Η προσδοκία για μια δυναμική οικονομική ανάκαμψη κυριαρχεί στο Μέγαρο Μαξίμου, καθώς η πανδημία δείχνει να τίθεται υπό έλεγχο και οι ενδείξεις ομαλοποίησης πληθαίνουν. Παρά ταύτα, το τέλος της περιόδου διακυβέρνησης σε συνθήκες εκτάκτου ανάγκης και ο τερματισμός της επιδοματικής πολιτικής των τελευταίων 15 μηνών κρύβουν και προκλήσεις, τις οποίες το επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη επιχειρεί να αξιολογήσει.
Την ίδια στιγμή, το σενάριο του ανασχηματισμού φαίνεται να απομακρύνεται. Ο Πρωθυπουργός εκτιμά, όπως σημειώνουν πηγές από το περιβάλλον του, ότι ο τελευταίος ανασχηματισμός έγινε μόλις πριν από περίπου ένα εξάμηνο, ενώ αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση έχει μπροστά της μια σειρά από νέα κρίσιμα μέτωπα. Ενα από αυτά είναι το εργασιακό, στο οποίο ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης θα αναλάβει κεντρικό ρόλο κατά τη διαδικασία συζήτησης και ψήφισης του σχετικού νομοσχεδίου στη Βουλή.
Τα θετικά στοιχεία για τον χαμηλότερο από τον αναμενόμενο ρυθμό της ύφεσης στο πρώτο τρίμηνο του έτους έχουν επίσης προκαλέσει μια έκδηλη ευφορία στο Μέγαρο Μαξίμου. Το γεγονός ότι, με βάση τις ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ, η ύφεση εν μέσω απαγορευτικού περιορίστηκε στο -2,3% του ΑΕΠ πυροδότησε έναν νέο κύκλο προσδοκιών.
Κυβερνητικά στελέχη και οικονομικοί αναλυτές προβλέπουν ότι με βάση αυτή την ένδειξη ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης πιθανώς να υπερβεί το 5% το 2021, ενώ η αναμενόμενη έναρξη των εκταμιεύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης από τον Αύγουστο και έως το τέλος του έτους θεωρείται καθοριστική παράμετρος τόνωσης της οικονομικής δραστηριότητας (συνολικά εντός του 2021 αναμένεται να εισρεύσουν περί τα 7,5 δισ. ευρώ).
Τα ζητήματα που προβληματίζουν το Μαξίμου
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν κάποιες «γκρίζες ζώνες» που προξενούν προβληματισμό στο Μέγαρο Μαξίμου και στο οικονομικό επιτελείο. Εν αναμονή της εκταμίευσης των ευρωπαϊκών κονδυλίων, ένα από τα μείζονα ζητήματα προς επίλυση είναι η προσβασιμότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις χρηματοδοτήσεις και στις επενδύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης. Οπως σημειώνουν οικονομικοί παράγοντες, το συγκεκριμένο ζήτημα θα κρίνει πολλά για το οικονομικό κλίμα στη χώρα, αλλά και για την εμπέδωση της αίσθησης ότι η κρίση αποτελεί παρελθόν. Αν, αντιθέτως, η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα μείνει αποκλεισμένη από τα ευρωπαϊκά κονδύλια, το ντόμινο αρνητικών εξελίξεων δεν είναι απίθανο.
Μια άλλη παράμετρος με πιθανές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές παρενέργειες είναι η άρση του πλαισίου προστασίας των δανειοληπτών λόγω πανδημίας, η επαναδραστηριοποίηση των εισπρακτικών εταιρειών στις οποίες έχουν περιέλθει τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών και η επανέναρξη των (περίπου 200.000) πλειστηριασμών δίχως το προστατευτικό δίκτυο για την πρώτη κατοικία.
Πολιτικοί παράγοντες εκτιμούν πως η δράση των funds και των εισπρακτικών εταιρειών που έχουν «αγοράσει» τα κόκκινα δάνεια περίπου στο 20% της αξίας τους και διεκδικούν την αποπληρωμή των οφειλών στο σύνολό τους, ειδικώς στα ενυπόθηκα δάνεια, όπου υπάρχουν και ακίνητα προς κατάσχεση, θα μπορούσε να εξελιχθεί σε «βόμβα» για την κυβέρνηση.
Παρά ταύτα, στελέχη του περιβάλλοντος του Πρωθυπουργού υποβαθμίζουν το ζήτημα και επιμένουν ότι με βάση το νέο νομοθετικό πλαίσιο, η μεγάλη πλειονότητα των κόκκινων δανείων θα αναδιαρθρωθεί ή θα ρυθμιστεί. «Βασική μέριμνα των εταιρειών είναι η αναδιάρθρωση των χρεών, και όχι η διενέργεια πλειστηριασμών» αναφέρουν και επιμένουν ότι «θα πάθουν όλοι ένα θετικό σοκ από την εξέλιξη των πραγμάτων».
Την ίδια στιγμή, πηγές του υπουργείου Οικονομικών σημειώνουν ότι έως τις αρχές του έτους είχαν γίνει από τις εταιρείες διαχείρισης και τις τράπεζες περισσότερες από 415.000 ρυθμίσεις δανείων, συνολικού ύψους 22,06 δισ. ευρώ. Δεν κρύβουν ωστόσο οι ίδιες πηγές την ανησυχία τους για τις δυνατότητες πολιτών και επιχειρήσεων να αντεπεξέλθουν στις ρυθμίσεις αυτές αφότου πάψουν οι κρατικές ενισχύσεις. Σημειώνεται ότι συνολικά θα έχουν διατεθεί για τη στήριξη του 30% των επιχειρήσεων και των επαγγελματιών ποσά της τάξεως των 40 δισ. ευρώ.
Επιφυλακτικότητα για τα κόκκινα δάνεια από την ΤτΕ
Μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα για το ζήτημα των κόκκινων δανείων επικρατεί στην Τράπεζα της Ελλάδος, εν αναμονή και της έκθεσης χρηματοπιστωτικής σταθερότητας που αναμένεται να δημοσιοποιηθεί εντός της εβδομάδας. Οπως σημειώνεται, τα κόκκινα δάνεια μπορεί να έχουν φύγει από τους ισολογισμούς των τραπεζών, όμως δεν έχουν εξαφανιστεί. Την ίδια στιγμή τα έσοδα των εταιρειών διαχείρισης είναι πολύ χαμηλότερα από εκείνα που εμφανίζονταν στο business plan τους.