Διεθνές debate: Υποχρεωτικοί εμβολιασμοί ή κίνητρα;

Οι τακτικές που εφαρμόζουν τα διάφορα κράτη για να πείσουν τους διστακτικούς – Σε ποιες χώρες είναι υποχρεωτικοί και ποιες το σκέφτονται

«Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον μαζικό εμβολιασμό» τονίζουν κυβερνητικά στελέχη που δεν κρύβουν την ανησυχία τους για την εμφάνιση κρουσμάτων της μετάλλαξης Δέλτα και στη χώρα μας. Οπως άλλωστε προέβλεψε η διευθύντρια του ECDC Αντρεα Αμον, η εν λόγω παραλλαγή του SARS-CoV-2 η οποία αρχικά εντοπίστηκε στην Ινδία, λόγω της υψηλής μεταδοτικότητάς της αναμένεται να κυριαρχήσει στην Ευρωπαϊκή Ενωση μέχρι το τέλος Αυγούστου, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 90% των ιών που θα κυκλοφορούν. Η επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων σημείωσε ότι η παραλλαγή Δέλτα θα διαδίδεται μεταξύ νέων ανεμβολίαστων ατόμων, ενώ επεσήμανε επίσης τον κίνδυνο επιμόλυνσης ακόμη και όσων έχουν λάβει μόνο μία δόση των διδοσικών εμβολίων. Αντιθέτως, οι πλήρως εμβολιασμένοι, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία των επιστημονικών μελετών, διασφαλίζουν «υψηλή προστασία έναντι αυτής της παραλλαγής και των συνεπειών της».

Ως εκ τούτων, ο πλήρης εμβολιασμός σημαντικού ποσοστού του πληθυσμού το συντομότερο δυνατόν είναι ζωτικής σημασίας. Παρότι όμως τα αρχικά προβλήματα διαθεσιμότητας εκλείπουν και στα κράτη-μέλη της ΕΕ όποιος ενήλικος το επιθυμεί μπορεί να εμβολιαστεί, είναι αρκετοί αυτοί που διστάζουν. Οπως προκύπτει από τις περισσότερες σχετικές δημοσκοπήσεις, σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού στη χώρα μας, παρότι δεν εκφράζεται αρνητικά απέναντι στον εμβολιασμό, δεν έχει προσώρας πειστεί για την αποτελεσματικότητα, αλλά κυρίως για την ασφάλεια των εγκεκριμένων εμβολίων. Η δυστοκία αυτή απομακρύνει τον στόχο για εμβολιασμό τουλάχιστον του 70% του ενήλικου πληθυσμού μέσα στο καλοκαίρι. Ακόμη όμως κι αν επιτευχθεί το συγκεκριμένο ορόσημο ενδέχεται να μην είναι αρκετό, λόγω της σημαντικά αυξημένης μεταδοτικότητας της παραλλαγής Δέλτα.

Σημαντικές είναι βέβαια οι ευθύνες των ιθυνόντων της ΕΕ αλλά και των εθνικών αρχών, καθώς οι διαδοχικές αλλαγές στις συστάσεις – ειδικά για τα σκευάσματα με φορέα αδενοϊού (όπως της AstraZeneca και της Johnson & Johnson) – δημιούργησαν σύγχυση και ανασφάλεια σε αρκετούς πολίτες. Τη σύγχυση αυτή εκμεταλλεύτηκαν και επέτειναν αντιεμβολιαστές που διασπείρουν ψευδείς ειδήσεις και θεωρίες συνωμοσίας για τα εμβόλια.

Προνόμια για εμβολιασμένους

Σε αρκετές χώρες οι εμβολιασμένοι εξαιρούνται από την υποχρεωτικότητα της χρήσης μάσκας, από την υποβολή σε διαγνωστικούς ελέγχους (όπως και στην Ελλάδα εξαιρούνται από τα self tests), την τήρηση καραντίνας εφόσον ήρθαν σε επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα κ.ά. Οι εξαιρέσεις όμως αυτές πιθανότατα δεν αρκούν για την άρση της διστακτικότητας. Προς αυτή την κατεύθυνση, εξαγγέλθηκαν συγκεκριμένα προνόμια και διευκολύνσεις που θα απολαμβάνουν προσεχώς οι εμβολιασμένοι πολίτες και στη χώρα μας. Οι κάτοχοι του Ευρωπαϊκού Ψηφιακού Πιστοποιητικού, το οποίο εισηγήθηκε η ελληνική κυβέρνηση, δίνει ήδη τη δυνατότητα σε εκατομμύρια Ευρωπαίους να μετακινηθούν ευκολότερα εντός ΕΕ. Η αξιοποίηση του εθνικού ή ευρωπαϊκού πιστοποιητικού και σε άλλες δραστηριότητες (εστίαση, θεάματα, συνέδρια κ.λπ.) πιθανότατα να επηρεάσει την απόφαση αρκετών να επισπεύσουν τον εμβολιασμό τους.

Σε ορισμένες χώρες εφαρμόζονται αντίστοιχες πρακτικές. Οι εμβολιασμένοι π.χ. έχουν ήδη εξαιρεθεί από την υποχρεωτικότητα της χρήσης μάσκας, από την υποχρέωση υποβολής σε διαγνωστικούς ελέγχους, την τήρηση καραντίνας εφόσον ήρθαν σε επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα κ.ά. Ακόμη όμως δεν είναι βέβαιο κατά πόσο τα μέτρα αυτά είναι επαρκή προκειμένου να ενθαρρύνουν τους διστακτικούς και να επιταχυνθεί η μαζική ανοσοποίηση του πληθυσμού έναντι της COVID-19. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι όσοι διστάζουν επειδή ανησυχούν για ενδεχόμενες παρενέργειες, δύσκολα θα πειστούν να εμβολιαστούν με δέλεαρ τη συμμετοχή τους σε μια συναυλία ή σε ένα συνέδριο.

Αρκετές τοπικές ή εθνικές κυβερνήσεις έχουν καταφύγει σε πιο απτά κίνητρα, με τη λογική της ανταμοιβής. Στη Νέα Υόρκη για παράδειγμα, ο δήμαρχος Ντε Μπλάσιο πρωταγωνίστησε στην καμπάνια προσέλκυσης διστακτικών με θέλγητρο ένα μπέργκερ και μία μερίδα τηγανητές πατάτες, ενώ στην Ινδονησία οι Αρχές προσφέρουν από ένα ζωντανό κοτόπουλο σε όσους εμβολιάζονται. Ορισμένες Πολιτείες των ΗΠΑ οργάνωσαν λοταρίες για τους εμβολιασθέντες, με πλέον ενδεικτική αυτή του Οχάιο, όπου τέσσερις εμβολιασμένοι πολίτες κέρδισαν από ένα εκατομμύριο δολάρια. Οπως όμως αποδεικνύεται τα οφέλη από αντίστοιχες καμπάνιες είναι πρόσκαιρα καθώς το ενδιαφέρον των πολιτών γρήγορα «ξεθυμαίνει».

Λύση ή υποχρεωτικότητα;

Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, τουλάχιστον για συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες, βρίσκεται αρκετά ψηλά στην ατζέντα της ελληνικής κυβέρνησης για το φθινόπωρο. Κατόπιν μάλιστα της γνωμοδότησης της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής περί υποχρεωτικού εμβολιασμού υγειονομικών και εργαζόμενων σε μονάδες περίθαλψης ευπαθών ομάδων ως «έσχατη λύση» – εφόσον δεν έχει λειτουργήσει η διαδικασία της πειθούς και της ενημέρωσης – ανοίγει ο δρόμος για την επιτάχυνση του εμβολιασμού σε έναν από τους πλέον κρίσιμους κλάδους για τη δημόσια υγεία.

Ακόμη κι αν δεν υπάρξει εθνική πολιτική που να προβλέπει τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, οι πάροχοι υγείας και φροντίδας θα μπορούσαν να τον καταστήσουν εμμέσως υποχρεωτικό, απαιτώντας από το προσωπικό τους να εμβολιαστεί ώστε να μπορεί να εργαστεί σε χώρους όπου διαβιούν ασθενείς, ηλικιωμένοι και ευπαθείς οι οποίοι ενδέχεται να μην καλύπτονται πλήρως από τον εμβολιασμό λόγω παθήσεων, ηλικίας ή ανοσοκαταστολής.

Αυτό άλλωστε συμβαίνει εδώ και χρόνια με τον εμβολιασμό κατά της εποχικής γρίπης αλλά και άλλων λοιμωδών νοσημάτων.

Θεωρείται πάντως εξαιρετικά απίθανο να προβλεφθεί υποχρεωτικός εμβολιασμός και για τον γενικό πληθυσμό. Οχι μόνο για αμιγώς επιστημονικούς λόγους, αλλά και γιατί οι σπανιότατες μεν αλλά σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες των εγκεκριμένων εμβολίων ενδέχεται να οδηγήσουν σε νομικές προστριβές, αλλά και μακροπρόθεσμη απώλεια της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τις υγειονομικές αρχές αλλά και τον εμβολιασμό εν γένει.

Πού είναι ήδη υποχρέωση ο εμβολιασμός

Το ζήτημα του υποχρεωτικού εμβολιασμού απασχολεί πολλές κυβερνήσεις ανά τον κόσμο, καθώς πρόκειται για έναν δυσεπίλυτο γρίφο με νομικές και ηθικές πτυχές. Μία κρίσιμη παράμετρος για όλες τις σχετικές αποφάσεις είναι να τεκμηριωθεί με αδιάσειστα επιστημονικά στοιχεία η μη μετάδοση του ιού από εμβολιασμένους.

Σε περίπου 100 χώρες ανά τον κόσμο εφαρμόζεται κάποιο είδος υποχρεωτικής πολιτικής εμβολιασμού σε εθνικό επίπεδο, ενώ πάνω από τις μισές εξ αυτών προβλέπουν συγκεκριμένες κυρώσεις σε όσους δεν συμμορφώνονται, όπως η άρνηση εγγραφής στο σχολείο ή η άρνηση πρόσληψης σε συγκεκριμένα επαγγέλματα. Σε ορισμένες χώρες προβλέπονται πρόστιμα ή ακόμη και φυλάκιση, εφόσον θεωρηθεί ότι οι ανεμβολίαστοι θέτουν τρίτους σε κίνδυνο.

Μία πρόσφατη δημοσκόπηση ανέδειξε ότι η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά της COVID δεν είναι επιθυμητή από την πλειοψηφία των πολιτών στις ευρωπαϊκές χώρες, και κυρίως στη Γερμανία και στη Γαλλία όπου αντιτίθενται σθεναρά, την ώρα που σε χώρες όπως το Μεξικό, η Βραζιλία και η Νότια Κορέα η πλειονότητα των ερωτηθέντων δηλώνει υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού.

Η Ιταλία έγινε το πρώτο κράτος-μέλος της ΕΕ που κατέστησε υποχρεωτικό τον εμβολιασμό για τους εργαζομένους στην υγειονομική περίθαλψη ήδη από τον Μάρτιο του 2021, προβλέποντας ότι όσοι αρνούνται να εμβολιαστούν δεν θα απολύονται αλλά θα μετατίθενται σε θέσεις όπου δεν υφίσταται ο κίνδυνος εξάπλωσης λοιμώξεων ή θα τίθενται σε αναστολή στερούμενοι τον μισθό τους για έως και ένα έτος. Στις μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων δεν θεσπίστηκε μεν ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, προβλέπεται δε η υποχρεωτική άδεια για τους ανεμβολίαστους εργαζομένους.

Η περιφερειακή κυβέρνηση της Γαλικίας στην Ισπανία ανακοίνωσε την πρόθεσή της να καταστήσει υποχρεωτικό τον εμβολιασμό κατά της COVID-19 για όλους τους ενήλικους κατοίκους της (περίπου 2,7 εκατομμύρια), απειλώντας όσους δεν το πράξουν με διοικητικές κυρώσεις και πρόστιμα.

Πού το σκέφτονται

Στην υπόλοιπη Ισπανία – πλην της Γαλικίας – δεν έχει τεθεί θέμα υποχρεωτικότητας, καθώς η χώρα έχει παράδοση προαιρετικού εμβολιασμού ακόμη και για την εποχική γρίπη και άλλα λοιμώδη νοσήματα.

Στη Γαλλία, όπου τα ποσοστά των ανεμβολίαστων παραμένουν ακόμη σχετικά υψηλά, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός του προσωπικού σε μονάδες υγείας και κοινωνικής μέριμνας έχει εγκριθεί από την Εθνική Ιατρική Ακαδημία, αλλά προκειμένου να θεσμοθετηθεί θα απαιτηθεί τροποποίηση του Συντάγματος.

Ως εκ τούτου, η οδηγία αναφέρεται στην ηθική ευθύνη του προσωπικού να εμβολιαστεί. Σε αντίθετη περίπτωση, θα πρέπει να ελέγχονται για τον ιό «πολύ συχνά».

Στη Γερμανία, παρά τον έντονο δημόσιο διάλογο περί υποχρεωτικού εμβολιασμού σε υγειονομικούς και εργαζομένους σε οίκους ευγηρίας, η κυβέρνηση αποφάσισε εναντίον του, χωρίς όμως να αρνηθεί συγκεκριμένα προνόμια για τους εμβολιασμένους. Στην Αυστρία, απευθύνεται ισχυρή σύσταση για εμβολιασμό των εργαζομένων σε μονάδες φροντίδας ευπαθών και ηλικιωμένων, αλλά δεν θεωρείται πιθανή η θέσπιση υποχρεωτικού εμβολιασμού.

Αρκετό ενδιαφέρον συγκεντρώνει ο δημόσιος διάλογος στη Δανία, όπου κατατέθηκε σχέδιο νόμου βάσει του οποίου το υπουργείο Υγείας «θα ορίσει ομάδες ατόμων που πρέπει να εμβολιαστούν προκειμένου να περιοριστεί και να εξαλειφθεί μια επικίνδυνη νόσος», παρότι τα ποσοστά ανοσοποίησης του προσωπικού που εργάζεται σε ευαίσθητες θέσεις είναι πολύ υψηλά.

Εξίσου υψηλά είναι τα ποσοστά των εμβολιασμένων και στην Αγγλία. Παρά το γεγονός αυτό, το υπουργείο Υγείας διαβουλεύεται με φορείς του κλάδου τη νομοθετική αλλαγή που θα καθιστά υποχρεωτικό τον εμβολιασμό για όλο το προσωπικό σε κέντρα φροντίδας ηλικιωμένων, ενώ υπό συζήτηση είναι αν θα περιληφθούν και οι επαγγελματίες υγείας, αλλά και όσοι παρέχουν υπηρεσίες που προϋποθέτουν στενή επαφή (π.χ. κομμωτές) αλλά και επαγγελματίες που επισκέπτονται σπίτια, όπως ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί κ.ά.

Αξιοσημείωτη είναι η σχετική έκθεση της Ομάδας Εμπειρογνωμόνων που συμβουλεύει το ιρλανδικό υπουργείο Υγείας κατά της COVID-19, όπου σημειώνεται ότι εφόσον ο εμβολιασμός γίνει προαπαιτούμενος για την εργασία σε δημόσια νοσοκομεία και οίκους ευγηρίας, ενδέχεται να λειτουργήσει αποτρεπτικά.

Αντιφάσεις στη Ρωσία

Στη Ρωσία τα ποσοστά εμβολιασμού παραμένουν απογοητευτικά τόσο στον γενικό πληθυσμό (περίπου στο 10%) όσο και στον υγειονομικό κλάδο, παρά τη συστηματική απόπειρα της κυβέρνησης να καθιερώσει τη χώρα ως πρωτοπόρο στην επιστήμη και στην τεχνολογία ανάπτυξης εμβολίων, μέσω του Sputnik-V. Αρχικά, ρώσοι αξιωματούχοι απέρριπταν την πιθανότητα υποχρεωτικού εμβολιασμού, αλλά τη 17η Ιουνίου εισηγήθηκαν να καταστεί υποχρεωτικός σε συγκεκριμένες ομάδες εργαζομένων.

Απόφαση-καταλύτης

Η πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) ότι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός μπορεί να θεωρηθεί «απαραίτητος σε μια δημοκρατική κοινωνία», ανοίγει τον δρόμο για τα 47 κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης που επιθυμούν να υιοθετήσουν την υποχρεωτικότητα. Η εν λόγω απόφαση βέβαια δεν αφορούσε τα εμβόλια κατά της COVID-19, αλλά εκδόθηκε έπειτα από την προσφυγή πολυάριθμων οικογενειών από την Τσεχία, τα παιδιά των οποίων δεν έγιναν δεκτά στο σχολείο επειδή δεν είχαν εμβολιαστεί πλήρως έναντι ασθενειών, όπως η πολιομυελίτιδα, η ηπατίτιδα Β και ο τέτανος. Στο κείμενο της απόφασης περιλαμβάνεται μία αναφορά που σύμφωνα με νομικούς κύκλους ενδέχεται να λειτουργήσει ως νομικό προηγούμενο στην τρέχουσα πανδημία: «Ο εμβολιασμός προστατεύει τόσο εκείνους που λαμβάνουν το εμβόλιο όσο και όσους δεν μπορούν να εμβολιαστούν για ιατρικούς λόγους και συνεπώς βασίζονται στην ανοσία της αγέλης προκειμένου να προστατευθούν έναντι σοβαρών μεταδοτικών ασθενειών».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.