Η «επιστροφή» της Ελλάδας στα Βαλκάνια περνάει μέσα από την επίπονη αλλά τελικά απαραίτητη συμφιλίωση με γειτονικές χώρες, όπως η Βόρεια Μακεδονία, η Αλβανία και το Κόσοβο. Στο πλαίσιο αυτό, οι παράλληλες έρευνες κοινής γνώμης σε Ελλάδα και Αλβανία, που διεξήχθησαν από το Πρόγραμμα Νοτιοανατολικής Ευρώπης του ΕΛΙΑΜΕΠ και το Ιδρυμα για την Ανοιχτή Κοινωνία της Αλβανίας, σε συνεργασία με τη Μονάδα Ερευνών Κοινής Γνώμης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και την εταιρεία Datacentrum, προσφέρουν χρήσιμα συμπεράσματα για την κατανόηση του ρόλου της κοινής γνώμης στις διμερείς σχέσεις.
Υπάρχουν αρκετά αισιόδοξα ευρήματα, στα οποία μπορούν να βασιστούν προσπάθειες διευθέτησης διαφορών και ισχυροποίησης των δεσμών μεταξύ των δύο χωρών. Για παράδειγμα, οι πολίτες και των δύο χωρών συμφωνούν ότι οι διμερείς σχέσεις είναι πολύ βελτιωμένες σε σχέση με το παρελθόν, είναι ανύπαρκτη η αίσθηση απειλής μεταξύ των δύο χωρών, παλαιά προβλήματα, όπως η αλβανική μετανάστευση, έχουν ξεπεραστεί και πλέον ενώνουν τους δύο λαούς, ενώ η αλβανική κοινή γνώμη αναγνωρίζει τη θετική συνεισφορά και βοήθεια της Ελλάδας κατά τη δύσκολη μετακομμουνιστική περίοδο. Μάλιστα, με βάση την παρούσα και άλλες έρευνες που έχει διεξαγάγει το ΕΛΙΑΜΕΠ, φαίνεται ότι το σημαντικότερο πρόβλημα είναι η αρνητική διάθεση προς τους βαλκάνιους γείτονες από την πλευρά της ελληνικής κοινής γνώμης και όχι οι διαθέσεις των γειτονικών κοινωνιών απέναντι στους Ελληνες.
Πάντως, η μακρόπνοη συνεργασία με την Αλβανία θα διέλθει μέσα από τη διευθέτηση μερικών σημαντικών διαφορών και προβλημάτων. Και γι’ αυτό είναι χρήσιμο να κατανοήσουμε την οπτική της κοινής γνώμης για το θέμα. Εδώ φαίνεται να υπάρχει μεγάλη απόσταση που χωρίζει τις δύο χώρες. Στην Αλβανία τρεις στους δέκα (30%) θεωρούν ως το σημαντικότερο πρόβλημα την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Το ίδιο θέμα λαμβάνει ελάχιστη προσοχή από την ελληνική κοινή γνώμη (1,5%). Είναι προφανές ότι η συγκεκριμένη διαφορά αγγίζει τις ευαισθησίες της αλβανικής κοινής γνώμης.
Ηδη από την περίοδο της συμφωνίας Αθήνας – Τιράνων του 2009, η οποία ουσιαστικά ακυρώθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας, και συστηματικά έκτοτε το ζήτημα αυτό παρουσιάζεται με δραματικούς τόνους από τα αλβανικά ΜΜΕ. Είναι προφανές ότι η επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης να προχωρήσει εκ νέου σε συμφωνία με την Αλβανία, αυτή τη φορά μέσω παραπομπής του θέματος στο Διεθνές Δικαστήριο, είναι ιδιαίτερα σημαντική. Εφόσον ο δικαστικός καθορισμός των ζωνών προχωρήσει ομαλά, και οι δύο πλευρές αποφύγουν τη λαϊκιστική εκμετάλλευση του ζητήματος, η οριοθέτηση μπορεί να βελτιώσει αισθητά το κλίμα σε επίπεδο κοινής γνώμης.
Πιο σύνθετη είναι η κατάσταση σε σχέση με το δεύτερο σημαντικότερο ζήτημα για την αλβανική κοινή γνώμη, η οποία σε ποσοστό 26% προβάλλει τις υποθέσεις του πληθυσμού των Τσάμηδων. Η ελληνική πλευρά δεν δέχεται την ύπαρξη θέματος. Αλλά το γεγονός ότι το ζήτημα αυτό έχει καταστεί κεντρικής σημασίας για σημαντικό μέρος των αλβανών πολιτών, μέσω εντατικών προσπαθειών κινητοποίησης της κοινής γνώμης από τους ίδιους τους Τσάμηδες και εθνικιστικές ομάδες, μπορεί να περιπλέξει ενέργειες βελτίωσης των διμερών σχέσεων. Το ζήτημα αυτό έχει πλέον γιγαντωθεί στην αλβανική κοινωνία και παρουσιάζεται ως θέμα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ιστορικής αδικίας, και γι’ αυτό είναι λογικό να προκαλεί έντονα συναισθήματα. Θα πρέπει ο χειρισμός του από την ελληνική πλευρά να γίνεται με τη δέουσα προσοχή και ευαισθησία, ακόμα και αν δεν πρόκειται ουσιαστικά να αλλάξει η ελληνική θέση, που θεωρείται ευρέως ως νομικά και ιστορικά ισχυρή.
Αλλά και σε σχέση με τα ζητήματα που προβάλλει η ελληνική κοινή γνώμη υπάρχει ανάγκη για περισσότερη προσοχή και καλύτερους χειρισμούς, κυρίως από την αλβανική πλευρά αυτή τη φορά. Δεν υπάρχει στην ελληνική κοινή γνώμη κάποιο θέμα που να συγκεντρώνει ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά ως πρόβλημα σε σχέση με την Αλβανία. Αλλά είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η ανησυχία για τον αλβανικό εθνικισμό και τον κίνδυνο της «Μεγάλης Αλβανίας» συγκεντρώνει το υψηλότερο ποσοστό (12,5%) ανάμεσα στους έλληνες πολίτες. Ο κίνδυνος αυτός έχει μάλλον διογκωθεί και τα σχετικά σενάρια έχουν αδυναμία κατανόησης των πραγματικών πολιτικο-κοινωνικών συνθηκών των αλβανικών πληθυσμών στις διάφορες χώρες. Αλλά η ανησυχία της ελληνικής κοινής γνώμης θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν από την αλβανική πλευρά στο πλαίσιο των προσπαθειών βελτίωσης των διμερών σχέσεων.
Ομοίως, η αλβανική κυβέρνηση οφείλει να καθησυχάσει την ελληνική πλευρά σχετικά με τις προθέσεις της και να ασχοληθεί επισταμένως με την κατάσταση της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία. Ο σεβασμός των δικαιωμάτων της τελευταίας αποτελεί το δεύτερο σημαντικότερο θέμα για την ελληνική κοινή γνώμη (12%). Στο θέμα αυτό μάλιστα οι απόψεις ελλήνων και αλβανών πολιτών είναι εκ διαμέτρου αντίθετες. Η ελληνική κοινή γνώμη είναι πεπεισμένη ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα σε σχέση με τον σεβασμό των μειονοτικών δικαιωμάτων, ενώ η αλβανική κοινή γνώμη θεωρεί ότι η κυβέρνηση των Τιράνων σέβεται και προστατεύει τα δικαιώματα αυτά.
Συνολικά, ο παράγοντας κοινή γνώμη αποτελεί σημαντική παράμετρο στις προσπάθειες Ελλάδας και Αλβανίας για την ουσιαστική βελτίωση των σχέσεων και διευθέτηση των διμερών τους διαφορών. Υπάρχει ένα αξιοσημείωτο υπόστρωμα θετικών στάσεων και αντιλήψεων στο οποίο οι προσπάθειες μπορούν να βασιστούν. Αλλά υπάρχουν και αντιλήψεις στην κοινή γνώμη που μπορούν να καταστούν σοβαρά εμπόδια. Η ενασχόληση με αυτές τις αντιλήψεις τόσο από τις πολιτικές ηγεσίες όσο και από την κοινωνία πολιτών πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα το επόμενο διάστημα.
*Ο κ. Ιωάννης Αρμακόλας είναι επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επικεφαλής του Προγράμματος Νοτιοανατολικής Ευρώπης στο ΕΛΙΑΜΕΠ.