Τα ανοικτά γεωχωρικά δεδομένα αποτελούν για τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών έναν πρωτόγνωρο και ενδεχομένως δυσνόητο όρο, υπό την έννοια ότι αδυνατούν σε πρώτο επίπεδο να αντιληφθούν τις ρηξικέλευθες εφαρμογές τους και τις συνεπαγόμενες μεταβολές, που αναμένεται να επιφέρουν στην προσωπική καθημερινότητά τους, αλλά και στην εθνική οικονομία. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και το Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο, που παρουσιάστηκε στις 17/06/2021 από το Υπουργείο Πολιτισμού, καθώς πρόκειται για ένα άκρως χαρακτηριστικό παράδειγμα ελεύθερης χρήσης και καθολικής διάχυσης της γεωχωρικής πληροφορίας.
Σε μια χώρα, όπου η σχέση Πολίτη Κράτους, για ποικίλους ιστορικούς και πολιτισμικούς λόγους τελεί μονίμως υπό καθεστώς γενικευμένης καχυποψίας και εγγενούς αμφισβήτησης, ίσως μόνο ευάριθμοι φορείς και εξειδικευμένοι επιστήμονες αντιλαμβάνονται τη μεγάλη μεταρρυθμιστική αξία του Αρχαιολογικού Κτηματολογίου. Οι θιασώτες των ανοικτών γεωχωρικών δεδομένων υποστηρίζουν από καιρό και όχι αδίκως την άποψη, πως η ελεύθερη διάθεσή τους, θα ενισχύσει στον απόλυτο βαθμό τη λειτουργική διαφάνεια και την αναγκαία λογοδοσία της Πολιτείας.
Υπό αυτό το πρίσμα το Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο έρχεται να διαθέσει στο ευρύ κοινό γεωγραφικές -και όχι μόνο- πληροφορίες, σχετικά με το ανεξάντλητο πολιτισμικό απόθεμα μιας χώρας, που κατοικείται αδιαλείπτως εδώ και χιλιάδες χρόνια. Με τον τρόπο αυτό συμβάλλει τα μέγιστα στην απόλυτη απαλοιφή ατελέσφορων γραφειοκρατικών διαδικασιών, ελαχιστοποιεί τους χρόνους λήψης αποφάσεων, προστατεύει τον πολιτισμικό μας πλούτο, διευκολύνει – χωρίς θεσμικές και διοικητικές εκπτώσεις – υποψήφιες επενδύσεις και επιταχύνει όλες τις σχετικές με τους αρχαιολογικούς χώρους διαδικασίες, προς όφελος των πολιτών, των τοπικών κοινωνιών και της αναπτυξιακής πορείας της χώρας.
Πέραν όμως των ανωτέρω, η συμβολή του Αρχαιολογικού Κτηματολογίου αναμένεται να υπάρξει καθοριστική στο επίπεδο ανάδειξης αξιοσημείωτων πολιτισμικών χώρων και μνημείων, που προς το παρόν τελούν υπό διοικητικό μαρασμό και πολυεπίπεδο αποκλεισμό. Καταδεικνύεται δηλαδή, με τον πλέον εναργή τρόπο, πως η ελεύθερη γεωχωρική πληροφορία, μπορεί να κινητοποιήσει κρίσιμες μάζες, επιστημονικών ομάδων, μονάδων τοπικής αυτοδιοίκησης και κυρίως απλών πολιτών, με στόχο την ανάσυρση από την κρατική λήθη πλήθος αρχαιολογικών χώρων. Για να έχει όμως στοιχειώδεις πιθανότητες επιτυχίας ένα τέτοιο εγχείρημα, θα πρέπει αναντίρρητα να συντελεστεί μία γενναία προσπάθεια ενημέρωσης και κυρίως σχετικής εκπαίδευσης των πολιτών, καθώς το Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο αποτελεί ένα υπερπολύτιμο εργαλείο, που επ’ ουδενί όμως, δεν μπορεί να αντικαταστήσει την κοινωνική βούληση και το όραμα των πολιτών.
Με δεδομένη τη συνθήκη συνεπώς, ότι ο ψηφιακός αναλφαβητισμός τείνει να διαγράψει την ιστορική του καμπύλη και να αποτελέσει οριστικά παρελθόν, φέρνοντας στην επιφάνεια μία νέα γενιά, ψηφιακά και γεωχωρικά «εγγράμματων» πολιτών, ο χαρακτηρισμός του αρχαιολογικού κτηματολογίου ως ριζοσπαστική, μεταρρυθμιστική τομή εδράζεται σε απολύτως πραγματιστικό υπόβαθρο. Απομένει απλώς, με τη συνδρομή όλων μας, να αποδειχθεί στο πεδίο της πράξης τέτοια και να αποδώσει προς κάθε κατεύθυνση την απεριόριστη προστιθέμενη αξία της.
Κωνσταντίνος Παπαθανασίου, MSc Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός Α.Π.Θ., Γενικός Γραμματέας Τ.Ε.Ε. Ν. Αιτωλοκαρνανίας