Τα μέλη της διοίκησης της ΕΚΤ προγραμματίζουν νέα συνάντηση την ερχόμενη εβδομάδα, στο πλαίσιο της διαδικασίας αναθεώρησης της στρατηγικής της τράπεζας. Σύμφωνα με τον Ντέιβιντ Μαρς, πρόεδρο του Official Monetary and Financial Institutions Forum, τον οποίο αποκαλείται το Bloomberg, η συνάντηση θα ξεκινήσει το απόγευμα της Τρίτης και είναι πιθανό να διαρκέσει ως την Πέμπτη.
Αν και η ίδια η ΕΚΤ δεν επιβεβαίωσε ούτε διέψευσε την πληροφορία, η αλήθεια είναι πως οι 25 της διοίκησης θα έχουν πολλά να συζητήσουν. Μια πρόγευση μας έδωσε η δήλωση της Κριστίν Λαγκάρντ στην Ευρωβουλή, η οποία προειδοποίησε πως η οικονομία της ευρωζώνης εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρούς κινδύνους από τις μεταλλάξεις του κορονοϊού και κυρίως την «Δέλτα» – κάτι που θα μπορούσε και να ερμηνευθεί και ως «παράθυρο» για συνέχιση του QE και μετά τον Μάρτιο του 2022.
Οι «25», όμως, έχουν και πολλά ακόμη να λάβουν υπόψη τους προτού καταλήξουν στην τελική θέση που θα τηρήσουν. Πολύ περισσότερο καθώς ανάλογες συζητήσεις διεξάγονται παράλληλα και σε ένα άλλο επίπεδο – το πολιτικό.
Θα ανοίξουν οι παλιές πληγές;
Εκεί, μάλιστα, πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι οδεύουμε προς μια σκληρή αντιπαράθεση. Τα στρατόπεδα έχουν ήδη αρχίσει να διαμορφώνονται, να οικοδομούν τις συμμαχίες τους και να προβάλλουν τις κόκκινες γραμμές τους, καθιστώντας ολοένα πιο σαφές ότι η επίτευξη συμβιβασμού και η συμφωνία γύρω από μια κοινή γραμμή στην μετά-Covid εποχή θα αποτελέσει μια εξαιρετικά επίπονη διαδικασία. Μια διαδικασία η οποία είναι πιθανό να ανοίξει ξανά παλιές πληγές στο «σώμα» της Ευρώπης, που ούτως ή άλλως ποτέ δεν έκλεισαν εντελώς.
Η προσπάθεια, μάλιστα, που καταβάλλουν ορισμένοι να χαμηλώσουν τους τόνους και να διακωμωδήσουν την κατάσταση, συχνά καταλήγει σε αντίθετα αποτελέσματα. Όπως, για παράδειγμα, τα όσα είπε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μπρινό λε Μερ, στη διάρκεια μιας διάσκεψης που οργάνωσε ο πορτογαλική προεδρία της ΕΕ, την παραμονή της παράδοσης της σκυτάλης στην Σλοβενία.
«Πραγματικά πιστεύω πως χρειαζόμαστε αυτού του είδους τις συναντήσεις. Ίσως την επόμενη φορά θα μπορούσατε να καλέσετε και τον Ολλανδό υπουργό Οικονομικών, έτσι για να κάνουμε και λίγο πλάκα ανάμεσά μας», είπε ο Μπρινό λε Μερ, σύμφωνα τουλάχιστον με το Politico.
Η υπόθεση, ωστόσο, μόνο πλάκα δεν έχει, καθώς από την έκβαση της επικείμενης αναμέτρησης θα εξαρτηθούν πολλά – για την ΕΕ, την ευρωζώνη, τα κράτη-μέλη και τις ισορροπίες ανάμεσά τους. Τα ερωτήματα, άλλωστε, έχουν τεθεί ήδη στο τραπέζι και είναι «καυτά».
Θα αλλάξουν τα όρια του 3% και του 60% επί του ΑΕΠ για το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος; Για πόσο διάστημα ακόμη θα συνεχίζουν να βρίσκονται στον «πάγο»; Στη συνέχεια δε, πόσο «ευέλικτα» μπορούν να ερμηνεύονται και να εφαρμόζονται; Και τέλος, τα ευρωομόλογα που άρχισαν να εκδίδονται προκειμένου να χρηματοδοτηθεί το Ταμείο Ανάκαμψης, αποτελούν μια ad hoc επιλογή ή θα αποκτήσουν πιο μόνιμο χαρακτήρα;
Και η Μέρκελ στο πλευρό των «frugals»
Τα πράγματα άρχισαν να γίνονται πιο δύσκολα από τη στιγμή που κατέστη σαφές ότι το Βερολίνο, ενόψει και των επικείμενων εκλογών, επιστρέφει στη σκληρή θέση και τάσσεται στο πλευρό των λεγόμενων «frugals». Μετά τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που πρώτος έβγαλε το… τσεκούρι του πολέμου – μην διστάζοντας να προειδοποιήσεις ακόμη και τον πρώην σύμμαχό του Μάριο Ντράγκι – και τον σοσιαλδημοκράτη υπουργό Οικονομικών, Όλαφ Σολτς, ο οποίος πρακτικά υιοθέτησε τη γραμμή Σόιμπλε, σειρά πήρε η Ανγκελα Μέρκελ.
Παρά το γεγονός ότι η ίδια διάγει τις τελευταίες εβδομάδες του πολιτικού της βίου, καθώς μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου θα συνταξιοδοτηθεί, φρόντισε να ξεκαθαρίσει πως και η ίδια έχει παρόμοιες απόψεις – αφήνοντας, έτσι, παρακαταθήκη στον υποψήφιο των Χριστιανοδημοκρατών και πιθανό διάδοχό της στην καγκελαρία, Άρμιν Λάσετ.
«Η ΕΕ οφείλει να είναι καλύτερα εξοπλισμένη ώστε να δρα και να λαμβάνει κοινές αποφάσεις ταχύτερα, καθώς και να τις υλοποιεί (…) Αυτό σημαίνει πως πρέπει να εφαρμόσουμε μια ισχυρή δημοσιονομική πολιτική, προκειμένου να διαθέτουμε τα αναγκαία περιθώρια κινήσεων για να αντιμετωπίσουμε μελλοντικές κρίσεις», είπε την Τρίτη στο Οικονομικό Φόρουμ των Βρυξελλών.
Ο Νότος θέλει συμβιβασμό, αλλά…
Η θέση αυτή, ωστόσο, αν και ενθουσιάζει τους εταίρους της Γερμανίας στην Ολλανδία, την Αυστρία και τις σκανδιναβικές χώρες, προκαλεί έντονη ανησυχία και αντιδράσεις στον Νότο. Και μάλιστα, όχι μόνο ανάμεσα στους «μικρούς», όπως συνέβη στην προηγούμενη κρίση του 2008-2010, αλλά και στους ισχυρούς εταίρους της.
Η αλήθεια, βεβαίως, είναι πως Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία προσπαθούν να διατυπώσουν τις θέσεις τους με τέτοιο τρόπο ώστε να αφήσουν περιθώρια συμβιβασμού, ικανοποιώντας την απαίτηση των «Βορείων» για συγκεκριμένους κανόνες και ελεγκτικές διαδικασίες – για μνημόνια που δεν θα ονομάζονται μνημόνια, με άλλα λόγια.
«Το κοινό χρέος θα πρέπει να αποτελέσει ένα πιο μόνιμο επενδυτικό εργαλείο στην Ευρώπη, ειδικά για την υπόθεση της κλιματικής μετάβασης. Με ένα αναγκαίο συμπλήρωμα: Τα κράτη-μέλη θα οφείλουν να τηρούν τις δεσμεύσεις τους όσον αφορά στα δημόσια οικονομικά και την ποιότητα των δημόσιων δαπανών», είπε χαρακτηριστικά ο λε Μερ.
Από την πλευρά της, η ομόλογός του από την Ισπανία, Νάντια Καλβίνο, ισχυρίστηκε πως η χώρα της δεν επιθυμεί την απάλειψη τω ορίων του 3% και 60% για το έλλειμμα και το χρέος, μιας και αποτελούν μέρος των ευρωπαϊκών Συνθηκών. Ωστόσο, πρόσθεσε, πρέπει να επανεξετάσουμε την «μεθοδολογία», η οποία είναι «πολύ περίπλοκη» και είναι ανάγκη να «γίνει πιο απλή».
Σε ανάλογη κατεύθυνση κινείται και η Ρώμη – εξάλλου, παρά τις «αστραπές» του Σόιμπλε», ουδείς θα μπορούσε να φανταστεί ότι ο Ιταλός πρωθυπουργός έχει αλλάξει πλήρως άποψη από την περίοδο που ήταν επικεφαλής της ΕΚΤ.
Πολλά τα μέτωπα
Οι παραπάνω θέσεις, ωστόσο, δεν σημαίνουν πως ο συμβιβασμός είναι δεδομένος. Πολύ περισσότερο καθώς οι Γερμανοί και οι σύμμαχοί τους έχουν συνηθίσει να δίνουν έμφαση στις «λεπτομέρειες» (πιστεύοντας σταθερά πως εκεί κρύβεται συνήθως ο διάβολος), ενώ διαβλέποντας τη διαλλακτικότητα των Νοτίων θα επιχειρήσουν να τα πάρουν όλα, όπως συνηθίζουν.
Η υπόθεση έχει, φυσικά, πολλές ακόμη παραμέτρους. Όπως, για παράδειγμα, τη στάση που θα τηρηθεί απέναντι στην Πολωνία, την Ουγγαρία και την υπόλοιπη Ομάδα του Βίζεγκραντ, που προβάλλει ολοένα περισσότερες απαιτήσεις, μη συμμορφούμενη με τις ευρωπαϊκές νόρμες.
Σίγουρα, μετά από όλες αυτές τις μάχες που – αναπόφευκτα – θα δοθούν, η ΕΕ δεν θα είναι ίδια…