Το φιλόδοξο πλάνο της Επιτροπής Φον Ντερ Λάγιεν για μια πολυεπίπεδη δημοκρατική διαβούλευση ανά την Ευρώπη βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη από το Μάιο και η Ελλάδα καλείται να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο σε ένα σύνθετο εγχείρημα που διακρίνεται για τη ιδιαίτερη οργανωσιακή και τεχνολογική υφή του. Ήδη, η εθνική καμπάνια ευαισθητοποίησης υπό τον Αναπληρωτή Υπουργό Εξωτερικών, αρμόδιο για τα Ευρωπαϊκά Θέματα, Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη έχει πρωτοτυπήσει με τη δημιουργία μιας εθνικής ψηφιακής πλατφόρμας συμπληρωματικά προς την αντίστοιχη ευρωπαϊκή, κάτι το οποίο αποτέλεσε παράδειγμα «καλής πρακτικής» που ακολούθησε στη συνέχεια και η Αυστριακή κυβέρνηση. Να σημειωθεί ότι η εμπειρία της διαδικτυακής (ελέω πανδημίας) ελληνικής Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρώπης υπό τον κ. Βαρβιτσιώτη και η «ψηφιακή κουλτούρα» που έχει εμπεδωθεί στο στελεχιακό δυναμικό του Υπουργείου τα τελευταία δύο χρόνια κάθε άλλο παρά τυχαία είναι, όπως μαρτυράει και το σχετικό νομοθετικό έργο του εν λόγω χαρτοφυλακίου.
Ωστόσο, στο επιτελείο του Αναπληρωτή Υπουργού γνωρίζουν καλά ότι το εγχείρημα της Διάσκεψης είναι πρωτίστως πολιτικό και αφορά τη θέση και τους όρους συμμετοχής της Ελλάδας στην Ευρώπη του αύριο: ο κ. Βαρβιτσιώτης ήδη έχει καταθέσει και έχει πάρει το πράσινο φως για μια πανελλαδική εκστρατεία διαβούλευσης της πολιτειακής και περιφερειακής ηγεσίας με τις τοπικές κοινωνίες σε επιλεγμένες ευρωπαϊκές θεματικές που «καίνε». Η πρώτη εκδήλωση στη Λαμία σε συνεργασία με την Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας ήταν από τις πρώτες μεγάλες πολιτικές εκδηλώσεις υβριδικού χαρακτήρα μετά τη σταδιακή άρση του lockdown, με θέμα το φλέγον ζήτημα των ημερών για την ελληνική περιφέρεια, δηλαδή τις πολιτικές και τους πόρους συνοχής ή πιο απλά «Ταμείο Ανάκαμψης» και «ΕΣΠΑ». Έπονται αντίστοιχες εκδηλώσεις σε επιλεγμένες περιφέρειες της Ελλάδας, με το ενδιαφέρον να επικεντρώνεται μάλιστα στις βόρειες και ακριτικές περιοχές της χώρας
Η γεωπολιτική διάσταση της Διάσκεψης και οι ευκαιρίες για ήπια διπλωματία
Όπως μεταφέρεται από πηγές του Υπουργείου Εξωτερικών, η παραδοσιακά εξωστρεφής ελληνική προσέγγιση υπέρ της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, η οποία δικαίως αναγνωρίζεται από όλους τους συνομιλητές της Ελλάδας, είτε πρόκειται για παλιά κράτη μέλη, είτε για πιο καινούργια, όπως τα κράτη-μέλη της Βαλτικής, προσδίδει στη χώρα μας ένα συγκριτικό πλεονέκτημα στη Διάσκεψη. Κρίνεται μάλιστα ότι η συγκυρία είναι ιδιαίτερα κατάλληλη ώστε η ελληνική πλευρά να προσδώσει στις δράσεις της στοιχεία εξωστρέφειας που να αναδείξουν την ανάγκη ομαλοποίησης και επιτάχυνσης της ενταξιακής πορείας του συνόλου των υποψήφιων χωρών των Δυτικών Βαλκανίων αλλά και κατά το δυνατόν συμπερίληψης των χωρών αυτών στις διαδικασίες διαβούλευσης της ΕΕ, εφόσον πάντα πληρούνται οι κατάλληλες προϋποθέσεις. Σε αυτήν τη στάση συντείνουν κάποιοι πολύ συγκεκριμένοι παράγοντες, όπως η γενικευμένη κριτική προς την Επιτροπή για τον αποκλεισμό των Δυτικών Βαλκανίων από τη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης (η οποία δημιουργεί περιθώριο για συνέργειες και επένδυση διπλωματικού κεφαλαίου από την Ελληνική πλευρά), η αστάθμητη και απρόβλεπτη Σλοβενική Προεδρία (την οποία μπορεί να αντισταθμίσει μια εποικοδομητική ελληνική στάση), και η πρόσφατη αναδίπλωση του Ζάεφ μετά τα πολλαπλά… «πολιτικά» αυτογκόλ της Βόρειας Μακεδονίας πάνω στη ζέση του Euro.
Κομβική αναμένεται να είναι σε αυτήν την κατεύθυνση η εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη το φθινόπωρο σε συνεργασία με την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Το περιεχόμενό της, το οποίο θα αφορά τη Διεύρυνση της ΕΕ και εκ των πραγμάτων ξεφεύγει από τα στενά όρια του εθνικού κοινού, αναμένεται να της προσδώσει χαρακτηριστικά διεθνούς γεγονότος αυξημένης εμβέλειας. Σημειώνεται μάλιστα ότι η πόλη και η Σύνοδος της Θεσσαλονίκης του 2003 είναι άρρηκτα συνδεδεμένες στη μνήμη όλων των Ευρωπαίων με το μεγαλύτερο κύμα διεύρυνσης της ΕΕ, όπως είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στις Βαλτικές χώρες ο Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών, συνομιλώντας με τους ομολόγους του αρμόδιους Υπουργούς Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. Όπως επισημαίνεται ωστόσο από διπλωματικές πηγές, η οριστικοποίηση της δομής και του περιεχομένου της εκδήλωσης θα λάβει χώρα μετά το καλοκαίρι έπειτα από αξιολόγηση των όποιων περιφερειακών εξελίξεων.