Με οδηγό το σχέδιο 800/35 πορεύεται ο Αλέξης Τσίπρας και αυτό θα έχει ως σημαία ουσιαστικά στην εναρκτήρια ομιλία του σήμερα το απόγευμα στην Προγραμματική Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία στο Κατράκειο Θέατρο στην Νίκαια, όπου θα παρουσιαστεί, συζητηθεί επί τρεις ημέρες το πρόγραμμα του κόμματος.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ με το κλάσμα 800/35, δηλ. 800 ευρώ κατώτατος μισθός και 35 ώρες εργασίες, δείχνει ότι υιοθετεί, κατά τους συνεργάτες του, ένα ευρωπαϊκό, σύγχρονο, αριστερό και «πράσινο» πρόγραμμα με ριζοσπαστικές και εφαρμόσιμες προτάσεις, το οποίο ανταποκρίνεται στα συμφέροντα της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας.
Μάλιστα από την Κουμουνδούρου λένε, ενόψει και της σημερινής του ομιλίας, ότι αυτό γίνεται όχι πλέον σε επίπεδο αόριστης επιχειρηματολογίας και ρητορικής, αλλά προγραμματικών δεσμεύσεων για την επομένη των εκλογών και την προοπτική μίας προοδευτικής διακυβέρνησης. Δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός, ότι η πανδημία έχει βάλει de facto ταφόπλακα στην αποτυχημένη συνταγή του νεοφιλελευθερισμού και στο πλαίσιο αυτό τονίζουν και τις παρεμβάσεις του Αλ. Τσίπρα στην πρόσφατη γενική συνέλευση του ΣΕΒ, όπου αναφέρθηκε στον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζον Μπάιντεν, στον ΠΟΥ, στους G7 και στην Ε.Ε. με την αναστολή του συμφώνου σταθερότητας.
«Ο Τσίπρας έχει στην προμετωπίδα του προγράμματος το 800/35. Δηλαδή την άμεση – ως πρώτη δέσμευση που θα υλοποιηθεί – αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ από τα 650 που είναι σήμερα, αφού δύο χρόνια παραμένει παγωμένος παρά τις περί του αντιθέτου προεκλογικές υποσχέσεις της ΝΔ και την υιοθέτηση του 35ωρου χωρίς μείωση μισθού– έστω και πιλοτικά στην αρχή σε επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας και διεύρυνσης εφαρμογής του μέτρου προοδευτικά κατόπιν διαβούλευσης με τους αρμόδιους φορείς» λένε κεντρικά στελέχη της Κουμουνδούρου και συμπληρώνουν: «Το 35ωρο αποτελούσε αίτημα της Αριστεράς και των συνδικάτων την περίοδο προ των μνημονίων. Η σύγκριση μισθών με την Ευρώπη είναι συντριπτική, έχουμε την 5η χειρότερη αγοραστική δύναμη εργαζομένων στην ΕΕ.».
Από το επιτελείο του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνουν ότι πρόκειται για δύο επιθετικές θέσεις, τις οποίες επανέλαβε εμφατικά ενώπιον των εκπροσώπων του ΣΕΒ που –κατά τα ίδια τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης- είδαν με ικανοποίηση να ψηφίζεται το νομοσχέδιο Μητσοτάκη – Χατζηδάκη.
«Αποτελούν την κορωνίδα του προγράμματος για τα εργασιακά, που πλαισιώνονται από την ενίσχυση των συλλογικών συμβάσεων, την ενίσχυση του ΣΕΠΕ για ελέγχους αλλά και εργασιακά δικαιώματα πιο μπροστά από ότι είχε ισχύσει ποτέ στην Ελλάδα» λένε και συμπληρώνουν: «Πρόκειται για θέσεις και προτάσεις που δεν έχουν διατυπωθεί την τελευταία δεκαετία και με τις οποίες ο Τσίπρας ανοίγει δρόμο, βάζοντας τις ανοιχτά στο δημόσιο διάλογο και μάλιστα ως προγραμματικές δεσμεύσεις, ενώ φαίνεται πως συντονίζεται με τις προτάσεις και ανησυχίες της παγκόσμιας νέας Αριστεράς». Μάλιστα επ’ αυτού τονίζουν τις αλλαγές στο εργασιακό και τις αυξήσεις μισθών στην Ισπανία και Πορτογαλία που υπάρχουν προοδευτικές κυβερνήσεις συνεργασίας, αλλά και προτάσεις της υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ, Κορτέζ.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην ολική επαναφορά του κοινωνικού κράτους με σημαντική αύξηση των δαπανών για την Υγεία ώστε να φτάσει σταδιακά την απολυμένη τετραετία στο μέσο όρο της Ευρώπης στο 7% του ΑΕΠ, 15.000 μόνιμες προσλήψεις για ΕΣΥ, την ώρα που η κυβέρνηση ανοίγει και πάλι – μετά το διάλειμμα της πανδημίας – τη συζήτηση για ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών του ΕΣΥ. Αντίστοιχα μιλάνε για την ενίσχυση της δημόσιας Παιδείας, που διαρκώς υποβαθμίζεται από την κυβέρνηση με κατάργηση του νόμου Κεραμέως, που κόβει δελτία τουλάχιστον 25.000 μαθητές από τα ΑΕΙ και επαναφορά του σχεδιασμού για δημιουργία νέων πανεπιστημιακών τμημάτων για τη προοπτική ελεύθερης πρόσβασης σε σχολές που δε συγκεντρώνουν υψηλή ζήτηση.
Στο άλλο σημείο που στέκονται είναι η ρύθμιση και πρόβλεψη διαγραφής μέρους του ιδιωτικού χρέους της πανδημίας προς το Δημόσιο («όσο και να μιλούν για λεφτόδεντρα, ο ΣΥΡΙΖΑ το έχει ήδη κάνει με την ρύθμιση για ασφαλιστικά ταμεία το 2018 που υπήρχε κούρεμα της ονομαστικής οφειλής» είναι η χαρακτηριστική τους φράση), καθώς και ρύθμιση ιδιωτικού χρέους προς τις τράπεζες (δες σχετική παρουσίαση για επανεκκίνηση της οικονομίας). Συνολικά, κατά το οικονομικό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.- το χρέος αυτό έχει ξεπεράσει τα 17 δις. μόνο τους μήνες της πανδημίας και οποιαδήποτε συζήτηση για επανεκκίνηση της οικονομίας χωρίς να αντιμετωπιστεί το ιδιωτικό χρέος είναι ουτοπική.
Επίσης, εστιάζουν και στο σχέδιο για παρέμβαση στον τραπεζικό τομέα με άσκηση των δικαιωμάτων που διατηρεί το Δημόσιο λόγω των ανακεφαλαιοποιήσεων, ώστε να μπορέσει να επιτελέσει το ρόλο της στην χρηματοδότηση της οικονομίας, κάτι που οι τράπεζες παρά την πρωτοφανή ρευστότητα που έχουν αρνούνται να κάνουν και κρατούν κλειστές τις κάνουλες για το 95% των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των επαγγελματιών.
Από την ομιλία του Αλ. Τσίπρα δεν μπορεί να απουσιάζει και το σχέδιο μίας «Πράσινης Επανάστασης» -αυτός είναι ο όρος που χρησιμοποιούν- για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, τα καταστροφικά αποτελέσματα της οποίας μάλιστα βλέπουμε τις ημέρες που διανύουμε σε όλον τον πλανήτη.
«Η κλιματική κρίση σηματοδοτεί και αυτή την ανάγκη να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο. Έτσι το “πράσινο” πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν χαρίζει απλά πόρους στους ιδιωτικούς κολοσσούς της ενέργειας αλλά ανατρέπει τα κακώς κείμενα του ελληνικού παραγωγικού μοντέλου» λένε κεντρικά στελέχη και συμπληρώνουν τις εξής προβλέψεις του σχεδίου του κόμματος: α) η Εισαγωγή του κλιματικού και περιβαλλοντικού αποτυπώματος σε όλα τα χρηματοδοτικά και αναπτυξιακά εργαλεία, β) η Εισαγωγή του κριτηρίου της ανθεκτικότητας για όλες τις χρηματοδοτήσεις εθνικές και ευρωπαϊκές, γ) το «Πρασίνισμα» της τουριστικής βιομηχανίας σε όλα τα επίπεδα. «Ακόμα πιο φανερή γίνεται αυτή η πολιτική κατεύθυνση στο ζήτημα της συμμετοχής της κοινωνίας μέσα από τις ενεργειακές κοινότητες. Ένα πρωτοποριακό εργαλείο ενεργειακής δημοκρατίας» τονίζουν και στέκονται στην ρήτρα με την εξής επισήμανση: «Το 50% των αδειών ΑΠΕ να κατανέμεται δεσμευτικά σε ενεργειακές κοινότητες, νοικοκυριά, μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αγρότες, με κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία και με προνομιακές ρυθμίσεις πρόσβασης στα δίκτυα/συνδέσεις».