Η πρώτη ύλη της βιομηχανίας του τουρισμού δεν είναι τα παρθένα τοπία ή ο χώρος που συρρικνώνεται με τα σύγχρονα μέσα μεταφοράς. Είναι ο χρόνος. Οι διακοπές υπόσχονται το ταξίδι σε ένα παρελθόν που έχει συντηρηθεί με έναν μαγικό τρόπο και είναι ξανά προσβάσιμο». Ο αυστριακός ιστορικός Βάλεντιν Γκρέμπνερ είναι σαφής. Στο βιβλίο του RETROLAND: Ιστορικός τουρισμός και η αναζήτηση για το αυθεντικό (Λέμβος, 2021), που κυκλοφορεί τώρα και στα ελληνικά, σκοπός του είναι να διερευνήσει το ταξίδι στη «μοναδικά αληθινή ξένη χώρα, το παρελθόν», όπως καίρια το διατύπωσε ο Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ.
Βάλεντιν Γκρέµπνερ
RETROLAND. Ιστορικός τουρισμός και η αναζήτηση για το αυθεντικό
Μετάφραση Αρετή Βάνα
Επιμέλεια Ηλίας Τριανταφύλλου
Εκδόσεις Λέμβος, 2021
σελ. 236, τιμή 14,84 ευρώ
Από την ειδυλλιακή Λουκέρνη της Ελβετίας, όπου ζει και διδάσκει Ιστορία του Μεσαίωνα στο εκεί πανεπιστήμιο, ο Γκρέμπνερ θα ταξιδέψει στην Ιταλία των Σάκρι Μόντι, στις μεσαιωνικές πόλεις της Ευρώπης, στην εξωτική Σρι Λάνκα, στην Αθήνα του νεοκλασικού μεγαλείου και στη σύγχρονη Μάνη, εντοπίζοντας και παρατηρώντας με οξυδέρκεια την εμπορευματοποίηση μνημείων και εκδηλώσεων του παρελθόντος στην οικοδόμηση μιας τοπικής ταυτότητας και αυθεντικότητας που υπόσχεται στον επισκέπτη ένα ταξίδι στο μακρινό παρελθόν, το οποίο θα παγώσει μυστηριωδώς τον χρόνο όσο εκείνος επιχειρεί την ανάκτηση του χαμένου προσωπικού του χρόνου.
Η ενεργοποίηση του ρετρό
Η αρχή των ταξιδιών στο παρελθόν εντοπίζεται ήδη στον ύστερο Μεσαίωνα, στον προσκυνηματικό τουρισμό στους Αγίους Τόπους. Οταν τα ταξίδια εκεί γίνονται πλέον επικίνδυνα για τους ευρωπαίους πιστούς, ο φραγκισκανός μοναχός Μπερναντίνο Κιάμι θα πάρει την άδεια από τον Πάπα το 1486 να χτίσει ακριβή αντίγραφα των σπηλαίων της Ναζαρέτ, της Βηθλεέμ και όλων των ιερών αξιοθέατων – που είχαν λεπτομερώς απεικονιστεί σε μεσαιωνικούς ταξιδιωτικούς οδηγούς – στην ασφαλή και εύκολα προσιτή Ιταλία. Σε ένα βουνό πάνω από την πόλη Βάραλο δημιουργείται το πρώτο Σάκρο Μόντε, ένα θρησκευτικό θεματικό πάρκο θα λέγαμε σήμερα, και σταδιακά, από τον 16ο ως τον 19ο αιώνα, μια σειρά από Σάκρι Μόντι θα εμφανιστούν στο Πιεμόντε και στη γειτονική Λομβαρδία προσελκύοντας πλήθη επισκεπτών. Είναι η αρχή της «ενεργοποίησης του ρετρό».
Εκτοτε, τα ταξίδια αναψυχής αναπτύσσονται διαρκώς. Αλλοτε γίνονται με αφορμή την επίσκεψη ιστορικών μνημείων ενός μεγάλου παρελθόντος, στο πρότυπο του «Grand Tour» προς την Ανατολή των ευρωπαίων ευγενών του 17ου και του 18ου αιώνα. Αλλοτε ως αναζήτηση εντυπωσιακών τοπίων και του αρχέγονου φυσικού κάλλους. Αλλοτε σε αναζήτηση ευεργετικών αποτελεσμάτων για το σώμα, σε παραθαλάσσια θέρετρα και ιαματικές πηγές και στα Grand Hotels του θεραπευτικού καθαρού αέρα των Αλπεων.
Σε αναζήτηση του αυθεντικού
Στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, η Παναγία των Παρισίων (1831) του Βίκτορ Ουγκό θα πυροδοτήσει στο καλλιεργημένο κοινό έναν ενθουσιασμό για τον απαξιωμένο Μεσαίωνα και τα μνημεία του που είχαν καταστραφεί στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης. Η ιστορία είναι η επιστήμη-πιλότος του αιώνα του Ρομαντισμού. Τα εθνικά κράτη που δημιουργούνται στην Ευρώπη αναζητούν στον Μεσαίωνα μια ταυτότητα, μια αυθεντική ρίζα, ένα ένδοξο παρελθόν αλλά και μια συναισθηματική ένταση. Το ταξίδι στις μεσαιωνικές πόλεις γίνεται ταξίδι στην Ιστορία, σε ένα παρελθόν που έχει περάσει αμετάκλητα – και γι’ αυτό χρειάζεται να επιστρατευθούν διάφορα μέσα και αφηγήσεις για την αναπαράσταση αυτής της απουσίας. Μεσαιωνικά τείχη που χρησίμευαν για να κάνουν τις πόλεις απρόσιτες από εχθρικές επιθέσεις, τα οποία είχαν γκρεμιστεί για να τις καταστήσουν ανοιχτές και προσβάσιμες στα χρόνια της ανάπτυξης του εμπορίου, ξαναχτίζονται τώρα από την αρχή ως γραφικό σκηνικό μέσα στο οποίο διοχετεύεται η κίνηση των ανθρώπων. «Οι περισσότερες από τις μεσαιωνικές πύλες της πόλης που είναι ορατές σήμερα στη Βασιλεία είναι φανταστικές ανακατασκευές ενός αστικού ενθουσιασμού για τον Μεσαίωνα» σχολιάζει ο Γκρέµπνερ και με ειρωνεία επισημαίνει την ένταξη νέων στοιχείων στην υποτιθέμενη εικόνα «αυθεντικότητας» του παρελθόντος, όπως τα πολύχρωμα γεράνια που διακοσμούν σήμερα τα μπαλκόνια όλων των μεσαιωνικών πόλεων του γερμανόφωνου κόσμου – λουλούδια που έφτασαν για πρώτη φορά στην Ευρώπη τον 17ο αιώνα.
Η ανακάλυψη της φωτογραφίας έκανε ορατά τα ειδυλλιακά τοπία και τους ιστορικούς τόπους και ο σιδηρόδρομος τα έκανε προσβάσιμα. Ο Παρθενώνας της Αθήνας δεν εξαιρείται από αυτή την τάση ανακατασκευής ενός ωραιοποιημένου παρελθόντος για τουριστική κατανάλωση – αποκαθαρμένος από τα υπολείμματα του τζαμιού στο οποίο είχε μεταβληθεί στη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας -, ούτε η Μάνη με τα νέα της διαμερίσματα χτισμένα σαν τους παλιούς πύργους, που την κάνουν «όλο και πιο μανιάτικη».
Από τη Δύση στην Ανατολή και αντίστροφα
Παράλληλα με το ταξίδι στην Ιστορία, εκτυλίσσεται το ταξίδι στους παραδείσους της Ανατολής, εκεί όπου σήμερα οι εκλεπτυσμένοι εναλλακτικοί τουρίστες του 21ου αιώνα πηγαίνουν για θεραπείες Αγιουρβέδα σε εξωτικά μέρη με πολύχρωμα πουλιά, γαλαζοπράσινες θάλασσες, λευκές παραλίες χιλιομέτρων, φοίνικες και μικρές καλύβες ψαράδων.
Το 2016 το 12% των κατοίκων του πλανήτη ταξίδευαν ως τουρίστες, σημειώνει ο Γκρέμπνερ, διευκρινίζοντας ότι πλέον η κίνηση γίνεται αντίστροφα: το 40% των τουριστών προέρχεται από την Κίνα, την Ινδία και τη Μέση Ανατολή: «Η Ανατολή έρχεται να επισκεφθεί τα ευρωπαϊκά όνειρα του παρελθόντος και να τα συλλάβει σε εικόνες».
Τι αναζητούμε ταξιδεύοντας; Τον δικό μας προσωπικό χαμένο χρόνο, απαντά. Οι οικογενειακές διακοπές είναι επιστροφή στη χώρα της παιδικότητάς μας, με την ψυχαναγκαστική επανάληψη της επιστροφής σε μέρη που έχουμε ξαναπάει και που θυμόμαστε ότι ήταν τόσο όμορφα. Τα ταξίδια των ζευγαριών είναι υπόσχεση οικοδόμησης μιας κοινής ιστορίας, μελλοντικών αναμνήσεων.
Το παλιό και το καινούργιο
Αυτό το ταξίδι στο παρελθόν γίνεται βέβαια με την υπόσχεση ότι, αν καταφέρεις να το επισκεφθείς και να το κατοικήσεις, θα μεταμορφωθείς σε αυτό που πάντα ήθελες να είσαι. Υπόσχεση απατηλή. Αλλωστε, παρατηρεί με κάποιον κυνισμό, «οι διακοπές, αρχικά μια προσωρινή απελευθέρωση από την παραγωγή, έχουν γίνει τόσο μεγάλο μέρος της παραγωγής, που σήμερα η πιο ριζοσπαστική πιθανή πολιτική θέση είναι να είσαι ενάντια στις διακοπές». Οχι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτα λόγια σε μια χώρα που βασίζεται στον τουρισμό και επενδύει στην ιστορία της και στην εικόνα της αυθεντικότητας, αλλά ο αυστριακός ιστορικός, γράφοντας από ένα ελληνικό νησί, δεν έχει στόχο να αποδομήσει την ιδέα των διακοπών. Αντιθέτως, προτείνει μια στάση ευεργετικά απελευθερωτική ιδίως στο εφετινό καλοκαίρι των μετα-COVID μεγάλων προσδοκιών: να παραδεχθούμε ότι το παρελθόν θα είναι για πάντα απρόσιτη γη, να αποδεχθούμε το πεπερασμένο του, συμπεριλαμβανομένων των απωλειών, και «να γυρεύουμε τις ελευθερίες που προκύπτουν από αυτό – μια θέση για το καινούργιο», που μπορεί να είναι περισσότερο ευχάριστο από τα μπανάλ ιστορικά αξιοθέατα.