Η ελληνική πολιτική πάντοτε αποτελούσε ενδιαφέρον πεδίο παρατήρησης για τις εγκατεστημένες ξένες πρεσβείες στην Αθήνα. Ιδιαιτέρως την τελευταία δεκαετία, στη διάρκεια της οποίας γύρισε ο κόσμος ανάποδα.
Οι ξένοι αντιμετώπισαν την Ελλάδα σχεδόν ως άλλη πειραματική ζώνη, ως μια βάση καταγραφής των πολλαπλών συνεπειών της μεγάλης οικονομικής κρίσης και αξιολόγησης του πλήθους των κοινωνικών και πολιτικών διεργασιών που επακολούθησαν.
Και δικαίως, αφού εδώ εξελίχθηκαν τα πάντα.
Η οικονομία κατέπεσε, το άλλοτε γαλαντόμο και προστατευτικό κράτος εξαϋλώθηκε και έφτασε να μην μπορεί να καλύψει το πλήθος των υποχρεώσεων που είχε αλόγιστα αναλάβει, ο ελληνικός λαός πέρασε από τη δανεική ευημερία στην εισοδηματική καχεξία, η ανεργία εκτοξεύθηκε στο 26%, οι νέοι άρχισαν να μεταναστεύουν μαζικά, η κοινωνική αντίδραση έλαβε διαστάσεις μοναδικές, ένας ιδιότυπος λαϊκιστικός αντισυστημισμός επικράτησε, τα κυρίαρχα κόμματα χρεοκόπησαν, νέες, άλλοτε περιθωριακές, πολιτικές δυνάμεις ανεδείχθησαν, εξωφρενικές πολιτικές φιγούρες πρωταγωνίστησαν, ακόμη και η ναζιστική Ακροδεξιά βρήκε πεδίο δραστηριότητας και απέκτησε ευκαιρία εισόδου στο Κοινοβούλιο.
Σε εκείνη την ταραγμένη οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά περίοδο, κυβερνήσεις έρχονταν και παρέρχονταν, πρωθυπουργοί κατέπεφταν απομυθοποιούμενοι και άλλοι φιλόδοξοι ανέβαιναν απροσδόκητα τα σκαλιά της εξουσίας, χωρίς αίσθηση των συνθηκών και των καθηκόντων που ανελάμβαναν.
Η χώρα πήγε και ήλθε κάμποσες φορές, ο λαός δοκιμάστηκε, οι συνειδήσεις επηρεάστηκαν, η κρίση εγκαταστάθηκε για τα καλά στη χώρα και εν τέλει από τον εξτρεμισμό των μνημονίων περάσαμε σε έναν νέας μορφής ιδιότυπο συντηρητισμό, που έφερε νέες συνειδητοποιήσεις, επιτρέποντας μόνο στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας να διασωθεί και εν τέλει να ηγηθεί και να είναι αυτό που θα διαχειριστεί την τρέχουσα μεταμνημονιακή περίοδο. Ολες οι άλλες πολιτικές δυνάμεις υποχώρησαν από αυτό κύμα διαρκών μεταπτώσεων από τη μια κατάσταση στην άλλη και ιδιαιτέρως από τη διαρκή μεταβολή ή καλύτερα από τη σχεδόν μόνιμη φθορά των συνειδήσεων που επήλθε τα προηγούμενα χρόνια.
Ετσι το ελληνικό οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό εργαστήρι αποτέλεσε αντικείμενο διαρκούς παρατήρησης και επιτήρησης τα τελευταία χρόνια.
Οι Γερμανοί εγκατέστησαν στην Αθήνα παράρτημα ενός από τα πιο ισχυρά ινστιτούτα που διαθέτουν, οι Γάλλοι επίσης τοποθετήθηκαν αναλόγως, το βρετανικό ενδιαφέρον δεν έλειψε ποτέ παρά το Brexit, οι Αμερικανοί αφιέρωσαν πάμπολλες ώρες στην ελληνική κρίση και οι Ρώσοι από την πλευρά τους θεώρησαν ότι μπορούν να στήσουν εδώ βάσεις επιρροής και ισχύος.
Ολοι κατά βάση μελέτησαν και μελετούν την ελληνική περίπτωση προκειμένου να αντλήσουν συμπεράσματα και να εξηγήσουν τις κοινωνικές και πολιτικές δυναμικές που μπορούν να γεννήσουν τέτοια συγκλονιστικά γεγονότα σαν κι αυτό της υπερχρέωσης και της οικονομικής κατάρρευσης.
Σήμερα λοιπόν με βάση και τις προηγούμενες πολλές εμπειρίες οι αναλυτές των πρεσβειών στην Αθήνα αποδίδουν εξαιρετική σημασία στις επιδράσεις που άσκησαν οι πολλές μεταπτώσεις στη συνείδηση των πολιτών και δι’ αυτών εξηγούν τις τρέχουσες πολιτικές συνθήκες.
Αναγνωρίζουν έτσι ότι το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας απορρόφησε έγκαιρα τα κύματα συντηρητισμού της κοινωνίας που συνήθως συνοδεύουν τέτοιες κατακλυσμιαίες κρίσεις, αποκήρυξε έστω μερικώς τις εμφανείς οικονομικές αιτίες της καταστροφής, όπως το σπάταλο και ανεκτικό κράτος, και μαζί υιοθέτησε το αίτημα αλλαγής και ανανέωσης του πολιτικού προσωπικού της.
Αντιθέτως, καταλογίζουν στα άλλα κόμματα αδυναμία κατανόησης των νέων συνθηκών και εγκλωβισμού στα στερεότυπα των προηγούμενων πολιτικών περιόδων.
Ιδιαιτέρως καταγράφουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ έμειναν άπραγα τα τελευταία δύο χρόνια, δεν άλλαξαν, ούτε ανανεώθηκαν, η αντιπολίτευση που ασκούν είναι τετριμμένη έως παραπλανητική, κοινώς αδυνατούν να μεταφέρουν αισιόδοξα σήματα και μηνύματα στην ελληνική κοινωνία, με αποτέλεσμα να μην καταγράφονται ως εναλλακτικές δυνάμεις εξουσίας, παρά ως εκφράσεις ενός ξεπερασμένου παλαιοκομματισμού. Και επιμένουν πως όσο δεν αλλάζουν, θα φθίνουν και θα χάνουν…