«Η λογοτεχνία, αν κάποτε οι άνθρωποι την πάρουν στα σοβαρά, είναι μία ανθεκτική αξία – μπορεί ακόμα και να παράγει αξίες».
Γιώργος Χειμωνάς
Διαβάζοντας στο προηγούμενο κυριακάτικο «Βήμα» το κείμενό μου, σαν αποτύπωμα στο χαρτί, δοξάζοντας ακόμα μια φορά τη θνήσκουσα τυπογραφία που με έθρεψε με το μαύρο γάλα της μελάνης και που, τώρα, με ξεπροβοδίζει καθώς κι αυτή μας αποχαιρετά, αναγκασμένη από την ηλεκτρονική τεχνολογία, σκέφτηκα μια σημείωση του Claudio Magris για έναν μεγάλο λογοτέχνη και συνάμα ειρωνικό επιφυλλιδογράφο στις γερμανικές εφημερίδες του μεσοπολέμου, τον Γιόζεφ Ροτ (τον οφείλουμε στα ελληνικά στις εκδόσεις Αγρα).
Γράφει λοιπόν ο Μάγκρις γι’ αυτόν τον μέγα στυλίστα και «άγιο πότη»: «Σε μια φυγή χωρίς τέλος και σε απανωτές απώλειες της ταυτότητας και του παρελθόντος του – πλαστογραφούσε και παράλλασσε τη ζωή του, επινοώντας την ξανά και ξανά για να τη σώζει, μετατρέποντάς τη σε μία σάγκα φενάκης και σπαραγμού».
Συλλογίζομαι πως ίσως να μην απέχω και πολύ με τις «πλαστογραφίες» μου και τις επιφυλλιδικές «παραλλαγές» μου, ξανά και ξανά.
Κι αν θεωρώ την «επιφάνεια» ως το «πιο βαθύ», όπως με δίδαξε ο Νίτσε, διόλου δεν με στεναχωρούν οι επικρίσεις ότι δεν «εμμένω» τάχα στην πολιτική καταγωγή των πάντων, ότι δεν μπαίνω στην «ουσία». Κι αυτό, όχι γιατί «ακόμη και ο αφρός είναι μια έκφραση της ουσίας», όπως, παρακαλώ, σημειώνει ο Λένιν στα «Φιλοσοφικά» του «τετράδια», κι όχι γιατί οι μέρες μας δεν είναι αφρός, αλλά γιατί η ζωή μας είναι αφρόεσσα εμμένεια από μόνη της και δεν χρειάζεται να την ξαφρίζεις πολιτικά. Δεν έχεις να κάνεις και πολλά για να δεις κάποτε, μπροστά στα μάτια σου να πραγματώνεται το θαύμα – της ποίησης για παράδειγμα.
Ο ποιητής Εουτζένιο Μοντάλε, «κάποιο πρωί, πηγαίνοντας μέσα στον γυάλινο, ξερό αέρα», γύρεψε το θαύμα. Αλλά κατάλαβε ότι είναι «το κενό». Το «τίποτα στη ράχη» του.
Ισως γιατί ήξερε ως γερουσιαστής πως «κατόπι, σαν σε οθόνη, θα στηθούνε μονομιάς δέντρα, σπίτια, λόφοι για τη συνηθισμένη πλάνη».
«Δεν αρχίζω!», απαντούσε ο άλλος, ο Γιόζεφ Ροτ, στο βιαστικό γκαρσόνι που τον ρωτούσε φορτικά, στο φθηνό εστιατόριο της εξορίας του στο Παρίσι: «Με τι θα αρχίσετε;».
Το θέμα εδώ, σ’ εμάς είναι: «με τι θα τελειώσετε;». Οχι γιατί τα στερνά τιμούν τα πρώτα, αλλά γιατί στα πρώτα φαίνονται τα στερνά.
Σας είδαμε. Το καταλάβαμε.
«Η ζωή είναι forward», έγραψε στη συγκινητική, αποχαιρετιστήρια επιστολή του στη δημοσιότητα και στο «Βήμα» ο Νίκος Χριστοδουλάκης, παρά το ότι ο Σεζάν είχε διαφορετική γνώμη («Η ζωή είναι τραγική»). Ισως γιατί ο πρώτος διετέλεσε υπουργός.