Η δολοφονία της Καρολάιν ως δείκτης κοινωνικής παθολογίας

Είναι απαραβίαστη δεοντολογική αρχή να μη διατυπώνονται στον δημόσιο διάλογο διαγνώσεις και ψυχιατρικές εκτιμήσεις ως προς την ενδεχόμενη ψυχοπαθολογία και τα βαθύτερα κίνητρα αυτής της καταστροφικότητας.

Η ελληνική κοινωνία βγαίνει δειλά-δειλά από μια πολυεπίπεδη κρίση και στην αρχή της ανάκαμψης συγκλονίζεται από μια φρικιαστική γυναικοκτονία. Η αρχική συμπάθεια προς τον αυτοθυματοποιημένο δράστη μετατρέπεται σε οργή μετά την αποκάλυψη της πράξης του. Ενα αίσθημα ανοίκειου σε σχέση με την ανθρώπινη φύση.

Είναι απαραβίαστη δεοντολογική αρχή να μη διατυπώνονται στον δημόσιο διάλογο διαγνώσεις και ψυχιατρικές εκτιμήσεις ως προς την ενδεχόμενη ψυχοπαθολογία και τα βαθύτερα κίνητρα αυτής της καταστροφικότητας.

Μια τέτοια ενδελεχής εκτίμηση μπορεί να γίνει αυστηρά και μόνο με συστηματική εξέταση του δράστη σε κλινικό πλαίσιο και με τη βοήθεια διαγνωστικών-ψυχομετρικών εργαλείων.

Ωστόσο, είναι αναγκαίο να διατυπώσουμε μερικές γενικές παρατηρήσεις:

l Από τα μέχρι τώρα δεδομένα φαίνεται να μην υπάρχει σύνδεση ψυχικής ασθένειας με την αποτρόπαια πράξη και επομένως οποιοδήποτε ελαφρυντικό για τον μη καταλογισμό.

l Η μεθοδικότητα, η χειριστικότητα, η μυθοπλαστική ικανότητα και το απόλυτο έλλειμμα ενσυναίσθησης του δράστη εναρμονίζονται με το συναισθηματικό πάγωμα της προσπάθειας εκλογίκευσης και την έλλειψη κάθε αυθεντικής συναισθηματικής δόνησης στην εκ των υστέρων δημόσια παρουσία του.

l Παρατηρούμε τον δράστη να είναι παρατηρητής της δικής του αφήγησης, αποστασιοποιημένος και ψύχραιμος, χωρίς ενοχές, αναστολές και ηθικό φραγμό.

l Η διαταραχή προσωπικότητας που στην προκειμένη περίπτωση θα χαρακτηριζόταν ως αντικοινωνική δεν πρέπει να ταυτίζεται με την ψυχική ασθένεια, παρόλο που αποτελεί ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα της ψυχιατρικής και της εγκληματολογίας. Προσωπικά με βρίσκει αντίθετο η ψυχιατρικοποίηση ή ιατρικοποίηση συμπεριφορών οι οποίες παρεκκλίνουν από τις κοινωνικές και πολιτισμικές νόρμες και εντάσσονται στη σφαίρα του κοινού ποινικού δικαίου.

l Ορισμένα χαρακτηριστικά αυτής της διαταραχής προσωπικότητας (αντικοινωνικής ή δυσκοινωνικής) είναι η συναισθηματική σκληρότητα και αδιαφορία για τα συναισθήματα των άλλων, η έλλειψη σεβασμού απέναντι στα κοινωνικά πρότυπα, κανόνες και υποχρεώσεις παρά τη φαινομενική υπερπροσαρμογή σε αυτά, η ανικανότητα διατήρησης σχέσεων διαρκείας, παρά την αρχική ευκολία σύναψής τους μέσω σαγηνευτικής συμπεριφοράς, πολύ μικρή ανοχή στη ματαίωση, χαμηλή ουδό στην εκτόνωση της επιθετικότητας, συμπεριλαμβανομένης και της βίας, ανικανότητα βιώματος ενοχής και εκσεσημασμένη τάση μετάθεση της ευθύνης στους άλλους και διατύπωσης αληθοφανών εκλογικευτικών σχημάτων για τη δικαιολόγηση της συμπεριφοράς.

l Αυτή η διαταραχή αρχίζει και εμφανίζεται στην προεφηβεία και την εφηβεία και συχνά χαρακτηρίζεται από έντονα ξεσπάσματα θυμού και ακατέργαστη επιθετικότητα.

Φίδια με κοστούμια

Τα άτομα με αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας κατατάσσονται σε ένα ευρύ φάσμα, του οποίου ο ένας πόλος μπορεί να περιλάβει περιπτώσεις ακραία αποδιοργανωμένων, παρορμητικών και σαδιστικών ατόμων και ο άλλος πόλος του συνεχούς να περιλαμβάνει ακόμη και σαγηνευτικούς και ραφιναρισμένος αστούς, όπως τους περιέγραψαν οι Babiak & Hare στο βιβλίο τους «Φίδια με κοστούμια» (2007).

Ο σαδισμός, το βίωμα της ευχαρίστησης μέσω της κυριαρχίας και της οδύνης του άλλου, είναι κλινικά εμφανή σε αυτά τα άτομα, στη σκληρότητα απέναντι στα ζώα κατά την παιδική ηλικία, ιδιαίτερα προς τα κατοικίδια.

Η πρόκληση του βασανιστηρίου αποτελεί την προσπάθεια του παιδιού να αμυνθεί απέναντι στην ίδια του την ανημποριά μέσω της επιβολής παντοδύναμου ελέγχου πάνω σε ένα άλλο αντικείμενο.

Με άλλα λόγια, έχουμε να κάνουμε με την ανάδυση ενός πρωτόγονου φθόνου: Εφόσον δεν σε ελέγχω και δεν σε έχω όπως θέλω εγώ, θα σε καταστρέψω.

Ο κακοήθης ναρκισσισμός του δράστη τον ώθησε να υφάνει ένα ολόκληρο επικοινωνιακό χειριστικό παιχνίδι με στόχο την παραπλάνηση, τη χειραγώγηση των οικείων του, την κοινή γνώμη, την ψευδαίσθηση του ελέγχου όλων των άλλων και, σε τελευταία ανάλυση, την αποφυγή της τιμωρίας του.

Οντας ο ίδιος ανίκανος ενσυναίσθησης και αναστοχασμού, επεξεργασίας τύψεων και ενοχών, αποστασιοποιήθηκε από την ίδια την πράξη του οργανώνοντας με συστηματικότητα μια «συνεκτική» αφήγηση, η οποία αρχικά τροφοδότησε ένα κοινωνικό στερεότυπο και συλλογική προκατάληψη εισβολέων αλλοδαπών.

Ενας επιτυχημένος και όμορφος, με κοινωνική δικτύωση ενήλικος 27 χρόνων που συνάπτει σχέση με μια 14χρονη έφηβη το κάνει από αυθεντική αγάπη ή χρησιμοποιεί τη μαθήτρια ως ναρκισσιστικό λάφυρο, προκειμένου να τη μορφοποιήσει όπως ο ίδιος επιθυμεί; Και η εγκυμοσύνη στα 18 πριν η ίδια αποκτήσει οποιαδήποτε δυνατότητα αυτονομίας δεν είναι μια πρόσθετη ένδειξη της επιθυμίας του για πατριαρχικό έλεγχο και ενδεχομένως εξευτελισμό του άλλου μέσω της άκριτης υποταγής του;

 

Ο Χορός της τραγωδίας

Στην αρχή η είδηση προκάλεσε ακροδεξιά έξαρση με κραυγές για απελάσεις, αυτοάμυνα, οπλοκατοχή και θανατική ποινή. Το θυμικό εις βάρος στοιχειωδών δημοκρατικών κανόνων. Στη συνέχεια ξεκίνησε ένα debate, πάλι ιδεολογικά φορτισμένο, για τον όρο γυναικοκτονία, συσκοτίζοντας για πολλοστή φορά την ανάγκη μιας ουσιαστικής και νηφάλιας συζήτησης για την αποκωδικοποίηση του τρόπου με τον οποίο διαμορφώνονται αυτές οι αντικοινωνικές προσωπικότητες.

Το πιο νοσηρό ήταν η δημοσιοποίηση και ο σχολιασμός αποσπασμάτων του ημερολογίου του θύματος, χωρίς κανένα ενδιαφέρον για την ποινική διαδικασία, με υπόρρητη πρόθεση διασυρμού της Καρολάιν. Και βέβαια οι συμβουλές συνδικαλιστή αστυνομικού προς επίδοξους γυναικοκτόνους πώς θα «πέσουν στα μαλακά».

Ξεχωριστή θέση στον κοινωνικό θόρυβο έχει ο ρόλος της «ψυχολόγου» που έβλεπε το θύμα πριν τη δολοφονία του. Πέρα από την αναξιοπιστία των τίτλων της και την απάτη που αυτό συνεπάγεται πρέπει να υπογραμμιστεί ότι κατά δήλωση της ίδιας έβλεπε το θύμα με τον δράστη μαζί και χωριστά, κάτι που παραβιάζει κάθε έννοια ψυχοθεραπευτικής δεοντολογίας, επιστημονικής συγκρότησης και παραπέμπει περισσότερο στην ικανότητα του γυναικοκτόνου να χειριστεί δι’ ίδιον όφελος και την υποτιθέμενη ψυχολόγο για την εκπλήρωση του σχεδίου του αλλά και τη δική της  απόλυτη ανεπάρκεια και το ηθικό έλλειμμα πίσω από την όπως-όπως άσκηση ενός κλινικού επαγγέλματος το οποίο εξευτέλισε.

 

Συμπερασματικά

Οφείλουμε ως κοινωνία να διαπραγματευτούμε με μια διπλή ανασφάλεια και αβεβαιότητα:

l Την αποκωδικοποίηση τέτοιων καταστροφικών συμπεριφορών οι οποίες προέρχονται από «σαγηνευτικούς ανθρώπους της διπλανής πόρτας».

l Την προστασία της δημόσιας υγείας, μέσα από αυστηρές θεσμικές παρεμβάσεις ανεξαρτήτως συντεχνιακού κόστους, από κάθε είδους κομπογιαννίτες οι οποίοι εκμεταλλεύονται την ψυχική οδύνη και τα ενδοοικογενειακά αδιέξοδα προσφέροντας δήθεν υπηρεσίες ψυχικής υγείας.

Θεσμικά καθίσταται απολύτως αναγκαία η δημιουργία ενός δικτύου κοινωνικών δομών στις οποίες θα μπορούν να απευθύνονται με όρους εμπιστευτικότητας και προστασίας γυναίκες που κακοποιούνται, απειλούνται, φοβούνται, υποφέρουν μέσα σε σχέσεις δηλητηριασμένες από τα χειρότερα κατάλοιπα μας πατριαρχικής κουλτούρας.

Ο κ. Στέλιος Στυλιανίδης είναι ψυχίατρος-ψυχαναλυτής-ομαδικός αναλυτής, καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ιδρυτής και επίτιμος πρόεδρος ΕΠΑΨΥ.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.