Δύο νέα στοιχεία από το βράδυ της Πέμπτης, οπότε και ομολόγησε ο 33χρονος Μπάμπης Αναγνωστόπουλος το φόνο της 20χρονης συζύγου του, Καρολάιν, στη μεζονέτα των Γλυκών Νερών, αποκαλύφθηκαν την Κυριακή.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο κατηγορούμενος πλέον πιλότος, αφού εξεταζόταν επί ώρες στη ΓΑΔΑ, «έσπασε» και άρχισε να ομολογεί στις 8 το βράδυ. Μία ώρα αργότερα, φέρεται να είπε στους αξιωματικούς, «φέρτε μου να υπογράψω την ομολογία μου», την οποία και υπέγραψε στις 21:05 ακριβώς.
Το δεύτερο στοιχείο που προέκυψε είναι ότι έλεγε ψέματα και για τον τρόπο με τον οποίο τηλεφώνησε στην αστυνομία το πρωί της 11ης Μαΐου.
«Δεν ενεργοποίησα το κινητό μου με τη μύτη», είπε, όπως είχε δηλώσει αρχικά, «αλλά χρησιμοποίησα τα δάχτυλά μου. Έκανα τρία παραπλανητικά τηλεφωνήματα και μετά τηλεφώνησα στην Άμεση Δράση, έχοντας βάλει προηγουμένως μία μονωτική ταινία στο στόμα μου, ώστε να είναι υπόκωφη η φωνή μου». Στη συνέχεια, είπε ότι έδεσε τα χέρια και τα πόδια του με σχοινί.
Να σημειωθεί ότι τον κατηγορούμενο επισκέφθηκε ένας από τους δικηγόρους του το πρωί της Κυριακής, ενώ το Σάββατο τον συνάντησαν ψυχολόγοι της αστυνομίας, καθώς και ο αδελφός του.
«Ήρεμος και απαθής» – «Συνειδητοποιημένος», λέει ο δικηγόρος του
Την ύπαρξη νέων στοιχείων επικαλείται ο δικηγόρος του, τα οποία «αποδεικνύουν», όπως υποστηρίζει, «ότι δεν υπήρξε προμελέτη, τρίτο πρόσωπο ή άλλο κίνητρο από αυτά που έχει πει ο 33χρονος».
Μιλώντας στην ΕΡΤ, ενόψει της απολογίας του πελάτη του ενώπιον του ανακριτή την Τρίτη, ο δικηγόρος του κατηγορουμένου Αλέξανδρος Παπαϊωαννίδης είπε ότι «η ιατροδικαστική έκθεση δεν αλλάζει κάτι. Αναφέρεται στους παλμούς του θύματος κατά την ώρα της θανάτωσης, ενώ ο ίδιος ο εντολέας μου έχει ομολογήσει σε επίπεδο προανάκρισης, ότι προφανώς το θύμα είχε αντίληψη».
Όσον αφορά στον ίδιο τον δράστη, τον οποίο συνάντησε σήμερα στη ΓΑΔΑ, είπε ότι «είναι πάρα πολύ συνειδητοποιημένος για την πράξη, ενώ προετοιμάζεται η απολογία της Τρίτης, με βάση όλες τις πτυχές που ο ίδιος έχει ομολογήσει».
Ερωτηθείς σχετικά με τα στοιχεία που αποκάλυψαν τα εγκληματολογικά εργαστήρια της ΕΛΑΣ, είπε ότι «υπάρχουν κάποια στοιχεία της ΕΛΑΣ, αλλά γεγονός παραμένει, ότι είναι ομολογημένη πράξη».
«Δεν είναι θέμα ψυχραιμίας, είναι πολύ συνειδητοποιημένος για την πράξη του», δήλωσε ο κ. Παπαϊωαννίδης, απαντώντας σε ερώτηση που είχε να κάνει με αναφορές στην ψύχραιμη, όσο και απαθή στάση του πιλότου.
«Υπήρχε συνείδηση», λέει ο ψυχολόγος της ΕΛΑΣ
«Από την αρχή δεν είχε συναισθηματική συνείδηση ο 33χρονος πιλότος και συνεχίζει να παίζει ένα ρόλο» αναφέρει χαρακτηριστικά – σύμφωνα με πληροφορίες – ο ψυχολόγος της Ελληνικής Αστυνομίας, που συζήτησε μαζί του μετά την ομολογία της δολοφονίας της Καρολάιν στα Γλυκά Νερά.
Ο ίδιος, μιλώντας στο skai.gr, υποστηρίζει ότι η πράξη του συζυγοκτόνου ήταν συνειδητή και πως το ίδιο συνειδητά σκότωσε και τον σκύλο τους, διαπράττοντας δύο φόνους με σωματική επαφή και με παρουσία του παιδιού του στον χώρο, δείχνοντας απουσία συναισθήματος για την αφαίρεση των δύο αυτών ζωών.
«Νομίζω ότι έγινε πολύ συνειδητά. Ως προς το μυαλό υπήρχε συνείδηση, ως προς το συναίσθημα δεν υπήρχε συνείδηση. Ακόμα και ο τρόπος που την σκότωσε, δηλαδή ότι πέθανε στα χέρια του, είχε σωματική επαφή με το θύμα και ότι την δολοφόνησε ενώ ήταν στον χώρο το παιδί τους, δείχνει επίσης την απουσία συναισθήματος για την πράξη του φόνου», δήλωσε χαρακτηριστικά.
«Πολύ άρρωστη» η θανάτωση του σκύλου
Και πρόσθεσε: «Ακόμη και να προσπαθήσεις να δικαιολογήσεις ένα φόνο μετά, δείχνει απουσία συναισθήματος. Διαφαίνεται έντονα αυτό και από το γεγονός ότι πήρε ένα κουτάβι, που δεν ήταν καν ενός έτους, και το κρέμασε από την σκάλα για να δικαιολογήσει μια πράξη και να στήσει ένα σκηνικό. Έχει κάνει ήδη ένα φόνο και κάνει έναν δεύτερο. Το κουτάβι, το πήραν με την έννοια να μεγαλώσει δίπλα στο μωρό τους. Δηλαδή, συμβολικά αν το δει κάποιος, αυτό είναι πάρα πολύ άρρωστο».
Παράλληλα, υπογραμμίζει πως η κακοποίηση ζώων συνδέεται άμεσα με την κακοποιητική συμπεριφορά στους ανθρώπους.
«Μεγάλη υποστήριξη θα χρειαστεί η μικρή Λυδία»
Αναφερόμενος στο μωρό, δίπλα στο οποίο ο Αναγνωστόπουλος σκότωσε την Καρολάιν, ο ειδικός της ΕΛΑΣ σημειώνει πως θα χρειαστεί πολύ μεγάλη υποστήριξη. «Είναι πολύ τραγικό ότι αυτό το παιδί, όταν μεγαλώσει θα μάθει ότι ο μπαμπάς του δολοφόνησε τη μαμά του. Δεν μπορεί να κρατηθεί κρυφό. Θα δει δημοσιεύματα της εποχής. Ένας πολύ δύσκολος τρόπος για να ξεκινήσει κάποιος την ζωή του και αυτό ίσως είναι το πιο τραγικό από όλα, πέρα από την δολοφονία του ίδιου του θύματος».
Το κοινωνικό status και το περιβάλλον
Όπως δηλώνει ο ψυχολόγος της ΕΛΑΣ, αυτό που του προκαλεί εντύπωση είναι πώς γίνεται ένα κορίτσι μικρό να θέλει τόσο γρήγορα μωρό, όταν ουσιαστικά η σχέση τους μόλις είχε ξεκινήσει, ενώ παράλληλα είχε ήδη μια αποβολή σε μικρή ηλικία και το ζευγάρι προσπαθεί τόσο σύντομα να ξαναδοκιμάσει για μωρό. «Δεν είναι φυσιολογικό».
Ο ειδικός της Ελληνικής Αστυνομίας αναφέρει πως το γεγονός αυτό επηρέασε τη μεταξύ τους σχέση και δεν διστάζει να υπογραμμίσει και το κοινωνικό ζήτημα που προκύπτει από την περίπτωση της Καρολάιν: «Πρέπει να μας κάνει να αναρωτηθούμε τι είναι αυτό που κάνει έναν άνθρωπο 27-28 ετών να ερωτευτεί, να παντρευτεί, να κάνει σχέση με ένα κορίτσι που είναι 15 ή 16 ετών. Τι κάνουμε ως κοινωνία για αυτό το πράγμα. Τι κάνει το περιβάλλον ενός παιδιού αυτής της ηλικίας, σε μια τέτοια περίπτωση; Πόσο μετράει το status το κοινωνικό, το επαγγελματικό, στο πώς εμείς αντιδράμε σε αυτό; Αν εκείνος δεν ήταν πιλότος ελικοπτέρου και έκανε άλλο επάγγελμα, τι θα έκανε το περιβάλλον σε αυτή την περίπτωση;».
Σύμφωνα με τον ίδιο, υπάρχει ευθύνη του γενικότερου περιβάλλοντος του ζευγαριού.
Μάλιστα, τονίζει πως θα πρέπει να έχουμε έναν πιο ενεργό ρόλο απέναντι σε ανθρώπους που είναι ίσως πιο αδύναμοι για να ζητήσουν βοήθεια οι ίδιοι.