Στο προηγούμενο κείμενό μου στις «Νέες Εποχές» («Το Σοσιαλδημοκρατικό Παράδοξο») έγραφα ότι σχεδόν όλοι οι δρώντες στην πολιτική σφαίρα στην εποχή της πανδημίας (εμφανίζονται να) έχουν γίνει κεντροαριστεροί, σοσιαλδημοκράτες υπερασπιζόμενοι τον κοινωνικό ρόλο του κράτους, τις αυξημένες δαπάνες, κ.λπ. Σε τέτοιο σημείο που και ο έλληνας πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης να ερωτάται σε συνέντευξή του («Καθημερινή», 4/7) «αισθάνεστε ότι η πανδημία σάς έχει κάνει κεντροαριστερό;». «Θα μείνω προοδευτικός φιλελεύθερος κεντροδεξιός πολιτικός» απαντά ο πρωθυπουργός. Ωστόσο αμέσως μετά διατυπώνει μια από τις κεντρικές θέσεις της σοσιαλδημοκρατίας.
Λέγει συγκεκριμένα: «Η εκπαίδευση παραμένει και θα παραμένει, πιστεύω, ο μεγάλος ιμάντας κοινωνικής κινητικότητας. Η δωρεάν δημόσια εκπαίδευση είναι αυτό που θα δώσει τη δυνατότητα σε ένα παιδί που προέρχεται από μια φτωχή οικογένεια τελικά να ζήσει μια ζωή καλύτερη από αυτή των γονιών του».
Μπορώ από προσωπική εμπειρία να επιβεβαιώσω τη (σοσιαλδημοκρατική) θέση αυτή του πρωθυπουργού. Αλλά βέβαια στη μεγάλη συζήτηση που γίνεται σε παγκόσμια κλίμακα για την εκπαίδευση και κοινωνική κινητικότητα (social mobility) έχουν διατυπωθεί ενδιαφέρουσες απόψεις για το πόσο συμπεριληπτικές (inclusive) είναι διάφορες μορφές εκπαίδευσης ή πόσο λειτουργούν με τρόπο που συμβάλλει στον κοινωνικό αποκλεισμό, διαιώνιση διακρίσεων και ανισοτήτων (π.χ. Oxbridge για το Η.Β.). Ο Ευρωπαϊκός Πυλώνας Κοινωνικών Δικαιωμάτων τονίζει ότι οι ευρωπαίοι πολίτες έχουν το δικαίωμα στην «ποιοτική και συμπεριληπτική, χωρίς αποκλεισμούς, εκπαίδευση, κατάρτιση και διά βίου μάθηση…». Εκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διαπιστώνει ότι στη διάρκεια της πανδημίας και ως αποτέλεσμα της μετάβασης στη «διαδικτυακή εκπαίδευση» έχουν διευρυνθεί οι εκπαιδευτικές ανισότητες. Ενώ διαδοχικές εκθέσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας καταγράφουν τις εκπαιδευτικές αδυναμίες σπουδαστών από μειονεκτούντα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα στην Ενωση (βλέπε World Bank, «Education in the EU: Diverging Learning Opportunities?», 2018). Επομένως η δωρεάν δημόσια εκπαίδευση είναι όντως καθοριστικής σημασίας αλλά δεν αρκεί από μόνη της. Θα πρέπει να συμπληρώνεται από δέσμη άλλων πολιτικών και μέτρων (π.χ. απασχόλησης, στήριξης, κ.ά.).
Θα αναφερθώ όμως εδώ σε μια μορφή δωρεάν δημόσιας εκπαίδευσης που πράγματι συμβάλλει στην κινητικότητα και σε «μια ζωή καλύτερη απ’ αυτή των γονιών»: τα νυκτερινά γυμνάσια – λύκεια. Είμαι απόφοιτος νυκτερινού γυμνασίου – λυκείου. Γεννήθηκα στο ορεινό χωριό Χίδηρα της Λέσβου στην έναρξη του εμφυλίου πολέμου. Χωριό απελπιστικής την εποχή εκείνη φτώχειας, χωρίς απολύτως καμιά υποδομή, πέρα ίσως από το δημόσιο δημοτικό σχολείο. Οι γονείς μου, προσφυγικής, μικρασιατικής προέλευσης, εντάχθηκαν στην Αριστερά και βέβαια στις τάξεις του Εμφυλίου. Στις συνθήκες έσχατης ένδειας και με τις διώξεις που ακολούθησαν το τέλος του Εμφυλίου δεν υπήρχε καμία προοπτική επιβίωσης. Ηρθαμε ως εκ τούτου στην Αθήνα ή ακριβέστερα στη Νίκαια του Πειραιά, σε αναζήτηση επιβίωσης. Αρχισα να εργάζομαι σε ναυπηγική μονάδα στο Πέραμα για την εξασφάλιση των ελαχίστων της επιβίωσης. Αλλά ταυτόχρονα άνοιξε ένας άλλος δρόμος. Υπήρχε στην υποβαθμισμένη αυτή συνοικία ένα δημόσιο εσπερινό γυμνάσιο που αρχικά στεγαζόταν σε μια ξύλινη, γεμάτη ποντίκια παράγκα! Γράφτηκα και άρχισα να το παρακολουθώ. Από το ναυπηγείο στην παράγκα-γυμνάσιο κατευθείαν. Κι από εκεί στους Λαμπράκηδες, το άλλο μεγάλο σχολείο (μαζί με τον αξέχαστο Κ. Ασλάνογλου). Με τον Μ. Θεοδωράκη συνήθως να διδάσκει… Αλλά στην παράγκα αυτή υπηρετούσαν λαμπροί καθηγητές (μεταξύ άλλων, ο ξεχωριστός παπα-Χολέβας, ο φιλόλογος Στ. Βλάχος κ.ά.) που άνοιγαν προοπτικές και διαμόρφωναν ταυτότητες. Χωρίς το ταπεινό εσπερινό γυμνάσιο-παράγκα δεν ξέρω ποια θα ήταν η πορεία μου. Χάρις στο επταετές αυτό νυκτερινό γυμνάσιο – λύκειο έστω και μέσα από μεγάλες ταλαιπωρίες ξέρω ότι τελικά «έζησα μια ζωή καλύτερη απ’ αυτή των γονιών μου» που ήταν μια ζωή έσχατης φτώχειας, ανέχειας, ταλαιπωριών, διώξεων αλλά με καλλιέργεια και αυτοσυνείδηση στάθηκαν «όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημιά του πλήθους».
Θυμάμαι με αγάπη αυτό το δημόσιο εσπερινό γυμνάσιο-παράγκα στη Νίκαια ως την αφετηρία μιας διαδρομής. Μιας προσωπικής διαδρομής που συνδιαλέγεται όμως με τη διαδρομή της χώρας προς την ανάπτυξη, ευημερία, δημοκρατία και τελικά εκδοχές σοσαλδημοκρατίας. Γιατί το άλλο ελληνικό παράδοξο είναι ότι, όπως γράφει ο Γ. Βούλγαρης, στην περίοδο 1953-1973 που η Ελλάδα γνώρισε την πιο θεαματική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη «ο ρόλος του Κράτους ήταν καθοριστικός και καθοδηγητικός, διαψεύδοντας τις ερμηνείες που προτάσσουν τις πελατειακές σχέσεις αλλά και την εκτίμηση που ήθελε το κράτος διογκωμένο και αναποτελεσματικό». Και καθώς στο αξιακό σύστημα πρυτάνευε «η υπεροχή της ισότητας έναντι της φιλελεύθερης εκδοχής της ελευθερίας», ο ελληνικός σχηματισμός έχει προικοδοτηθεί με ισχυρά σοσιαλδημοκρατικά στοιχεία πολύ περισσότερα στη δεκαετία του 1980 βέβαια, αν και δεν είχε κανένα αμιγώς σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (Γ. Βούλγαρης, «Ελλάδα: μια χώρα παραδόξως νεωτερική», Πόλις).
Η βιωματική μου εμπειρία πιστοποίησε πράγματι τις δυνατότητες, ευκαιρίες για μια «καλύτερη ζωή» που προσφέρει η δωρεάν δημόσια εκπαίδευση. Ανέδειξε όμως και τα όρια που τη συνοδεύουν. Από ένα σημείο και μετά άλλες παράμετροι όπως δίκτυα επαφών, οικογενειακές και κοινωνικές σχέσεις, ταξικό περιβάλλον, κομματικές, πελατειακές διασυνδέσεις, κυκλώματα (που «φτιάχνουν οι Ελληνες») κ.λπ. ασκούν την επιρροή τους και καθορίζουν ίσως διαδρομές. Ή εν πάση περιπτώσει τις καθιστούν πιο εύκολες και άνετες σε κόπους και προσπάθεια. Απλά και με μόνο εφόδιο τη δημόσια εκπαίδευση, πολύ περισσότερο από ένα νυκτερινό λύκειο θα πρέπει να κουραστείς πολύ. Πάρα πολύ. Ωστόσο με όλα αυτά… «κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα σε κίτρινα δέντρα»…
Ο καθηγητής Π. Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του FEPS και ΕΛΙΑΜΕΠ. Από τις εκδόσεις Θεμέλιο κυκλοφορεί το νέο του βιβλίο «Επιτεύγματα και Στρατηγικά Λάθη της Εξωτερικής Πολιτικής της Μεταπολίτευσης».