Σημαντικά στοιχεία για την δολοφονία της 20χρονης Καρολάιν μεσα στο σπίτι της στα Γλυκά Νερά από τον ίδιο της τον σύζυγο Μπάμπη Αναγνωστόπουλο έδωσε το κινητό του τηλέφωνο, το οποίο ανέδειξε πολλά από τα ψέματα που είχε πει στις καταθέσεις του, καθώς ενώ ήταν «δεμένος» και «ακινητοποιημένος» από τους ληστές όπως εκείνος υποστήριζε, έκανε βήματα και ανεβοκατέβαινε ορόφους…

Σύμφωνα με το διαβιβαστικό 26 σελίδων, που συνέταξαν οι αστυνομικοί, ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος της 20χρονης, χρησιμοποιούσε κανονικά το κινητό του από τις 4 τα ξημερώματα έως και τις 6 π.μ., το διάστημα που -όπως υποστήριζε- είχαν εισβάλει οι ληστές μέσα στο σπίτι, και ο ίδιος ήταν δεμένος, έχοντας χάσει και τις αισθήσεις του.

Να σημειωθεί ότι -σύμφωνα με την ιατροδικαστή- ο θάνατος της 20χρονης επήλθε στο διάστημα από τις 4:05 έως τις 4:11.

Ενδεικτικά:

01:15:00 Το κινητό του πιλότου μπαίνει σε διαδικασία φόρτισης

4:24:00 το κινητό βγαίνει από τη λειτουργία φόρτισης,

4:36:23 στο κινητό πραγματοποιείται η ενέργεια ξεκλειδώματος, γίνεται είσοδος στη εφαρμογή ηλεκτρονικής αλληλογραφίας gmail,

4:38:53 στο κινητό πραγματοποιείται η ενέργεια κλειδώματος,

5:22:31 καταγράφεται κίνηση 29 βημάτων με διανυμένη απόσταση 21,93 μέτρα,

5:40:38 έως 5:41:42 καταγράφεται άνοδος δύο ορόφων με κίνηση 103 βημάτων και διανυμένη απόσταση 66,41 μέτρα.

Η προανακριτική κατάθεση του δολοφόνου

«Για μένα η Λυδία μετά κι από αυτές τις περιπέτειες της υγείας της, είναι κάτι που δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια. Το να σας πω ότι είναι τα πάντα για μένα, νομίζω είναι πολύ λίγο. Όταν χάσαμε το πρώτο παιδάκι, η συμπεριφορά της Καρολάιν άρχισε να αλλάζει. Εκεί που ήταν όλα καλά μεταξύ μας, μπορεί για την οποιαδήποτε σημαντική ή ασήμαντη αφορμή να γινόταν επιθετική απέναντι μου.

» Η Καρολάιν είχε το εξής χαρακτηριστικό. Μπορεί να ήμασταν όλη την εβδομάδα μια χαρά και από τη μία στιγμή στην άλλη μπορεί να γύρναγε ένας διακόπτης και να γινόταν επιθετική απέναντι μου ή απέναντι σε οποιοδήποτε την είχε πειράξει εκείνη τη στιγμή. Μετά από 1 ώρα που θα της περνούσαν τα νεύρα, ήταν όλα μια χαρά, εγώ προσπαθούσα να διαχειριστώ αυτές τις εξάρσεις της. Της πρότεινα να πάμε σε μία ψυχολόγο, εκείνη συμφώνησε και έτσι ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε στην κυρία Μυλωνοπούλου για συνεδρίες.

» Ενώ ήμουν με τη Λυδία και έπαιζα μαζί της στον καναπέ, πήγε να πέσει από τον καναπέ και τότε έκανα μία κίνηση να την αρπάξω για να μην πέσει. Η αλήθεια είναι ότι η κίνηση μου αυτή ήταν λίγο άγαρμπή και η Λυδία φοβήθηκε και άρχισε να κλαίει. Η Καρολάιν ήρθε προς το μέρος μας και ξεκίνησε να μου φωνάζει. Δεν θυμάμαι τι ακριβώς μου είπε εκείνη τη στιγμή. Φεύγοντας όμως από το καθιστικό για να ανέβει στην κρεβατοκάμαρα θυμάμαι ότι μου είπε: «δεν πάτε να ψοφήσετε και οι δύο». Φυσικά και δεν έδωσα καμία σημασία, γιατί ήξερα ότι δεν ήταν ο εαυτός της και ότι το είπε πάνω στα νεύρα της.

» Την τελευταία φορά που ανέβηκα με τη μικρή στην αγκαλιά μου η Καρολάιν προσπαθούσε να κοιμηθεί. Πήγα λοιπόν και έβαλα την μικρή δίπλα της για να κοιμηθούμε όλοι μαζί.

» Άφησα τη Λυδία, η Καρολάιν άνοιξε τα μάτια της, άρχισε να μου φωνάζει επειδή της έφερα τη μικρή και δεν την άφηνε να κοιμηθεί. Η μικρή ξύπνησε. Τότε η Καρολάιν πάνω στα νεύρα της έπιασε το μωρό με τα δυο της χέρια και το πέταξε με δύναμη μέσα στο λίκνο. Λέγοντας κάτι του στυλ ‘σου είπα ότι δεν την θέλω εδώ’. Πήρα αγκαλιά το μωρό και είπα στην Καρολάιν ‘είσαι με τα καλά σου; Χτυπάς τη μικρή;’ και αυτή μου απάντησε κάτι του στυλ ‘ό,τι γουστάρω θα κάνω, ότι θέλω θα κάνω’.

» Πήρα την μικρή κάτω και κοιμήθηκε στον καναπέ. Το σκεφτόμουν και έλεγα από μέσα μου αν το έκανε αυτό τώρα που είμαι και εγώ μπροστά, αν λείπω, τι θα της κάνει, θα την σκοτώσει; Αυτό δεν μπορούσε να μου φύγει από το μυαλό. Ανέβηκα ακόμη μία φορά στην κρεβατοκάμαρα για να κάνω μία τελευταία προσπάθεια. Ξάπλωσα δίπλα της και την πήρα αγκαλιά. Της είπα να πάρω τη μικρή και να ανέβουμε πάνω και αυτή μου απάντησε ‘Όχι μην φέρεις την μικρή, δεν σας θέλω’.

» Και ξεκίνησε να τινάζει το σώμα της για να φύγει από την αγκαλιά μου. Εγώ συνέχιζα να την κρατάω σφιχτά και της έλεγα ότι πρέπει η μικρή να ανέβει επάνω για να κοιμηθεί. Κάποια στιγμή, όπως τιναζόταν, το πρόσωπο της ήταν στο μαξιλάρι, εννοώ δηλαδή ότι το στόμα της και η μύτη της ακουμπούσαν στο μαξιλάρι. Εγώ συνέχισα να την κρατάω σφιχτά στην αγκαλιά μου μέχρι που κατάλαβα ότι η Καρολάιν σταμάτησε να κουνιέται.

» Όλο αυτό πρέπει να κράτησε γύρω στα 5 λεπτά, από την ώρα δηλαδή που την αγκάλιασα μέχρι την ώρα που σταμάτησε να κουνιέται. Τα έχασα. Προσπάθησα να την ξυπνήσω, την κούναγα, αλλά κατάλαβα ότι όλο αυτό που έκανα ήταν μάταιο. Κατέβηκα αμέσως στο σαλόνι να δω αν η μικρή ήταν καλά, είδα ότι κοιμόταν και ανέβηκα πάλι στην κρεβατοκάμαρα. Τότε συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί. Έβαλα τα κλάματα και αμέσως σκέφτηκα την Λυδία που θα μεγαλώσει χωρίς τους γονείς της.

» Τότε λοιπόν σκέφτηκα να κάνω μία τελευταία προσπάθεια μήπως μεγαλώσει τουλάχιστον με τον πατέρα της. Σκέφτηκα να εξαφανίσω το σώμα της, αλλά κάτι τέτοιο μου ήταν αδύνατον να κάνω. Μόνο που την κοίταζα, έκλαιγα. Το επόμενο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να πω ότι κάποιος άλλος το έκανε. Θα έλεγα στην αστυνομία ότι μπήκαν ληστές μέσα στο σπίτι. Βρισκόμουν σε πανικό. Δεν ήξερα τι να κάνω. Σκέφτηκα ότι για να φανεί πιο αληθοφανές και να πιστέψουν ότι μπήκαν αδίστακτοι ληστές, θα έπρεπε να κάνω κακό στο σκύλο. Κανένας δεν θα πίστευε ότι εγώ θα μπορούσα να κάνω κακό στο σκυλί. Με πόνο καρδιάς κρέμασα το λουρί του σκύλου Στα κάγκελα της σκάλας. Δεν θυμάμαι την χρονολογική σειρά».

Ο 32χρονος περιέγραψε αναλυτικά όλες τις ενέργειες που έκανε προκειμένου να σκηνοθετήσει τη ληστεία καταλήγοντας: «ξεκίνησα να δένω την ταινία στα χέρια και στο στόμα μου. Στη συνέχεια, με τον σπάγκο έδεσα τα πόδια μου, τα χέρια μου μαζί με τα πόδια μου και όλο αυτό το έδεσα στις τάβλες του κρεβατιού. Πριν δεθώ, πήρα τη μικρή από τον καναπέ που κοιμόταν και την έβαλα στο κρεβάτι της κρεβατοκάμαρας, δίπλα στην Καρολάιν. Η μικρή κοιμόταν».