί τους 1,5 βαθμούς Κελσίου συγκριτικά με τα προβιομηχανικά επίπεδα, έως το τέλος του αιώνα.
Ο μεγαλύτερος αρνητικός αντίκτυπος -επισημαίνεται στην έκθεση- θα είναι στις φτωχότερες χώρες, διευρύνοντας έτσι κι άλλο το χάσμα μεταξύ ανεπτυγμένων και υπανάπτυκτων κρατών.
Το πλήγμα, ωστόσο, αναμένεται βαρύ και για τις ισχυρές οικονομίες.
«Καμπανάκι» για την ανεπτυγμένη Δύση
Με βάσει το -αισιόδοξο κατά πολλούς- σενάριο της υπερθέρμανσης κατά 1,5 βαθμούς Κελσίου, τελευταία επιστημονική μελέτη που δημοσιεύεται στο Lancet αναφέρει ότι, για την Ευρώπη, η μείωση του ενεργού εργατικού δυναμικού αναμένεται μεν να είναι κατά μέσο όρο περιορισμένη, μόλις κατά 0,1%.
Επισημαίνει, ωστόσο, ότι οι επιπτώσεις διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό μεταξύ Βορρά και Νότου, με τον δεύτερο να έχει τις πλέον αρνητικές προοπτικές (μείωση έως και 28,5% του ενεργού εργατικού δυναμικού, στο ακραίο σενάριο αύξησης της μέσης θερμοκρασίας της Γης κατά 3 βαθμούς Κελσίου).
Οι προοπτικές στις ΗΠΑ είναι ακόμη πιο ζοφερές.
Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην επιστημονική επιθεώρηση Climatic Change, η θερμική καταπόνηση των εργαζομένων εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής μπορεί να οδηγήσει, μέσα στην επόμενη 30ετία, σε απώλειες έως και 1,8 δισεκατομμυρίων εργατοωρών ετησίως ή περίπου 11 εργατοώρες ανά Αμερικανό εργαζόμενο.
Οι οικονομικές απώλειες θα μπορούσαν να τετραπλασιαστούν μέχρι το 2100, επισημαίνεται στην έκθεση.
Ακόμη και οι καλύτερες προσπάθειες προσαρμογής μπορεί να μην βοηθήσουν τις ΗΠΑ να αποφύγουν τις οικονομικές συνέπειες των ακραίων θερμοκρασιών, προειδοποιεί σε δική της μελέτη της η αμερικανική Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας (EPA), αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να «εξατμιστούν» 170 δισεκατομμύρια δολάρια, έως το 2100, από το ΑΕΠ.
«Για τους ιδιώτες, αυτό σημαίνει χαμηλότερους μισθούς», εξηγεί το περιοδικό Time, «αυξημένα ιατρικά έξοδα και απώλεια εσόδων για πολλές επιχειρήσεις, που ήδη λειτουργούν στο όριο».
Αλλαγή δεδομένων
Η μία μετά την άλλη, ανεπτυγμένες οικονομίες προχωρούν στη λήψη μέτρων για την καλύτερη προστασία και ασφάλεια των εργαζομένων σε περιόδους ακραίων θερμοκρασιών, ενόσω καταστρώνουν στρατηγικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Απουσία ενιαίου ομοσπονδιακού πλαισίου, στις ΗΠΑ τα αντίστοιχα μέτρα αποφασίζονται και εφαρμόζονται ανά πολιτεία. Ήδη, όσες βίωσαν τον πρόσφατο ιστορικό καύσωνα, όπως το Όρεγκον και η Ουάσιγκτον, αναπροσαρμόζουν τους κανονισμούς.
Οι εργοδότες, για παράδειγμα, απαιτείται να παρέχουν χώρους με σκιά στο προσωπικό τους και να φροντίζουν για τακτικά διαλείμματα, με κατανάλωση δροσερού πόσιμου νερού.
Οργανώνονται επίσης ενημερωτικά προγράμματα για τους εργαζομένους, ώστε να είναι προετοιμασμένοι π.χ. να αντιδράσουν σε συμπτώματα θερμικής καταπόνησης του οργανισμού.
Θα χρειαστούν ωστόσο νέες αναπροσαρμογές, τονίζουν ειδικοί, καθώς συν τω χρόνω θα αυξηθούν οι ώρες της ημέρας που θα είναι πιο ζεστές, καθώς και οι καυτοί μήνες στη διάρκεια του χρόνου.
«Μακροπρόθεσμα, οι πλούσιες περιοχές θα δαπανήσουν περισσότερα χρήματα για να προσαρμοστούν στην άνοδο της θερμοκρασίας», παρατηρεί ο Μπομπ Κοπ, διευθυντής του Ινστιτούτου Επιστημών Γης, Ωκεανών και Ατμόσφαιρας του Πανεπιστημίου Ρούτγκερς.
«Όμως, αυτήν την επιλογή δεν θα την έχουν πολλοί, σε άλλα μέρη του πλανήτη».
Προοπτική, που αναμένεται μοιραία να εντείνει τις νέες προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές, λόγω κλιματικής αλλαγής.