Αρχικά σε εντυπωσιάζει το παράστημά της. Εχει ύψος 1,84. Υστερα, αυτή η φυσική χάρη στις κινήσεις της, αλλά και η έμφυτη ευγένειά της. Η Δώρα Γκουντούρα θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο στο άθλημα της ξιφασκίας (σπάθη), το άθλημα που η ίδια πολύ εύστοχα χαρακτηρίζει «σκάκι με πόδια». «Πρόκειται για ένα πνευματικό άθλημα» μας λέει όταν τη συναντάμε σε ένα διάλειμμα από την προπόνησή της στο ΟΑΚΑ: «Πέρα από την τεχνική, την εκγύμναση, την καλή φυσική κατάσταση που απαιτεί, η ξιφασκία επιζητεί και την τακτική. Το μυαλό σου πρέπει να βρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση. Να προβλέψεις την επόμενη κίνηση του αντιπάλου. Είναι ένα παιχνίδι μυαλού και αυτό το γεγονός με εξιτάρει. Ουσιαστικά είσαι εσύ και ο αντίπαλός σου. Δεν κυνηγάς χρόνο ή αποστάσεις. Είναι ένα άθλημα που έχει να κάνει με την αυτοπεποίθησή σου, με την ψυχολογία τού απέναντι, γενικότερα με τον ανθρώπινο παράγοντα».
Οπως εξομολογείται, με τον προπονητή της Θανάση Δελενίκα, τον άνθρωπο που την προπονεί από μικρό κοριτσάκι και με την καθοδήγηση του οποίου σήμερα αποτελεί μία από τις κορυφαίες αθλήτριες στον κόσμο, έχουν περάσει ώρες μελετώντας βίντεο αντιπάλων. «Το scouting είναι κυρίως δουλειά του προπονητή. Από εκεί και πέρα, ο Θανάσης θα μου αναλύσει βίντεο, θα μου εξηγήσει και θα καταστρώσουμε τη στρατηγική μας ανάλογα με τον αντίπαλο» αναφέρει.
Γνωρίζοντας την ξιφασκία
Η πρώτη επαφή της με το άθλημα έγινε στο Αλσος Φιλαδέλφειας, όταν πήγαινε Δημοτικό. «Ο δήμος είχε διοργανώσει μια ημερίδα ώστε να γνωρίσουμε διάφορα αθλήματα. Πέρασα από το περίπτερο της ξιφασκίας. Είδαμε τα σπαθάκια, μας έδειξαν κάποιες βασικές κινήσεις. Δεν μπορώ να πω ότι ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Είπα όμως να δοκιμάσω. Ξέρετε, χρειάζεται ένα εύλογο χρονικό διάστημα για να καταλάβει ένα παιδί το νόημα της ξιφασκίας, να μάθει τον βασικό βηματισμό κ.λπ. Νομίζω, αυτό που με κράτησε ήταν το ευχάριστο κλίμα που δημιουργούσε ο προπονητής μας, ο Θανάσης Δελενίκας. Περνούσαμε καλά στην προπόνηση και αυτό για ένα παιδί έφτανε».
Η Δώρα όμως διακρινόταν. Με την αμέριστη στήριξη των γονιών της άνοιγε δρόμους με το σπαθί της. «Πόσα βράδια τους θυμάμαι να με περιμένουν μέσα στο αυτοκίνητο να τελειώσω την προπόνηση» λέει συγκινημένη. Και η πρώτη μεγάλη διάκριση δεν άργησε να έρθει. Σε ηλικία 15 ετών, το 2013, κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Νεανίδων στην Κροατία. «Αυτή η τρίτη θέση ήταν καθοριστική για την αθλητική πορεία μου» επισημαίνει. «Πρώτον, γιατί μου εξασφάλισε μια θέση στο πανεπιστήμιο και την εισαγωγή μου στο Τμήμα Κοινωνιολογίας στο Πάντειο. Δεν χρειάστηκε λοιπόν στα 17 μου να σταματήσω την ξιφομαχία για να επικεντρωθώ στις Πανελλαδικές. Την ίδια στιγμή, έφερε και μεγαλύτερη οικονομική στήριξη, γιατί μέχρι τότε τα έξοδά μου για την παρουσία μου στους αγώνες καλύπτονταν από τους γονείς μου».
Και η μια διάκριση διαδέχθηκε την άλλη, με αποκορύφωμα, το 2019, το χάλκινο μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Βουδαπέστης, στην κατηγορία των γυναικών πλέον. «Θυμάμαι, εκείνη την ημέρα δεν είχα στο μυαλό μου το μετάλλιο, αλλά να παίξω όσο καλύτερα μπορούσα. Και η νίκη ήρθε τόσο φυσικά. Την αναπολώ εκείνη την ημέρα. Οι γονείς μου, ο προπονητής μου, οι φίλοι ήταν τόσο συγκινημένοι. Και είδα και πολλή αγάπη από τον κόσμο. Η ξιφασκία δεν είναι ένα ευρέως γνωστό άθλημα. Ηταν συγκινητικό να δέχομαι μηνύματα από διακεκριμένα άτομα σε άλλα αθλήματα τα οποία εξέφραζαν την αγάπη τους».
Πράγματι, τα τελευταία χρόνια, με την είσοδό της στην κατηγορία των γυναικών, είχε μια εκρηκτική πορεία και σήμερα βρίσκεται στο Νo 13 της παγκόσμιας κατάταξης. «Σκεφτείτε, όταν μπήκα στην κατηγορία γυναικών, ξεκίνησα από το Νo 180» λέει και συμπληρώνει: «Για να καταλάβετε, η ξιφασκία προσομοιάζει λίγο στο τένις. Τι εννοώ; Κατεβαίνεις σε τουρνουά, παίρνεις βαθμούς και έτσι διαμορφώνεται η παγκόσμια κατάταξη των αθλητών. Πολύ σημαντική για να βρίσκομαι σήμερα εδώ ήταν η βοήθεια της οικογένειάς μου, του προπονητή μου και των χορηγών μου».
Στόχος της για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο; «Το βάθρο» απαντά. «Δεν υπάρχει αθλητής που να κατεβαίνει σε Ολυμπιακούς Αγώνες και το βράδυ στο σπίτι του να μην ονειρεύεται το μετάλλιο. Αλλά θέλω να είμαι προσγειωμένη και να κρατάω την ουσία των πραγμάτων. Το σημαντικό για όσους έλληνες αθλητές θα βρεθούμε στο Τόκιο είναι ότι θα είμαστε μέρος της μεγαλύτερης αθλητικής γιορτής, ότι βρισκόμαστε ανάμεσα στην ελίτ των καλύτερων αθλητών του κόσμου, ότι διακριθήκαμε παλεύοντας κόντρα στις αντίξοες, πολλές φορές, ελληνικές συνθήκες και ότι είμαστε εκεί για να αγωνιστούμε για το εθνόσημο».
Δεν υπάρχει λοιπόν στήριξη από την πολιτεία; «Τα πράγματα είναι δύσκολα, αλλά το κατανοώ» απαντά. «Περάσαμε οικονομική κρίση. Αυτό σήμαινε ότι αυτομάτως θα κόβονταν χρήματα από τον αθλητισμό. Την ίδια στιγμή, όμως, σε εξαντλεί το να δίνεις τη ζωή σου στον αθλητισμό, να κουράζεσαι τόσο πολύ και όμως τα πράγματα να μη γίνονται όπως πρέπει να γίνουν. Οφείλω όμως να πω ότι το τελευταίο διάστημα τα πράγματα πάνε καλύτερα. Υπάρχει ανάπτυξη στον αθλητισμό και πιστεύω ότι θα ξημερώσουν ακόμα καλύτερες ημέρες μετά το Τόκιο. Γιατί χρειαζόμαστε στήριξη όλο το διάστημα και όχι μόνο τη χρονιά πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, όπου τα φώτα πέφτουν επάνω μας».
Ετσι η Δώρα συνεχίζει να κάνει ατελείωτες ώρες προπόνησης, ενώ στον ελεύθερο χρόνο της διαβάζει λογοτεχνία – λατρεύει τα αστυνομικά μυθιστορήματα -, πηγαίνει στο θέατρο και ξεκλέβει ευκαιρίες για να βλέπει τους φίλους της.
Η υπόθεση της Σοφίας Μπεκατώρου τη συγκλόνισε. «Χαίρομαι που η κάθαρση ξεκίνησε από τον χώρο του αθλητισμού» λέει. «Φυσικά, αυτές οι εγκληματικές συμπεριφορές δεν συναντώνται μόνο στον δικό μας χώρο, αφορούν όλη την κοινωνία. Η κυρία Μπεκατώρου έχει τον αμέριστο σεβασμό όλων μας. Μπορώ να αντιληφθώ πόσο δύσκολο είναι για μια μητέρα, για μια ολυμπιονίκη, για μια αθλήτρια με την πορεία της να μιλήσει για όσα τη στοιχειώνουν. Και γι’ αυτό με εξοργίζει η φράση: «Τώρα το θυμήθηκε;». Mε τη γενναία της απόφαση άνοιξε δρόμους. Πιστεύω, θα δημιουργηθούν νέοι φορείς, όχι μόνο για τη στήριξη των θυμάτων αλλά και για την πρόληψη αυτών των συμπεριφορών. Οσοι κάνουν κατάχρηση της εξουσίας τους πρέπει να απομακρυνθούν. Είμαι αισιόδοξη ότι τα σκοτάδια θα φύγουν».