Η ανακοίνωση της Fed την προηγούμενη εβδομάδα ότι σχεδιάζει να αυξήσει τα επιτόκιά της νωρίτερα, από ό,τι προέβλεπε αρχικά, προκάλεσε ανησυχίες και κλυδωνισμούς στις αγορές.
Παρόλα αυτά, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ εξακολουθεί να θεωρεί προσωρινό τον πληθωρισμό και διαμηνύει ότι θα συνεχίσει και τους επόμενους μήνες το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων και της χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής.
Στο πλαίσιο αυτό της ταχύτατης ανάκαμψης της αμερικανικής οικονομίας, με τα πρωτοφανούς έκτασης πακέτα δημοσιονομικής και νομισματικής στήριξης, σε συνδυασμό με μια σειρά άλλων παραμέτρων, οι πληθωριστικές πιέσεις ενισχύονται δημιουργώντας ένα ντόμινο αυξήσεων σε όλο τον κόσμο.
Και μπορεί η Fed να μην αποφασίζει για αλλαγή στη νομισματική της πολιτική, ωστόσο η στάση της αυτή οδηγεί τις κεντρικές τράπεζες άλλων χωρών να αυξήσουν τα επιτόκιά τους.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Wall Street Journal, το μέγεθος της αμερικανικής οικονομίας, το οποίο αντιστοιχεί στο περίπου ένα τέταρτο του παγκόσμιου ΑΕΠ επηρεάζει την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Κατ’ επέκταση, η ταχύτατη ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας φέτος, η οποία αναμένεται να φθάσει το 7%, έχει πολύ μεγάλο αντίκτυπο για την παγκόσμια οικονομία.
Μέσα στο κλίμα αυτό που έχει πυροδοτήσει ράλι στις τιμές των εμπορευμάτων, κεντρικές τράπεζες άλλων χωρών όπως της Ρωσίας και της Βραζιλίας προχώρησαν σε αυξήσεις επιτοκίων προκειμένου να ανακόψουν τον πληθωρισμό.
«Με όλες αυτές τις συνέπειες της πανδημίας, το τελευταίο πράγμα που χρειάζονται αυτές οι χώρες είναι η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής», δήλωσε οικονομολόγος της Oxford Economics στο Λονδίνο.
Η οικονομική έκρηξη στις ΗΠΑ στηρίζει αφενός την παγκόσμια οικονομία, με τις αυξήσεις στις εισαγωγές, αφετέρου αυξάνει τον πληθωρισμό, το κόστος δανεισμού και την ισοτιμία του δολαρίου.
Και οι επιπτώσεις από τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ στον υπόλοιπο κόσμο δεν είναι ομοιόμορφες. Όπως είναι φυσικό το ισχυρό δολάριο πλήττει τις αναδυόμενες οικονομίες που έχουν χρέος σε αμερικανικό νόμισμα, ενώ δρα υποστηρικτικά στις εξαγωγικές εταιρείες της Ευρώπης και της Ανατολικής Ασίας, τα προϊόντα των οποίων γίνονται πιο ανταγωνιστικά.
Πηγή: ot.gr