Δεν είναι ο κόσμος των επιχειρήσεων και των επαγγελματιών, αλλά ο κόσμος της… μικροπολιτικής το μεγάλο πρόσκομμα για έναν πιο καθαρό και βιώσιμο πλανήτη. Το αποκάλυψε με σαφή και λεπτομερή στοιχεία έκθεση του ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου που δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα αναστατώνοντας ακόμα περισσότερο το ήδη τεταμένο κλίμα των διαπραγματεύσεων που βρίσκονται εν εξελίξει στις Βρυξέλλες για την αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ (τη νέα ΚΑΠ της περιόδου 2023-2030).
Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής
Σύμφωνα με το εδρεύον στο Λουξεμβούργο ανώτατο Δικαστήριο, οι μαζικές επιδοτήσεις που χορηγήθηκαν την περίοδο 2014-2020 στους ευρωπαίους αγρότες για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, δεν έφεραν κανένα απολύτως αποτέλεσμα.
Μιλάμε για περίπου 100 δισ. ευρώ. Το ένα τέταρτο του προϋπολογισμού της ΚΑΠ. Και το 10% των συνολικών κονδυλίων της ΕΕ που εισέπραξε την περίοδο αυτή ο αγροτικός τομέας της Ευρώπης και κατέληξαν στον πίθο των Δαναΐδων. Οι ρύποι αυτοί προέρχονται κατά το ήμισυ από την κτηνοτροφία, την εκτροφή αγελάδων κατά κύριο λόγο, τα κοπάδια των οποίων δεν μειώθηκαν κατά τα συμπεφωνημένα.
Αγελάδες και λιπάσματα παντού
Εν προκειμένω οι «σοφοί του Λουξεμβούργου» αμφισβητούν μια πολιτική που προωθεί την εκτροφή ζώων και την υπερκατανάλωση κρέατος. Και προτείνουν την επιβολή πλαφόν ζωικής παραγωγής για κάθε κράτος-μέλος της ΕΕ.
Η τοποθέτηση αυτή του Ελεγκτικού Συνεδρίου διαλύει τις υποψίες των συνωμοσιολόγων περί υπαγορευόμενης από τη Γερμανία και τις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά απόφασης με στόχο να πλήξει τις χώρες της Νότιας Ευρώπης, κυρίως τη Γαλλία, την Ισπανία και την Ιταλία, που εισπράττουν τη μερίδα του λέοντος από τα κονδύλια της ΚΑΠ. Διότι τεράστιες φάρμες εκτροφής αγελάδων έχει, ως γνωστόν, και η φίλη και συνοδοιπόρος του Βερολίνου, Ολλανδία. Και η ίδια η Γερμανία, εξάλλου, τα τελευταία χρόνια έχει αναπτύξει μεγάλη αγροτική παραγωγή (και γεωργική εκτός από κτηνοτροφική).
Πέρα από τη συμβολή της κτηνοτροφίας στην αντιστάθμιση και εν τέλει «ακύρωση» άλλων επίπονων και κοστοβόρων προσπαθειών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, την περίοδο 2010-2018 αυξήθηκαν και οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που προκαλούνται από τα χημικά απόβλητα και από εκρέοντα λιπάσματα, υπογραμμίζουν οι συντάκτες της έκθεσης. Και διαπιστώνουν ότι «το διάστημα αυτό δεν εγκαταστάθηκαν υποδομές και δεν υιοθετήθηκαν πρακτικές που συνιστώνται για τη μείωση της χρήσης λιπασμάτων, όπως είναι η βιολογική γεωργία και η καλλιέργεια οσπρίων».
Διαφάνεια και «πράσινα» κίνητρα
Το Ελεγκτικό Συνέδριο απευθύνει έκκληση για μεγαλύτερη διαφάνεια σε ό,τι αφορά τη θέση ετήσιων στόχων σε κάθε χώρα-μέλος της ΕΕ για τη μείωση των ρύπων, «κάτι που αρνείται η Επιτροπή των Βρυξελλών», όπως σημειώνει ο ρεπόρτερ της «Le Figaro» Φλοραντέν Κολόμπ. Ζητούν επίσης την υιοθέτηση μιας πολιτικής κινήτρων και αντικινήτρων έναντι των ευρωπαίων αγροτών με βάση την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Κάτι το οποίο επίσης αρνούνται οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που φροντίζουν να μη στενοχωρήσουν την πολιτική τους πελατεία.
Αν και η «Πράσινη Συμφωνία», που έχει προτείνει η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, θέτει ως φιλόδοξο στόχο να μειωθούν κατά 55% οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έως το 2030 και να μηδενιστούν οι ρύποι έως το 2050, «η ΕΕ έχει να παίξει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο για να κινητοποιήσει τον αγροτικό τομέα να συμμετάσχει στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής» σημειώνει ο εκ των συντακτών της έκθεσης του ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου Βιορέλ Στεφάν.
Αλλά κάτι τέτοιο «προϋποθέτει πολιτική βούληση και συστράτευση της ευρωπαϊκής και των εθνικών κυβερνήσεων στους στόχους για μια νέα, περιβαλλοντικά βιώσιμη αγροτική πολιτική», όπως σημειώνει η «Le Figaro». Και τερματισμό φυσικά της μάχης χαρακωμάτων που δίνουν εν προκειμένω το Συμβούλιο των Υπουργών με το Ευρωκοινοβούλιο – και με την Κομισιόν σε ρόλο ειρηνοποιού – για τη νέα ΚΑΠ.
Πηγή: ot.gr