Τον περασμένο Μάρτιο, ο επικεφαλής των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Ασία και τον Ειρηνικό, ο ναύαρχος Φίλιπ Ντέιβιντσον, είχε εκπέμψει σήμα κινδύνου για τις προθέσεις του Πεκίνου αναφορικά με την Ταϊβάν και για το ενδεχόμενο να ξεσπάσει πόλεμος στο ορατό μέλλον.
«Ανησυχώ ότι φιλοδοξούν ολοένα περισσότερο να υποκαταστήσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον ηγετικό μας ρόλο στη διεθνή τάξη πραγμάτων που βασίζεται σε κανόνες, ως το 2050», δήλωσε χαρακτηριστικά μιλώντας στην αρμόδια επιτροπή του Κογκρέσου και πρόσθεσε: «Η Ταϊβάν αποτελεί ξεκάθαρα έναν από τους στόχους τους προτού φτάσουμε εκεί. Και πιστεύω ότι υφίσταται απειλή να κάνουν επίδειξη δύναμης εντός της τρέχουσας δεκαετίας, πρακτικά δε μέσα στα επόμενα έξι χρόνια».
«Μπορούν, αλλά δεν θέλουν»
Σήμερα, ωστόσο, ο άμεσος προϊστάμενός του και αρχηγός του γενικού επιτελείου των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ εξέφρασε αντίθετη άποψη. Αν και ο στρατηγός Μάρκ Μίλεϊ παραδέχθηκε πως η Ταϊβάν έχει ζωτική σημασία για την Κίνα και ότι η τελευταία έχει και μπορεί να αναπτύξει περαιτέρω τις στρατιωτικές της δυνατότητες για να πετύχει τους σκοπούς της, ισχυρίστηκε πως «δεν υπάρχει λόγος να το κάνουν στρατιωτικά και το γνωρίζουν».
«Έτσι, πιστεύω ότι οι πιθανότητες είναι χαμηλές στο άμεσο και το κοντινό μέλλον», είπε απευθυνόμενος επίσης σε μέλη του Κογκρέσου – τα οποία μάλλον έχουν αρχίσει να… μπερδεύονται αναφορικά με το τι πιστεύει το Πεντάγωνο και με βάση ποια πιθανά σενάρια καταστρώνει τα δικά του σχέδια.
Η διαμάχη για τις προθέσεις του Πεκίνου δεν περιορίζονται, όπως είναι φυσικό, στο Πεντάγωνο και την ηγεσία του στρατεύματος, αλλά αγγίζει επίσης τους πολιτικούς και τους αναλυτές. Για του λόγου το αληθές, ο νέος υπεύθυνος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για θέματα Ασίας, Ντάνιελ Κρίτενμπρικ, τάχθηκε υπέρ της αποφασιστικής ενίσχυσης της Ταϊβάν σε όλους τους τομείς, υπονοώντας ότι η απειλή είναι άμεση.
Νέος νόμος στο Κογκρέσο
Την ίδια στιγμή, Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί ετοιμάζουν νομοθετική ρύθμιση που θα προβλέπει την περαιτέρω ενίσχυση της Ταϊβάν, της οποίας οι ΗΠΑ είναι ο πιο ισχυρός σύμμαχος, έστω και αν δεν την έχουν αναγνωρίσει ως ανεξάρτητο κράτος και, τυπικά, δεν διατηρούν επίσημες διπλωματικές σχέσεις με την κυβέρνηση της Ταϊπέι.
Η εξέλιξη αυτή έχει τη στήριξη και της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν, ο οποίος προειδοποίησε τους εταίρους του στο ΝΑΤΟ, στη σύνοδο κορυφής της περασμένης Δευτέρας, ότι η Κίνα συνιστά «συστημική απειλή» – έστω κι αν δεν κατάφερε να τους πείσει να προσανατολίσουν τη Συμμαχία προς Ανατολάς και προς τον Ειρηνικό, εξαιτίας των αντιδράσεων εκ μέρους της Γαλλίας και άλλων χωρών.
Άλλοι, ωστόσο, διαφωνούν. «Ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός σήμερα δεν διαθέτει τις απαιτούμενες δυνατότητες μεταφοράς αμφίβιων δυνάμεων, λογιστικής υποστήριξης και πολεμικού υλικού για να πραγματοποιήσει μια ισχυρή εισβολή, ενώ δεν δείχνει ούτε να βιάζεται να αποκτήσει όλα τα παραπάνω», ισχυρίστηκε μιλώντας στους Financial Times ο καθηγητής στη Σχολή Ναυτικού Πολέμου των ΗΠΑ, Άντριου Έρικσον.
Όσο, πάντως, στις ΗΠΑ οι στρατηγοί, πολιτικοί και αναλυτές «τσακώνονται» για τις προθέσεις του Πεκίνου, στην άλλη πλευρά του Ειρηνικού κάνουν τις δικές τους προετοιμασίες – και δεν αποκλείεται να ετοιμάζουν εκπλήξεις. «Η χώρα διαθέτει ήδη την κυρίαρχη δύναμη για να αποφασίσει πώς και πότε θα επιλύσει το πρόβλημα με την Ταϊβάν», έγραψε πρόσφατα και σε σαφώς απειλητικό τόνο η ελεγχόμενη από το καθεστώς εφημερίδα Global Times.
Επιδείξεις δύναμης εκατέρωθεν
Συνεχίζονται όμως και οι επιδείξεις δύναμης στα Στενά της Ταϊβάν και στη Νότια και την Ανατολική Σινική Θάλασσα. Όπως κατήγγειλε ο υπουργός Άμυνας της Ταϊβάν, σχεδόν την ίδια στιγμή που στη σύνοδο του ΝΑΤΟ συζητούσαν για την Κίνα, αυτή πραγματοποίησε την πιο μαζική παραβίαση του εναέριου χώρου της με μαχητικά, ανάμεσά τους και αεροσκάφη που μπορούν να μεταφέρουν πυρηνικές κεφαλές.
Παράλληλα, λίγο νοτιότερα, πλέει εδώ και μερικές ημέρες μια αρμάδα των ΗΠΑ με επικεφαλής το αεροπλανοφόρο Ρόναλντ Ρίγκαν, προκαλώντας τις έντονες αντιδράσεις του Πεκίνου – αλλά και νέες δοκιμές πυραύλων που, όπως το ίδιο ισχυρίζεται, είναι οι «φονιάδες των αεροπλανοφόρων».
Λέτε η πορεία προς την επέτειο του ενός αιώνα από την ίδρυση του ΚΚ Κίνας, τον Ιούλιο, να σημαδευτεί και από ένα «θερμό επεισόδιο»;