Πολύ κακό για το τίποτα – ή, έστω, για πολύ λίγα. Κάπως έτσι θα μπορούσε να περιγράψει κανείς την πολυετή αντιπαράθεση ανάμεσα σε Ηνωμένες Πολιτείες και Γερμανία για τον αγωγό Nord Stream 2, που σχεδιάστηκε για να μεταφέρει ρωσικό αέριο απευθείας στην Ευρώπη, μέσω Βαλτικής, όπως κάνει ήδη ο υπάρχον Nord Stream.
Πρόκειται για μια αντιπαράθεση η οποία συνοδεύτηκε από απειλές, κυρώσεις και έντονο διπλωματικό παρασκήνιο, φαίνεται όμως πως φτάνει στο τέλος της. Σύμφωνα, ωστόσο, με πληροφορίες διεθνών Μέσων (Reuters, Wall Street Journal, Handelsblatt κλπ.), Ουάσιγκτον και Βερολίνο έχουν φτάσει πλέον σε συμφωνία, η οποία μάλιστα δεν αποκλείεται να δημοσιοποιηθεί σήμερα.
Μέρκελ-Μπάιντεν έδωσαν τα χέρια
Οι τελευταίες πολιτικές εκκρεμότητες διευθετήθηκαν κατά την πρόσφατη επίσκεψη της Ανγκελα Μέρκελ στον Λευκό Οίκο, η συμφωνία όμως δεν ανακοινώθηκε κατά τη διάρκειά της, ώστε να μην σκιάσει όλες τις άλλες πλευρές των συνομιλιών με τον Τζο Μπάιντεν. Έτσι, η καγκελάριος της Γερμανίας εγγράφει στο ενεργητικό της μια σημαντική επιτυχία για τη χώρα της – που είναι γνωστό ότι αντιμετωπίζει τον Nord Stream 2 ως έργο στρατηγικής σημασίας – λίγο πριν αποχωρήσει από την πολιτική σκηνή, μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Από την πλευρά του, ο Αμερικανός πρόεδρος εγκαταλείπει άλλο ένα «δόγμα» του προκατόχου του, Ντόναλντ Τραμπ. Όπως ο ίδιος είχε παραδεχθεί, άλλωστε, αν και εξακολουθεί να είναι αντίθετος με τον Nord Stream 2, ανέλαβε την εξουσία σε μια στιγμή που τα έργα είχαν προχωρήσει κατά 90% και κατάλαβε γρήγορα πως δεν θα μπορούσε να τον σταματήσει, ενώ οι κυρώσεις θα έφεραν ανεπιθύμητα αποτελέσματα στις σχέσεις της χώρας του με τη Γερμανία.
«Κλειδί» της συμφωνίας είναι, όπως όλα δείχνουν, τα ανταλλάγματα που θα λάβουν οι ΗΠΑ από τους Γερμανούς για να δώσουν το πράσινο φως προκειμένου να ολοκληρωθεί και να τεθεί σε λειτουργία ο αγωγός. Τόσο σε διμερές πολιτικό επίπεδο όσο και σε σχέση με την Ουκρανία, η οποία κινδυνεύει κυριολεκτικά να… μείνει στον άσο.
Η αγωνία του Κιέβου
Υπενθυμίζεται ότι η χώρα αποτέλεσε επί δεκαετίες τη βασική οδό μεταφοράς ρωσικού αερίου και πετρελαίου προς την Ευρώπη, αποκομίζοντας δισεκατομμύρια δολάρια με τη μορφή τελών διέλευσης. Με τον τρόπο αυτό, το Κίεβο είχε τη δυνατότητα να ασκεί πιέσεις στη Μόσχα και να εξασφαλίζει την ευρωπαϊκή διαμεσολάβηση, αφήνοντας να εννοηθεί ότι σε διαφορετική περίπτωση θα μπορούσε να προκαλέσει ενεργειακό μπλακ-άουτ.
Η αλήθεια είναι πως τα παραπάνω δεδομένα δεν απέτρεψαν τον Βλαντιμίρ Πούτιν από το να προσαρτήσει την Κριμαία στη Ρωσική Ομοσπονδία και να βοηθήσει τους αυτονομιστές της ανατολικής Ουκρανίας να στήσουν τις δικές τους ανεξάρτητες δομές στην περιοχή του Ντονμπάς. Παρ’ όλα αυτά, το Κίεβο φοβάται πως εάν χάσει και το «όπλο» της ενέργειας (με τον Nord Stream, οι υπάρχοντες αγωγοί αντικειμενικά υποβαθμίζονται), τότε θα καταστεί έρμαιο στις διαθέσεις της Μόσχας.
Μπροστά σε αυτό το ενδεχόμενο και επιχειρώντας να κατευνάσει τους φόβους και τις αντιδράσεις των Ουκρανών, Γερμανία και Μέρκελ συμφώνησαν πρακτικά να τους… υιοθετήσουν! Και πολιτικά και οικονομικά, έτσι ώστε να αποφύγουν την πλήρη κατάρρευση, καθώς η χώρα βρίσκεται εδώ και καιρό στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, ενώ η πολιτική κρίση είναι διαρκής.
Αυτός είναι και ο λόγος που χθες μετέβησαν εσπευσμένα στο Κίεβο δύο κορυφαία στελέχη του αμερικανικού και του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών – για να παρουσιάσουν τις λεπτομέρειες της συμφωνίας στους Ουκρανούς και να τους διαβεβαιώσουν πως δεν θα τους αφήσουν στη μοίρα τους.
Οι «εγγυήσεις»
Ανάμεσα στα άλλα, σύμφωνα πάντα με τις πληροφορίες και τις διαρροές, οι δύο «προστάτιδες δυνάμεις» αναλαμβάνουν να εγγυηθούν ότι η Ουκρανία θα συνεχίσει να λαμβάνει από τη Ρωσία και την Gazprom τα 3 δισ. δολάρια ετησίως που προβλέπει η υπάρχουσα συμφωνία (έστω και αν δεν διευκρινίζουν με ποιο τρόπο θα γίνει αυτό). Παράλληλα, ΗΠΑ και Γερμανία θα επωμιστούν πρακτικά μεγάλο μέρος του κόστους της μετάβασης της Ουκρανίας στην εποχή της «πράσινης οικονομίας» και της εκμετάλλευσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Το Βερολίνο θα αναλάβει, επίσης, να διασφαλίσει σημαντικές ευρωπαϊκές επενδύσεις στην Ουκρανία η οποία, σύμφωνα με τον Επίτροπο Μάρος Σέφκοβιτς, «έχει στρατηγική σημασία για την ΕΕ». Εκτός των άλλων, επειδή από τις 30 πρώτες ύλες που έχουν χαρακτηριστεί ως «κρίσιμες», στο ουκρανικό έδαφος υπάρχουν αποθέματα 21 εξ’ αυτών – ανάμεσά τους, λιθίου, κοβαλτίου, τιτανίου και σπάνιων γαιών.
Πρέπει να σημειωθεί, ακόμη, ότι η Ουάσιγκτον διατήρησε το δικαίωμα μελλοντικής επιβολής κυρώσεων στον ενεργειακό κλάδο της Ρωσίας, χωρίς να θίγονται οι Γερμανοί – και αυτοί, από την πλευρά τους, δεσμεύτηκαν να τις στηρίξουν.
Τέλος, αλλά όχι τελευταίο σε σημασία, όλα δείχνουν ότι η Ουκρανία θα βρεθεί πλέον πιο κοντά στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ – μια προοπτική η οποία προκαλεί εκνευρισμό στο Κρεμλίνο.
Πηγή ot.gr