Ανάμεσα στις πολλές προβλέψεις για το πώς θα βγούμε από την πανδημία, τι άνθρωποι θα είμαστε, ποιες αλλαγές θα είναι μόνιμες, εκείνη που δείχνει να βγάζει πρώτη κεφάλι είναι κάποια που δεν είχε υπολογιστεί επαρκώς. Η βία. Σκάει από παντού και το πλέον ανησυχητικό είναι πως σκάει στους εφήβους. Το δελτίο είναι συχνά γεμάτο από επιθέσεις νεαρών σε νεαρούς. Κατά ομάδες, οργανωμένοι, κορίτσια και αγόρια, φτάνουν μέχρι και σε μαχαιρώματα, είτε για λόγους κλοπής ενός κινητού είτε για πλάκα είτε για… ερωτική αντιζηλία. Πέρα από το γεγονός πως δεν είναι κάτι καινούργιο στις σύγχρονες κοινωνίες, η έξαρσή της δεν ξέρω αν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία και ξεκομμένη από την καραντίνα.
Δεν είμαι επαρκής να το αναλύσω. Είχα συμφωνήσει πως θα βγούμε σίγουρα περισσότερο πεινασμένοι. Για ζωή, για κερδισμένες μέρες, ώρες, στιγμές. Αναστατωμένοι από τη μεγάλη «ανακάλυψη» πως τίποτα δεν είναι δεδομένο, όλα ανατρέπονται ανά πάσα στιγμή, θα υπομείνουμε λιγότερες συμβάσεις και θα βγούμε στον μεγάλο δρόμο των επιθυμιών και των ηδονών.
Προφανώς υπάρχουν κάποια κύτταρα που θα κακοφορμίσουν σε αυτή την προοπτική. Δηλαδή το «πάμε να ζήσουμε όσο πιο όμορφα μπορούμε, μια ζωή την έχουμε» μπορεί εύκολα να γίνει «πάμε να ζήσουμε όσο πιο βίαια μπορούμε, να πάρουμε με το ζόρι ό,τι δεν μας χαρίζεται, μια ζωή την έχουμε». Δεν θέλει πολύ να κολλήσει το μυαλό σου στο εύκολο, στο «γιατί όχι;». Ολη σχεδόν η κοινωνική και τηλεοπτική τους εκπαίδευση, τα μηνύματα της πλειονότητας της αγαπημένης τους trap, ο επιδοτούμενος φιλοτομαρισμός των παικτών των reality, έχουν φτιάξει μικρά ομοιώματα από «οργισμένους μαχητές» σαν να παίζουν σε ταινία.
Kαι όποιος πει πως αυτά μας λέγανε και οι μαμάδες μας και γινόμαστε ίδιοι και γκρινιάρηδες, θα τους θυμίσω πως η «χαραμισμένη ζωή» με την οποία μας απειλούσαν ή προέβλεπαν για εμάς οι πρεσβύτεροι, επειδή αλητεύαμε από μικροί στους δρόμους και στις συγκεντρώσεις, δεν αφορούσε τη βία αλλά την αγάπη, το νοιάξιμο – με όποιον τρόπο θεώρησε σωστό ο καθένας – για τον συνάνθρωπο, για τον αδύνατο, για τον ανυπεράσπιστο. Αν χαραμίσαμε κάπου τη ζωή μας τη χαραμίσαμε στην βαθιά πίστη στο καλό που έχει μέσα του ο άνθρωπος. Βρήκαμε τοίχους, φάγαμε τα μουτράκια μας, απογοητευτήκαμε, ξανασηκωθήκαμε, αλλά τραγουδήσαμε μόνο την «ουτοπία» της καλής μας πλευράς.
Τώρα είναι σαν να έχουν ανοίξει απότομα οι πόρτες από εκατοντάδες κλουβιά. Η καραντίνα έθρεψε πιο πολύ σάρκα εκεί που υπήρχε ψυχή, σκέτο κρέας στη θέση των ονείρων. Υπερβολική η γενίκευση, το αναγνωρίζω, αλλά πολλές φορές η ακρότητα των παραδειγμάτων βοηθάει στην κατανόηση ή και στην προνόηση.
Δύσκολη ιστορία η διαχείριση της ελευθερίας. Και δυσκολεύει περισσότερο όταν ως νέος τη θεωρείς ψευδεπίγραφη – εδώ είναι το δίκιο τους όμως – και άδειο πουκάμισο. Με ακυρωμένη την ελευθερία του μέλλοντος, της ισότητας, της δικαιοσύνης, της προοπτικής, το θυμωμένο νερό θα ξεχυθεί στο πρώτο άνοιγμα που θα βρει. Και το πρώτο που έχουμε καταφέρει μάλλον να τους αφήσουμε είναι η βία.