Αντίστροφα μετρά ο χρόνος για την εκπνοή και του τελευταίου κατά τα φαινόμενα άτυπου μορατόριουμ των τραπεζών, όσον αφορά την προστασία της κύριας κατοικίας. Από την έναρξη των πλειστηριασμών μετά την πρόσφατη επαναλειτουργία των δικαστηρίων, το μεγαλύτερο μέρος τους αφορά επιχειρηματικά δάνεια, ενώ οι λίγες κατοικίες που βγαίνουν στο σφυρί είναι αξίας μεγαλύτερης των 150.000 – 200.000 ευρώ, ανάλογα με την πολιτική που εφαρμόζει οικειοθελώς κάθε τράπεζα.
Από τον Σεπτέμβριο όμως τα πράγματα θα αλλάξουν. Με δεδομένη τη στόχευση των πιστωτών για την όσο το δυνατόν ταχύτερη τακτοποίηση παλαιών υποθέσεων, η πίεση που θα ασκηθεί στους δανειολήπτες θα ενταθεί σημαντικά.
Το σχέδιο
Σύμφωνα με τραπεζική πηγή που έχει εικόνα των σχετικών σχεδιασμών, το ερχόμενο φθινόπωρο στο στόχαστρο θα μπει ξανά η κύρια κατοικία με στόχο την οριστική διευθέτηση χρεών με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Δηλαδή με ρύθμιση ή με εκποίηση των εξασφαλίσεων, στο πλαίσιο του νέου πτωχευτικού κώδικα.
Αναλυτικότερα, το πλάνο τραπεζών και διαχειριστών (servicers) προβλέπει τα εξής:
1. Ευάλωτοι δανειολήπτες: Για οφειλέτες που θεωρούνται ευάλωτοι, αναστέλλονται υπό προϋποθέσεις οι πλειστηριασμοί σπιτιών μέχρι να ενεργοποιηθεί ο νέος Φορέας Απόκτησης Κατοικιών, ο οποίος εκτιμάται ότι θα είναι έτοιμος μετά το Πάσχα του 2022. Το προνόμιο αυτό θα έχουν όσοι προσκομίσουν τα απαραίτητα δικαιολογητικά που πιστοποιούν ότι εισοδήματα και περιουσία δεν ξεπερνούν τα όρια που ορίζει ο νόμος.
Ηδη πιστωτικά ιδρύματα και servicers έχουν απευθύνει πρόσκληση στους κόκκινους δανειολήπτες να υποβάλουν τα σχετικά έγγραφα, ώστε να εξαιρεθούν άμεσα από τη λίστα των εν δυνάμει πλειστηριασμών. Ακόμη όμως κι αν προγραμματιστεί η αναγκαστική εκτέλεση κύριας κατοικίας ευάλωτου νοικοκυριού, κάτι που έχει ήδη συμβεί, υπάρχει άμεση τηλεφωνική επικοινωνία με τον οφειλέτη για την προσκόμιση των δικαιολογητικών, ώστε να ανασταλεί η εκποίηση.
Υπενθυμίζεται ότι η συγκεκριμένη ομάδα δανειοληπτών έχει το δικαίωμα, βάσει νομοθεσίας, να πτωχεύσει και να απαλλαγεί εντός μίας τριετίας από τα χρέη του, υπό την προϋπόθεση ότι θα ρευστοποιηθεί το σύνολο της περιουσίας του, ακίνητης και κινητής.
Την κύρια κατοικία θα αποκτά ο υπό σύσταση φορέας που προαναφέρθηκε και ο πρώην ιδιοκτήτης θα μπορεί να παραμείνει σε αυτό ως ενοικιαστής, καταβάλλοντας ένα μίσθωμα με όρους αγοράς για 12 χρόνια. Μετά την περίοδο αυτή θα έχει τον πρώτο λόγο για την επαναγορά του, καταβάλλοντας τίμημα ίσο με την τότε εμπορική αξία.
Με δεδομένο όμως ότι ο φορέας δύσκολα θα λειτουργήσει πριν από το β΄ τρίμηνο του 2022, τράπεζες και κυβέρνηση έχουν συμφωνήσει πως μέχρι τότε θα πρέπει να καταβάλλεται ενοίκιο αντί δόσης από τους δανειολήπτες.
Ενα μέρος του θα καλύπτεται από το επίδομα στέγασης και το υπόλοιπο από τον δανειολήπτη. Και αυτό διότι οι θεσμοί δεν δέχθηκαν ο ιδιοκτήτης να μην πληρώνει τίποτα στο μεταβατικό διάστημα.
Δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί τι θα συμβεί εάν δεν είναι συνεπής με τις πληρωμές των μισθωμάτων που θα συμφωνηθούν. Τραπεζικοί κύκλοι εκτιμούν ότι οι σχετικές αποφάσεις θα έχουν ληφθεί μέχρι τα τέλη Ιουλίου, ώστε από τον Σεπτέμβριο να μπει μια τάξη και σε αυτές τις υποθέσεις.
2. Κατοικίες αξίας έως 200.000 ευρώ: Πρόθεση των τραπεζών είναι να μην ξεκινήσουν άμεσα οι πλειστηριασμοί για ακίνητα αξίας 150.000 – 200.000 ευρώ και άνω. Ωστόσο, το πλαφόν αυτό θα μειώνεται σταδιακά μέχρι να φτάσουμε στο σημείο να σώζονται αποκλειστικά κατοικίες ευάλωτων με τη μίσθωσή τους από τον φορέα που θα δημιουργηθεί για αυτόν τον σκοπό. Φυσικά, σε περιπτώσεις στρατηγικών κακοπληρωτών το παραπάνω όριο δεν εφαρμόζεται και οι πλειστηριασμοί προχωρούν κανονικά.
20.000 οφειλέτες με χρέη €1 δισ. ζητούν ρύθμιση
Σχεδόν 20.000 οφειλέτες με τραπεζικά χρέη άνω του 1 δισ. ευρώ έκαναν τις πρώτες 3 εβδομάδες ενεργοποίησης της πλατφόρμας του εξωδικαστικού μηχανισμού αίτημα για ρύθμισή τους. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο αριθμός των νέων υποβολών διατηρείται μέχρι σήμερα σε υψηλά επίπεδα, φτάνοντας σε ημερήσια βάση τις 500-600. Αυτό σημαίνει ότι αν ο ρυθμός αυτός παραμείνει σταθερός, μέχρι και το τέλος Ιουλίου οι αιτήσεις θα ξεπεράσουν τις 30.000.
Οπως λένε τραπεζικές πηγές, πρόκειται για μεγέθη διπλάσια του αναμενομένου, καταδεικνύοντας την ανάγκη μεγάλης μερίδας της αγοράς να κλείσει άμεσα τις εκκρεμότητες του παρελθόντος. Μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι ήδη στο 60% των αιτημάτων υπάρχει συγκατάθεση των οφειλετών για την άρση φορολογικού και τραπεζικού απορρήτου. Εξάλλου, από το σύνολο των αιτήσεων έως σήμερα οι 12.000 αφορούν επιχειρηματικά ανοίγματα και τα υπόλοιπα χορηγήσεις λιανικής.
Στην πλειονότητά τους τα δάνεια αυτά είναι είτε μη εξυπηρετούμενα ή ήδη ρυθμισμένα. Το δεύτερο προβληματίζει σε κάποιον βαθμό τις τράπεζες, καθώς πρόκειται κατά βάση για προβληματικά στο παρελθόν ανοίγματα, που έχουν αναδιαρθρωθεί επιτυχώς και τώρα ζητείται το κάτι παραπάνω.
Ανώτατο στέλεχος εταιρείας διαχείρισης επισημαίνει πως δύσκολα θα μπορέσουν οι δανειολήπτες αυτοί να πετύχουν καλύτερους όρους από τη ρύθμιση που ήδη έχουν, ειδικά αν αυτή είχε συμφωνηθεί μετά το 2018, καθώς έκτοτε όλες οι αναδιαρθρώσεις είναι ιδιαίτερα γενναιόδωρες.
Καθυστερήσεις
Σε κάθε περίπτωση πάντως, το υψηλό ενδιαφέρον για τον εξωδικαστικό μηχανισμό δημιουργεί αισιοδοξία ότι το συγκεκριμένο εργαλείο θα συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στην προώθηση βιώσιμων ρυθμίσεων. Σημειώνεται ότι η επεξεργασία των υποβληθεισών αιτήσεων δεν ξεκίνησε ακόμη από τις τράπεζες, καθώς δεν έχει συνδεθεί με την online πλατφόρμα η βάση δεδομένων της ΑΑΔΕ και των Ασφαλιστικών Ταμείων. Αυτό εκτιμάται ότι θα γίνει μέσα στο επόμενο 10ήμερο.
Επίσης, δεν έχει εκδοθεί προς ώρας η απόφαση για τη σύμβαση των πιστωτών και ο αλγόριθμος για την αυτόματη διαμόρφωση της βέλτιστης ρύθμισης για το κομμάτι των τραπεζικών χρεών. Εκτιμάται ότι μέχρι τις αρχές Αυγούστου η εκκρεμότητα αυτή θα έχει τακτοποιηθεί και οι πρώτες προτάσεις στους ενδιαφερομένους για ρύθμιση θα υποβληθούν μέσα στο καλοκαίρι. Εξάλλου, ούτως ή αλλιώς οι πιστωτές έχουν από τον νόμο προθεσμία 2,5 μηνών για την παρουσίαση στον οφειλέτη της προτεινόμενης αναδιάρθρωσης, η οποία κατά πάσα πιθανότητα θα τηρηθεί.