Διάγγελμα προς τον τουρκικό λαό απηύθυνε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με το οποίο δήλωσε ότι η Τουρκία επιστρέφει σταδιακά στην κανονικότητα, αναφορικά με την πανδημία.
Ο Τούρκος πρόεδρος έκανε δηλώσεις, όμως, και για τις συναντήσεις που είχε στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, αναφέροντας ότι και οι τρεις ήταν καλές.
«Συμφωνήσαμε πως πρέπει να πυκνώσουμε τις επαφές μας, έτσι ώστε να βρίσκουμε λύσεις στα πιθανά προβλήματα», ανέφερε τόσο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όσο και για τον Εμανουέλ Μακρόν και τον Τζο Μπάιντεν.
Παράλληλα, δήλωσε ότι ελπίζει πως με τις ΗΠΑ έρχεται μια νέα, θετική εποχή. Ωστόσο, απέφυγε να μιλήσει για το θέμα των S-400, που αποτελεί βασική πηγή διαφωνίας και εντάσεων στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.
Συγκεκριμένα, ο Ερντογάν δήλωσε για τις επαφές του με Μητσοτάκη, Μακρόν και Μπάιντεν:
«Στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, είχαμε πολύ εκτεταμένες συνομιλίες με τους ηγέτες διαφόρων χωρών.
Στις 14 Ιουνίου, την ημέρα της Συνόδου Κορυφής, συναντηθήκαμε με τον Γάλλο Πρόεδρο Μακρόν, τον Βρετανό Πρωθυπουργό Τζόνσον, την Γερμανίδα Καγκελάριο Μέρκελ, τον Έλληνα Πρωθυπουργό Μητσοτάκη και στη συνέχεια με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπάιντεν.
Συμφωνήσαμε να εντείνουμε τις άμεσες επαφές μας με τον κ. Μακρόν, τον Μητσοτάκη και τον Μπάιντεν. Εκφράσαμε αμοιβαία επιθυμία για την εξεύρεση λύσεων.
Η συνάντηση με τον Μπάιντεν ήταν πολύ σημαντική, όσον αφορά την πρώτη μας προσωπική συνάντηση αφότου ανέλαβε τα καθήκοντά του. Σε αυτήν, εκφράσαμε εκατέρωθεν τα γνωστά προβλήματα μεταξύ των χωρών μας και τα θέσαμε ξανά, ενώ ανταλλάξαμε απόψεις στο πλαίσιο της μελλοντικής μας συνεργασίας.
Είμαστε αποφασισμένοι να μετατρέψουμε αυτό το όμορφο κλίμα, το οποίο διαμορφώσαμε με τον κ. Μπάιντεν, ώστε να υπάρξει μέγιστη απόδοση για τις χώρες μας. Πιστεύουμε ότι θα επιλύσουμε τα ζητήματα μεταξύ μας, εντός των αμοιβαίων ευαισθησιών και προσδοκιών μας. Υπό αυτή την προϋπόθεση, είμαστε έτοιμοι να αναπτύξουμε στενές σχέσεις συμμαχίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως και με κάθε άλλη χώρα. Πιστεύουμε ότι έχουμε ανοίξει την πόρτα σε μια νέα εποχή με τις ΗΠΑ σε θετική και εποικοδομητική βάση».