Ενα πολύ σκληρό γεωπολιτικό παιχνίδι επιρροής σε όλη την περιοχή που εκκινεί από τη Λιβύη και την Ανατολική Μεσόγειο, «ανεβαίνει» στον Καύκασο και στην Κεντρική Ασία και «κατεβαίνει» μέχρι τον Κόλπο βρίσκεται σε εξέλιξη αυτό το διάστημα, με την Ελλάδα και την Τουρκία να τοποθετούνται σε διαφορετικά στρατόπεδα. Η Αθήνα έχει με σαφήνεια, όπως αναφέρουν στο «Βήμα» άριστα ενημερωμένες πηγές, αποφασίσει να ταχθεί με τους σχεδιασμούς των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ την ίδια στιγμή η Αγκυρα επιλέγει μια πιο διαφοροποιημένη στρατηγική που τη φέρνει να κινείται μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας, αλλά και σε ευθεία αντιπαράθεση με κομβικούς περιφερειακούς παίκτες, όπως η Αίγυπτος. Σύμφωνα με έμπειρους παρατηρητές όμως, η έκβαση του παιγνίου αυτού χαρακτηρίζεται από υψηλή αβεβαιότητα και οι προβλέψεις αποφεύγονται.
Ευθυγράμμιση Ανατολικής Μεσογείου και Κόλπου
Ενα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά του «ανταγωνισμού συμμαχιών» που έχει αναπτυχθεί είναι η εντυπωσιακή σύσφιγξη των σχέσεων μεταξύ κρατών που ανήκουν στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και χωρών του Κόλπου. Η ευθυγράμμιση (την οποία άριστα περιγράφουν σε κείμενό τους οι Γιόελ Γκουζάνσκι και Γκάλια Λιντεστράους για το Middle East Institute – MEI) των συμφερόντων κρατών όπως, από τη μία πλευρά, η Ελλάδα, η Κύπρος, η Αίγυπτος, το Ισραήλ και, από την άλλη πλευρά, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία, που διευκολύνεται ακόμα περισσότερο μετά την υπογραφή των Συμφωνιών του Αβραάμ, διαμορφώνει ένα πλέγμα συνεργασίας που περιλαμβάνει κατ’ αρχήν την εμβάθυνση της συνεργασίας σε θέματα ασφάλειας και άμυνας.
Αυτή αποτυπώνεται από την υπογραφή συμφωνίας με ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής μεταξύ Αθήνας και Αμπου Ντάμπι, την αποστολή ελληνικών συστοιχιών Patriot στη Σαουδική Αραβία, αλλά και την εκτεταμένη άσκηση στρατιωτικής διπλωματίας με την αμοιβαία παρουσία αεροσκαφών αλλά και διενέργειας ασκήσεων ανάμεσα στις χώρες αυτές, την οποία τρέχει, από ελληνικής πλευράς, ο Α/ΓΕΕΘΑ στρατηγός Κωνσταντίνος Φλώρος, «κτίζοντας» πάνω στις πολιτικές σχέσεις που έχουν διαμορφωθεί από το Μέγαρο Μαξίμου και τα υπουργεία Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας. Ηδη μάλιστα, τόσο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης όσο και ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας επικοινώνησαν με τους νέους ομολόγους τους στο Ισραήλ, τον Ναφτάλι Μπένετ και τον Γιαΐρ Λαπίντ αντιστοίχως, καθώς η ελληνοϊσραηλινή στρατηγική συμπόρευση παραμένει αναλλοίωτη.
Στην ίδια εικόνα πρέπει να προστεθούν η διοργάνωση του Philia Forum στην Αθήνα αλλά και η τετραμερής Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και ΗΑΕ τον περασμένο Απρίλιο στην Πάφο. Κορωνίδα των συνεργειών που διαμορφώνονται είναι βέβαια το Φόρουμ για το Αέριο στην Ανατολική Μεσόγειο (EMGF) με έδρα το Κάιρο. Η εικόνα συμπληρώνεται από την πρόσφατη τριμερή Σύνοδο Κορυφής Ιράκ – Ιορδανίας – Αιγύπτου στη Βαγδάτη, που συνοδεύθηκε από την πρώτη επίσκεψη αιγύπτιου προέδρου, του Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι στο Ιράκ, έπειτα από 30 χρόνια.
Το «κλειδί» της Λιβύης και οι συσχετισμοί
Η Αθήνα αποδίδει υψηλή σημασία σε αυτό το πλέγμα συμμαχιών, ιδιαίτερα από τη στιγμή που η Τουρκία επιμένει, παρά την προσαρμογή που έχει πραγματοποιήσει μετά την εκλογή στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών του Τζο Μπάιντεν, να διεκδικεί ζωτικό χώρο. Η Αγκυρα ελπίζει ότι μέσα από τη διαφαινόμενη συνεννόησή της με την Ουάσιγκτον ώστε να αναλάβει τη διοίκηση του αεροδρομίου της Καμπούλ (μετά από την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν) θα βρει σημείο επαφής στον «καυτό φάκελο» των S-400. Η Αγκυρα βασίζεται στην υποστήριξη του Πακιστάν (που επηρεάζει και τους Ταλιμπάν) ώστε να μην καθηλωθεί στο Αφγανιστάν, αλλά αυτή η συνεργασία είναι που φέρνει όλο και πιο κοντά την Ελλάδα με την Ινδία – με την οποία διατηρούν στενή σχέση και τα ΗΑΕ.
Ωστόσο, ρόλο-κλειδί σε όλη την τουρκική στρατηγική στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου παίζει η στάση της στη Λιβύη – κάτι που απασχολεί έντονα την Αθήνα. Η επίσκεψη του προέδρου του λιβυκού Κοινοβουλίου Αγκίλα Σάλεχ την Παρασκευή στην ελληνική πρωτεύουσα και το ταξίδι 4-5 Ιουλίου του υφυπουργού Εξωτερικών Κώστα Φραγκογιάννη στη Λιβύη για να ανοίξει ξανά το Γενικό Προξενείο στη Βεγγάζη (ενώ θα επισκεφθεί και την Τρίπολη)εντάσσονται στις κινήσεις της Αθήνας να δηλώσει παρούσα εκεί.
Είναι σαφές ότι η Αγκυρα δεν επιθυμεί την αποχώρηση των στρατιωτικών της συμβούλων από τη βορειοαφρικανική χώρα. Αυτό φάνηκε και από τη μη ανακοινωθείσα επίσκεψη υψηλόβαθμης τουρκικής αντιπροσωπείας στην Τρίπολη στις 12 Ιουνίου αποτελούμενης από τους υπουργούς Εξωτερικών, Εθνικής Αμυνας, Εσωτερικών, τον επικεφαλής της ΜΙΤ και των Ενόπλων Δυνάμεων αλλά και τον εκπρόσωπο και βασικό διπλωματικό σύμβουλο του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τον Ιμπραχίμ Καλίν. Η Αγκυρα αξιοποιεί την καλή της σχέση με τον μεταβατικό πρωθυπουργό στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNU) Αμπντούλ Χαμίντ Νταμπέιμπα για την προώθηση των στόχων της και σύμφωνα με ορισμένες πηγές ο τελευταίος ίσως και να μην είναι απόλυτα «ζεστός» στην πραγματοποίηση προεδρικών και βουλευτικών εκλογών τον προσεχή Δεκέμβριο.
Ο αριθμός των στρατιωτικών συμβούλων δεν είναι ξεκάθαρος, αλλά η Τουρκία επιθυμεί τον διαχωρισμό μεταξύ των συμβούλων της, που θεωρεί ότι βρίσκονται στη Λιβύη κατόπιν επίσημης συμφωνίας της με την προηγούμενη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση (GNA), και των μισθοφόρων που ετάχθησαν είτε με τη μία είτε με την άλλη πλευρά στον εμφύλιο πόλεμο. Η Αγκυρα εξέφρασε τη δυσφορία της για το λεκτικό που χρησιμοποιήθηκε στη δεύτερη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη στις 23 Ιουνίου σε βαθμό που, σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», ακόμα και ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας «εξερράγη» – πράγμα σπάνιο – με τον τούρκο ομόλογό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου.
Η Αγκυρα εκδήλωσε την επιφύλαξή της στο Κοινό Ανακοινωθέν που εκδόθηκε με αστερίσκο, αλλά αυτός δεν ήρθε χωρίς κόστος. Και το κόστος ήταν η απόπειρα επαναπροσέγγισης με το Κάιρο, την οποία επιμελώς προωθούσε η τουρκική πλευρά εδώ και κάποιους μήνες. Η Αίγυπτος «έβαλε πάγο» στις διαβουλεύσεις, ενώ πρόσφατο εκτενές άρθρο στην εφημερίδα «Al-Ahram» του πρώην υφυπουργού Εξωτερικών Χουσεϊν Χαριντί, που εμφανώς απηχεί τις απόψεις του αιγυπτιακού κατεστημένου, ξεκαθαρίζει με κατηγορηματικό τρόπο ότι η απόσυρση των τουρκικών δυνάμεων από το λιβυκό έδαφος αποτελεί τη μείζονα προϋπόθεση για ομαλοποίηση των διμερών σχέσεων. Επιπλέον, το Κάιρο επρόκειτο να εγκαινιάσει χθες, Σάββατο 3 Ιουλίου, νέα στρατιωτική ναυτική βάση στα σύνορα με τη Λιβύη. Μόνο τυχαίο δεν θα πρέπει επίσης να θεωρείται ότι το παρών επρόκειτο να δώσουν τόσο ο Α/ΓΕΕΘΑ στρατηγός Φλώρος όσο και ο Α/ΓΕΝ αντιναύαρχος Στυλιανός Πετράκης.
Ο Καύκασος, τα καταριανά Rafale και το χαρτί των Bayraktar
Η ατζέντα των συνομιλιών μεταξύ του Μεβλούτ Τσαβούσογλου και του Σεργκέι Λαβρόφ πριν από λίγα 24ωρα στην Αττάλεια είχε πολύ γεμάτη ατζέντα. Οι δύο χώρες διατηρούν μία ιδιόρρυθμη σχέση καιροσκοπικής συνεργασίας. Είναι σαφές ότι η Αγκυρα επιδιώκει, μετά από τον πρόσφατο πόλεμο στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, να ασκήσει πιο ενεργητική πολιτική στον Καύκασο και στην Κεντρική Ασία και η «Διακήρυξη στα Σούσα» στις 15 Ιουνίου για την αναβάθμιση της συνεργασίας της με το Αζερμπαϊτζάν δεν έχει περάσει απαρατήρητη από τη Μόσχα. Αναμφίβολα, οι δύο πλευρές θα πρέπει να βρουν κοινό έδαφος και σε σχέση με την – σταδιακή – αποχώρηση των μισθοφόρων τους (Σύρων αλλά και μελών της οργάνωσης Wagner Group) από τη Λιβύη, όπου Αγκυρα και Μόσχα υποστηρίζουν αντίπαλα στρατόπεδα.
Η ενίσχυση πάντως της τουρκικής πολεμικής βιομηχανίας και η γενικότερη στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής της γείτονος προκαλεί πονοκέφαλο σε πολλές χώρες και αναμφίβολα και στην Ελλάδα. Η τεχνική συμφωνία, αρχικής διαρκείας πέντε ετών με εν συνεχεία ανανέωση κατ’ έτος, που υπέγραψαν Αγκυρα και Ντόχα, αφορά την προσωρινή στάθμευση σε τουρκικές αεροπορικές βάσεις 36 μαχητικών αεροσκαφών και προσωπικού 250 ατόμων. Η καταριανή αεροπορία διαθέτει τόσο αεροσκάφη Rafale (τέσσερα εκ των οποίων συμμετείχαν στην άσκηση «Anatolian Eagle 2021» στη βάση του Ικονίου) αλλά και Mirage. Η συμφωνία αυτή αναμφίβολα θα επιτρέψει στους Τούρκους (που σημειωτέον διατηρούν και στρατιωτική βάση στο Κατάρ) να μάθουν και ορισμένα από τα μυστικά των Rafale που θα αρχίσει οσονούπω να παραλαμβάνει η ελληνική Πολεμική Αεροπορία.
Η στρατιωτική διπλωματία της Τουρκίας κινείται δυναμικά σε όλη τη γειτονιά της Ελλάδας. Φαίνεται ότι μετά από το Αζερμπαϊτζάν, το Κατάρ, την Ουκρανία και την Πολωνία, στον δρόμο της αγοράς τουρκικών drones Bayraktar TB2 κινείται και η Αλβανία. Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες, στον αμυντικό προϋπολογισμό της Αλβανίας προβλέπεται επιπλέον κονδύλι ύψους 8 εκατομμυρίων ευρώ για μία τέτοια προμήθεια.