Άγγελος Σικελιανός. Λευκαδίτης ποιητής, έντονα λυρικός. Στενός φίλος με τον Καζαντζάκη. Μελετητής της αρχαίας ιστοριογραφίας και οραματιστής ενός οικουμενικού ιδεώδους, βασισμένου στη Δελφική Ιδέα.
Εύα Πάλμερ, γεννημένη στην Αμερική, από νωρίς συναντήθηκε με εξαίρετα λογοτεχνικά μυαλά της εποχής, μεταξύ των οποίων και ο Όσκαρ Ουάιλντ. Σπούδασε αρχαιολογία και χορογραφία σε Αμερική και Παρίσι.
Το 1906, ο Άγγελος Σικελιανός γνώρισε για πρώτη φορά την Εύα Πάλμερ. Ένα χρόνο αργότερα, παντρεύτηκαν στην Αμερική. Ο Άγγελος και η Εύα απέκτησαν ένα γιο, χώρισαν και κατάφεραν να φέρουν εις πέρας το μεγαλεπήβολο όνειρο του ποιητή, τις Δελφικές Γιορτές.
«Στον Άγγελο αγαπάω…»
«Στον Άγγελο αγαπάω τη χώρα του, το λαό του, τη γλώσσα του και πιο πολύ τα όνειρά του. Η τιμωρία μου είναι πως δεν τον αγαπώ. Η δικιά του τιμωρία είναι πως του είπα ψέματα και πως του είπα ότι νοιάζομαι περισσότερο γι’ αυτόν παρά για σένα[…] Κράτησέ με τώρα αν μ’ αγαπάς όπως εγώ σε κρατώ, φύλαξε τα γράμματά μου, που τα’ αγαπώ πάνω από όλα, φρόντισε τον εαυτό σου και πίστεψε πως η αγάπη για την οποία σου έγραψα ήσουν εσύ…».
Με αυτό το γράμμα, η Εύα Πάλμερ ενημέρωσε την επί χρόνια στενή φίλη και ερωμένη της, Νάταλι Μπάρνεϊ, ότι θα παντρευτεί τον Άγγελο Σικελιανό και θα μετακομίσει μόνιμα στην Ελλάδα.
Τον Αύγουστο του 1906, η Εύα Πάλμερ επισκέφτηκε για πρώτη φορά την Αθήνα, έχοντας στο πλευρό της τον Ρεϊμόνδο Ντάνκαν, τον οποίο είχε γνωρίσει κατά τη διαμονή της στο Παρίσι. Μαζί της ήταν και η Πηνελόπη Σικελιανού, σύζυγος του Ρεϊμόνδου και αδερφή του Άγγελου.
Η Εύα, παρά τα όσα έγραψε στην ερωμένη της, γοητεύτηκε βαθύτατα από τον ποιητή Άγγελο και τον αρχαίο ελληνικό τρόπο ζωής, που φαίνεται πως μοιράζονταν η Πηνελόπη με τον αδερφό της. Αλλά και ο ποιητής ερωτεύτηκε παράφορα την παράξενη όμορφη γυναίκα, που ήταν δέκα χρόνια μεγαλύτερή του.
Δεκατρείς μήνες αργότερα, στις 9 Σεπτεμβρίου του 1907, τελέστηκε ο γάμος του ζευγαριού στο Μέιν της Αμερικής.
Όσο ο Άγγελος ασχολιόταν με την ποιητική του συλλογή, έχοντας ήδη εκδώσει τον περίφημο «Αλαφροΐσκιωτο», η Εύα θα αναπτύξει τις δικές της φιλίες και δραστηριότητες στην Ελλάδα.
Η Πηνελόπη, της είχε μάθει πώς να υφαίνει στον αργαλειό και αρχικά η Εύα έραβε τα δικά της ρούχα, που έμοιαζαν με αρχαιοελληνικούς μανδύες. Παράλληλα, σπούδασε βυζαντινή μουσική πλάι στον εξαιρετικό δάσκαλο Κωνσταντίνο Ψάχο και χρηματοδότησε την κατασκευή του Παναρμόνιου, ενός μουσικού οργάνου σαν το πιάνο, που ήταν ιδέα του δασκάλου της.
Μάλιστα, υπήρξε και η πρώτη γυναίκα που δίδαξε εκκλησιαστική μουσική στην πρώτη τάξη του Ωδείου, με άδεια που της έδωσε το 1919 ο Πατριάρχης.
Η Εύα ήταν ήδη μυημένη στην τέχνη και τη φιλοσοφία από τα παιδικά της χρόνια στην Αμερική. Ο πατέρας της είχε ιδρύσει μια λέσχη και καλούσε στο σπίτι τους εξέχουσες προσωπικότητες της διανόησης.
Η Εύα άρχισε να μελετά εντατικά τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, όπως είχε κάνει και ο Σικελιανός από την εφηβεία του.
Το 1924 αποφάσισε να αφιερωθεί στο όνειρο του άνδρα της για την αναγέννηση των «Δελφικών Εορτών».
Οι «Δελφικές Γιορτές», η οικονομική καταστροφή και ο χωρισμός του ζευγαριού
Το 1927 ανέβηκε η αρχαία τραγωδία «Προμηθέας Δεσμώτης» και το 1930 οι «Ικέτιδες» του Αισχύλου, στο πλαίσιο των «Δελφικών Εορτών» του Άγγελου Σικελιανού. Επηρεασμένος από τη μελέτη του έργου αρχαίων ποιητών, κυρίως του Πινδάρου και του Ομήρου, αλλά και Πυθαγόρειων και λυρικών ποιητών, θέλησε να αναβιώσει το αρχαιοελληνικό πνεύμα.
Με βάση την Αρχαία Ελλάδα και πνευματικό κέντρο τους Δελφούς, ο Σικελιανός επιθυμούσε να πραγματοποιήσει μια σύγχρονη παράδοση, η οποία θα αποσκοπούσε στην ενότητα και την ειρήνη όλων των λαών. Μια πανανθρώπινη, οικουμενική πνευματική επικοινωνία, που θα επισκίαζε όλα τα σύνορα και τις διεθνείς αγκυλώσεις και προκαταλήψεις.
Η «Δελφική Ιδέα» του Σικελιανού θα εκφραζόταν μόνο μέσα από τις «Δελφικές Γιορτές». Στο όραμα του Άγγελου, υπήρχε χώρος και για τη «Δελφική Ένωση», όπου κυρίαρχος στόχος ήταν η ένωση όλων των λαών, αλλά και το «Δελφικό Πανεπιστήμιο», όπου θα έκανε γνωστές και θα συνέδεε όλες τις παραδόσεις των χωρών.
Χωρίς βέβαια καμία κρατική παρέμβαση και χρηματοδότηση, έγιναν πραγματικότητα μόνο οι αρχαίες παραστάσεις με την οικονομική βοήθεια της Εύας. Η Εύα είχε κληρονομήσει ένα μεγάλο ποσό από τον πατέρα της και καθώς ήταν αφιερωμένη «ψυχή τε και σώματι» στην ιδέα του συζύγου της, χρηματοδότησε ολόκληρη την προσπάθεια. Η Εύα ανέλαβε την σκηνοθεσία, τη διδασκαλία της μουσικής, τη χορογραφία, τα κοστούμια, αλλά και τη διεκπεραίωση του τεράστιου γραφειοκρατικού έργου.
Μπορεί οι δύο παραστάσεις στο Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο να καθιέρωσαν το ανέβασμα αρχαίων τραγωδιών και θεατρικών έργων στην Ελλάδα, ωστόσο, το πόνημα, δυστυχώς, δεν βρήκε μεγάλη απήχηση. Χωρίς τη στήριξη του κράτους, οι «Δελφικές Εορτές» δεν είχαν επιτυχία.
Ο Άγγελος, πικραμένος εν μέρει, έριξε το άδικο στην Εύα, λέγοντας πως μια γυναικεία σκηνοθεσία παραξένεψε και προβλημάτισε το κοινό.
Η Εύα, από την άλλη, απογοητευμένη και σχεδόν χρεοκοπημένη, αποφάσισε να εγκαταλείψει την προσπάθεια. Άφησε όμως και τον Άγγελο που την απατούσε. Η Εύα επέστρεψε στην Αμερική.
Ο Σικελιανός παντρεύτηκε την Άννα Καραμάνη και οι τρεις τους διατήρησαν μια φιλική σχέση.
Η Πάλμερ συνέχισε να στηρίζει τον Σικελιανό
Η Πάλμερ, επιστρέφοντας στην Αμερική, αρχικά αναζήτησε χρηματοδότες για τη συνέχιση των «Δελφικών Εορτών». Παράλληλα, μέσα από διαλέξεις και άρθρα, προωθούσε τη Δελφική Ιδέα. Η απήχηση δεν ήταν η αναμενόμενη.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής και ενώ ο Σικελιανός γινόταν εθνικός ήρωας, διαβάζοντας στην κηδεία του Κωστή Παλαμά επαναστατικούς στίχους, η Εύα από την Αμερική αναζητούσε οικονομική βοήθεια για την Ελλάδα και στήριζε οικονομικά τον Άγγελο και τη γυναίκα του!
Τρία χρόνια αργότερα, η Πάλμερ με τον Χένρι Μίλερ υποστήριξαν την υποψηφιότητα του Σικελιανού για το Βραβείο Νόμπελ.
Το 1950, ο Άγγελος κατάφερε να αποσπάσει χρηματική επιχορήγηση για την αναβίωση των «Δελφικών Εορτών» και η Εύα ετοιμάστηκε να ταξιδέψει στην Ελλάδα. Μάταια. Δεν της εξέδιδαν διαβατήριο.
Ήρθε στην Ελλάδα το 1952, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Σικελιανού.
Στις 4 Ιουνίου του 1952, η Πάλμερ υπέστη καρδιακή προσβολή, ενώ παρακολουθούσε στους Δελφούς τον «Προμηθέα Δεσμώτη».
Σε ηλικία 78 χρόνων, τάφηκε δίπλα στον Άγγελο Σικελιανό στους Δελφούς, ο οποίος είχε πεθάνει ένα χρόνο νωρίτερα, στις 19 Ιουνίου 1951.
Πηγή: Μηχανή του Χρόνου