Εγκάρδιες πανδημικές αγκωνιές, συναδελφικά χτυπήματα στην πλάτη, πλατιά χαμόγελα, θερμά λόγια… Κοινή είναι η αίσθηση ότι αυτή η περιοδεία Αμερικανού προέδρου στην Ευρώπη είναι πολύ διαφορετική από εκείνες των τελευταίων ετών. Σαν να επανενώθηκε μια οικογένεια, θα έλεγε κανείς.
Και όμως, υπάρχει μια σειρά θεμάτων διεθνούς ενδιαφέροντος και μεγάλης σημασίας φυσικά, που χωρίζουν τις ΗΠΑ με την Ευρώπη.
Μια ομάδα συντακτών του αμερικανικού περιοδικού Politico επιχείρησε να κωδικοποιήσει τις διαφωνίες και τις διαφορές Ουάσιγκτον και Βρυξελλών.
1. Ο πόλεμος των δασμών
Ο Τζο Μπάιντεν διατήρησε ως έχουν πολλές από τις εμπορικές πολιτικές του Ντόναλντ Τραμπ, όπως για παράδειγμα τη δασμολόγηση στις εισαγωγές χάλυβα στις ΗΠΑ ή το ιδιότυπο μπλοκάρισμα του συστήματος απόδοσης δικαιοσύνης που λειτουργεί στο πλαίσιο του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ). Το μεγαλύτερο αγκάθι όμως για τις Βρυξέλλες είναι η συνέχιση της πολιτικής «Αγοράστε Αμερικανικά», που ευνοεί τις αμερικανικές εταιρείες σε δημόσιους διαγωνισμούς στις ΗΠΑ.
Οι Βρυξέλλες αναζητούν νέα νομικά «εργαλεία» για να ανταποδώσουν έναν οιονεί αποκλεισμό αμερικανικών επιχειρήσεων σε διαγωνισμούς στην Ευρώπη, ευνοώντας τους ευρωπαϊκούς «εθνικούς πρωταθλητές». Οι δύο πλευρές έχουν συμφωνήσει σε προσωρινή ανακωχή σε ό,τι αφορά τη μάχη της δασμολόγησης χάλυβα και αλουμινίου και επίσης στις διαφορές των μεγάλων αεροδιαστημικών γιγάντων Airbus και Boeing. Ενδεχόμενη πρόοδος για την υπέρβαση των μακροχρόνιων αυτών διαφορών τους επόμενους μήνες θα αποδείξει ότι οι… αγκωνιές του Μπάιντεν με τον Μακρόν και τη Φον Ντερ Λάιεν και τους άλλους Ευρωπαίους ήταν όντως φιλικές.
2. Οι πατέντες των εμβολίων
Το ζήτημα των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας δεν βρίσκεται στην ατζέντα των συνομιλιών του Μπάιντεν στην Ευρώπη καθώς οι δύο πλευρές αποφάσισαν το Μάιο να αναβάλουν τη διευθέτηση της διαφοράς. Εν προκειμένω οι Αμερικανοί εμφανίζονται να θέλουν να αναστείλουν τα δικαιώματα αποκλειστικής εκμετάλλευσης των ευρεσιτεχνιών των φαρμακευτικών εταιρειών που παρασκευάζουν εμβόλια κατά του κορωνοϊού για να καταστεί δυνατή η αύξηση της παρασκευής εμβολίων και να αντιμετωπιστεί η πανδημία στις φτωχότερες χώρες.
Οι Ευρωπαίοι υποστηρίζουν ότι κάτι τέτοιο δεν θα βοηθήσει διότι υπάρχουν αντικειμενικές δυσκολίες για την αύξηση της παραγωγής. Παρά την ενιαία στάση της ΕΕ στο πλαίσιο του ΠΟΕ, ουσιαστικά η Ευρώπη είναι διαιρεμένη στο ζήτημα των πατεντών, καθώς χώρες όπως η Ιταλία και το Βέλγιο φέρονται να υποστηρίζουν την αμερικανική άποψη.
3. Η μεταφορά δεδομένων
Το περασμένο καλοκαίρι το ανώτατο δικαστήριο της ΕΕ ακύρωσε τη συμφωνία με την ονομασία «Ασπίδα Απορρήτου» για την ανταλλαγή δεδομένων με τις ΗΠΑ φοβούμενο ότι η Ουάσιγκτον θα χρησιμοποιήσει πρακτικές παρακολούθησης των Ευρωπαίων. Είναι η δεύτερη φορά που οι Ευρωπαίοι δικαστές εγείρουν προσκόμματα στην ευρωατλαντική συνεργασία στο φλέγον θέμα της ανταλλαγής δεδομένων και οι Αμερικανοί εντείνουν τις πιέσεις για να ξεπεραστούν οι διαφορές καθώς το θεωρούν ζήτημα εθνικής ασφαλείας της Δύσης συνολικά.
Ο Τζο Μπάιντεν θα επιδιώξει μια συμφωνία κορυφής με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν. Αλλά ακόμα κι αν συμφωνήσουν πολιτικά, «το ευρωπαϊκό πλέγμα νομικών κανόνων δεν θα επιτρέψει εύκολα σε αμερικανικές υπηρεσίες να αποκτήσουν πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα Ευρωπαίων πολιτών», υποστηρίζει το Politico.
4. Το εμπόριο με την Κίνα
Η μεγάλη επενδυτική συμφωνία που υπέγραψε τον περασμένο Δεκέμβριο η ΕΕ με την Κίνα θεωρήθηκε από τους Αμερικανούς ως μεγάλη νίκη του Πεκίνου σε επίπεδο εντυπώσεων, δεδομένου ότι ελέγχεται διεθνώς για την περιστολή των ελευθεριών στο Χονγκ Κονγκ, για τις παρατεταμένες προφυλακίσεις εκατοντάδων χιλιάδων Ουιγούρων δίχως δικαστικές αποφάσεις, ακόμα και για την απόκρυψη πληροφοριών που αφορούν την προέλευση του κορονωϊού.
Προτού ακόμα ορκιστεί ο Μπάιντεν είχε προειδοποιήσει τους Ευρωπαίους για τις συνέπειες της προσέγγισής τους με την Κίνα. Η συμφωνία για την ώρα παγώσει εξαιτίας διαφωνιών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (πολλοί ευρωβουλευτές ενστερνίζονται τις απόψεις Μπάιντεν). Αλλά ήδη οι εμπορικές σχέσεις της ΕΕ με την Κίνα είναι πολύ διαφορετικές από εκείνες των ΗΠΑ με την μετεωρικώς αναπτυχθείσα εμπορική υπερδύναμη. Η Ουάσιγκτον, για παράδειγμα, απαγορεύει εισαγωγές από την επαρχία Ξιανζιάνγκ επειδή θεωρεί ότι προς εισαγωγή προϊόντα είναι αποτέλεσμα καταναγκαστικής εργασίας. Στην ΕΕ δεν ισχύουν ανάλογες απαγορεύσεις. Επίσης η Ουάσιγκτον μπλοκάρει μεταρρυθμίσεις στον ΠΟΕ που οι Βρυξέλλες θεωρούν ως κλειδί για τον εκσυγχρονισμό του κρατικο-καπιταλιστικού μοντέλου της Κίνας.
5. Το κόστος των φαρμάκων
Οι ΗΠΑ θεωρούν ότι η Ευρώπη αγοράζει πολύ φθηνά τα φαρμακευτικά σκευάσματα αφήνοντας τις εταιρείες του κλάδου να εξαρτώνται υπερβολικά από τις πωλήσεις τους στις ΗΠΑ. Το αμερικανικό φαρμακευτικό λόμπι πιέζει το Κογκρέσο να… πιέσει τους Ευρωπαίους να αυξήσουν τον ΦΠΑ στα φάρμακα και να εγκαταλείψουν το σύστημα των «αξιολογήσεων της τεχνολογίας υγείας», που εφαρμόζεται εδώ και δύο δεκαετίες στην Ευρώπη και αποτρέπει τις τιμές των φαρμάκων να φθάσουν σε ύψη που θα φέρουν ενδεχομένως στα όριά τους τα ευρωπαϊκά συστήματα υγείας.
Ο Μπάιντεν έχει προεκλογικώς υποσχεθεί να εργαστεί για τη μείωση των τιμών των φαρμάκων στη χώρα του, ενώ η αριστερή πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος έχει επεξεργαστεί νομοθετική ρύθμιση που, αν εγκριθεί, θα δώσει στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση τη δυνατότητα να διαπραγματεύεται τις τιμές των φαρμάκων παρακάμπτοντας τις ασφαλιστικές εταιρείες. Είναι πάντως πολύ φιλόδοξη μια τέτοια προσέγγιση για να έχει τύχη.
6. Η φορολόγηση των GAFA
Εδώ ο κόμπος φαίνεται πως έφθασε στο χτένι. Στην Κορνουάλη οι ηγέτες του G7 επικύρωσαν την κατ’ αρχήν συμφωνία των υπουργών Οικονομικών, στις 5 Ιουνίου, για την επιβολή κατώτατου συντελεστή φορολόγησης 15% στα κέρδη των λεγόμενων Τεχνολογικών Γιγάντων (Big Tech), δηλαδή των υπερεθνικών εταιρειών όπως η Google, Amazon, Facebook και Apple (GAFA). Πρόκειται για περίπου 100 εταιρείες, όχι όλες αμερικανικές, που πληρώνουν μηδαμινούς έως μηδενικούς φόρους μεταφέροντας τα κέρδη τους από χώρα σε χώρα.
Ο Τζο Μπάιντεν και η υπουργός του Τζάνετ Γέλεν είναι εκείνοι που πρότειναν την καθιέρωση ενιαίου συντελεστή 15% και οι Ευρωπαίοι δεν διαφωνούν επί της ουσίας. Επειδή ο διάβολος όμως κρύβεται στις λεπτομέρειες, πολλοί παρατηρητές θεωρούν ότι θα υπάρξουν δυσκολίες στην εφαρμογή της απόφασης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόκειται να καταθέσει τον Ιούλιο τη δική της πρόταση σε ό,τι αφορά το συντελεστή φορολόγησης των υπερεθνικών επιχειρήσεων εν γένει και η διαδικασία δεν θα κυλήσει απρόσκοπτα λόγω της φορολογικής Βαβέλ που ισχύει στην ΕΕ και των παρασκηνιακών μεθοδεύσεων ορισμένων κρατών-μελών με πολύ χαμηλούς συντελεστές (12,5% στην Ιρλανδία και την Κύπρο, 10% στη Βουλγαρία) που ευλόγως προσπαθούν να διατηρήσουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που απολαμβάνουν.
7. Η τεχνητή νοημοσύνη
Εν προκειμένω η Ευρώπη θα επιθυμούσε την υιοθέτηση ενός παγκόσμιου «χρυσού κανόνα» που θα εξασφαλίζει την ασφάλεια και τον έλεγχο του ανθρώπου σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Οι ΗΠΑ, όπου εδρεύουν οι μεγαλύτεροι όμιλοι στον κλάδο αυτό, αποφεύγει να πάρει ευθέως θέση στην πρόταση των Βρυξελλών, που ετοιμάζουν έναν «οδηγό κανόνων» που θα ρυθμίζει τις λειτουργίες και τις «χρήσεις» της τεχνητής νοημοσύνης σε παγκόσμιο επίπεδο.
Σύμφωνα με την αρμόδια για ψηφιακά θέματα επίτροπο της ΕΕ Μαργκρέτε Βεστάγκερ, οι συναντήσεις κορυφής ΕΕ-ΗΠΑ θα σηματοδοτήσουν μια νέα αρχή σε ό,τι αφορά την ευρωατλαντική συνεργασία σε θέματα προηγμένης τεχνολογίας. ΗΠΑ και ΕΕ συμμερίζονται την ίδια ανησυχία για την χρήση τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης από ολοκληρωτικά καθεστώτα, όπως είναι για παράδειγμα αυτό του Πεκίνου. Αλλά η πρόταση για μια «Συμφωνία για την Τεχνητή Νοημοσύνη», που είχε διατυπώσει τον περασμένο Δεκέμβριο η Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, δεν έχει λάβει ακόμα μια επίσημη απάντηση από την Ουάσιγκτον που παραμένει παγίως διστακτική σε θέματα ρύθμισης των τεχνολογικών γιγάντων.
8. Η δασμολόγηση του άνθρακα
Η Ουάσιγκτον δεν κρύβει την αδιαφορία της για την πρωτοβουλία αναφορικά με το εμπόριο εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που έχει προαναγγείλει για τον Ιούλιο η ΕΕ. Οι Βρυξέλλες θέλουν να επιβάλουν μια δασμολογική επιβάρυνση στις εισαγωγές χάλυβα, αλουμινίου, τσιμέντου, λιπασμάτων και ηλεκτρικής ενέργειας για να εξισορροπήσει την υψηλότερη «πράσινη» φορολογία που καταβάλλει η βαριά βιομηχανία της Ευρώπης.
Στις ΗΠΑ δεν ισχύει ανάλογος φόρος που συνδέεται με τις εκπομπές αερίων που ευθύνονται για την κλιματική αλλαγή και η δασμολόγηση που δρομολογούν οι Βρυξέλλες ενδέχεται να προκαλέσει αντίποινα εκ μέρους της Ουάσιγκτον στις εισαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων στις ΗΠΑ. Ο Εμμανουέλ Μακρόν που είναι ο εμπνευστής της επιβολής ενός «φόρου στον άνθρακα που περνά τα σύνορα των κρατών», δεν φαίνεται διατεθειμένος να υποχωρήσει ειδικά τώρα που προετοιμάζεται για εκλογές.
9. Τα «πράσινα» αγροτικά προϊόντα
Οι διαφορές των αγροτικών μοντέλων ΕΕ-ΗΠΑ είναι κεφαλαιώδεις. Η Ευρώπη προάγει τις μικρές οικογενειακές αγροτικές μονάδες που λειτουργούν με υψηλές περιβαλλοντικές προδιαγραφές, ενώ οι ΗΠΑ τις γιγαντιαίες μονοκαλλιέργειες. Η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι η πρόθεση των Βρυξελλών να υιοθετήσουν ένα πιο «πράσινο» μοντέλο παραγωγής τροφίμων έως το 2030 θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις για το ευρωαμερικανικό εμπόριο, ενώ υποστηρίζει ότι απειλεί και την προσπάθεια για την καταπολέμηση της πείνας παγκοσμίως.
Οι δύο πλευρές επί δεκαετίες ολόκληρες δεν έχουν κοινό σημείο αναφοράς στο θέμα των γεωργικών προϊόντων καθώς τους χωρίζει το ζήτημα των γενετικώς τροποποιημένων τροφίμων, που ενώ αποτελούν κοινό τόπο στις ΗΠΑ είναι απολύτως δαιμονοποιημένα στην Ευρώπη. Εσχάτως όμως, όπως σημειώνει το Politico, προέκυψαν περιθώρια συνεννόησης στο μέτρο που η Κομισιόν «ψήνεται» με την ιδέα να αντιμετωπίσει διαφορετικά τις λεγόμενες γονιδιακές καλλιέργειες από εκείνες με γενετικά τροποποιημένους σπόρους. Μιλάμε για τη νέα τεχνολογία καλλιεργειών με σπόρους γονιδιακά επεξεργασμένους σπόρους (gene-edited crops), που το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας θεωρεί ως απολύτως φυσιολογικούς σπόρους. Η πανίσχυρη στην Ευρώπη Greenpeace, χαρακτηρίζει πάντως τα gene-edited crops ως «τα νέα μεταλλαγμένα».
10. «Χαράτσι» σε όσους ρυπαίνουν
ΗΠΑ και ΕΕ έχουν τους ίδιους περιβαλλοντικούς στόχους και συμφωνούν ότι για να τους πετύχουν θα πρέπει να μειωθούν δραστικά οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Διαφωνούν όμως κάθετα σε ό,τι αφορά την πολιτική και τις μεθόδους που θα πρέπει να ακολουθήσουν για να πετύχουν τους κοινούς στόχους.
Οι Βρυξέλλες θεωρούν ότι για να μειωθεί η ρύπανση θα πρέπει να πληρώνουν περισσότερα όσοι ρυπαίνουν. Εφαρμόζοντας το Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών Ρύπων μείωσαν κατά περισσότερο από 1 δισ. τόνους τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, απέτρεψαν τις εταιρείες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας να χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα ως πρώτη ύλη, ενώ ανάγκασαν τις χαλυβουργίες και άλλες βαριές βιομηχανίες να περιορίσουν τους ρύπους στις παραγωγικές τους μονάδες. Προσφάτως έθεσαν πιο φιλόδοξους στόχους για το 2030.
Στις ΗΠΑ το Κογκρέσο (κυρίως οι Ρεπουμπλικανοί βουλευτές και γερουσιαστές) αντιδρά σθεναρά στην υιοθέτηση κανόνων «τιμολόγησης» του άνθρακα – παρά το ότι πολλές Πολιτείες έχουν εγκρίνει και εφαρμόζουν ανάλογα μέτρα. Ακόμα και στους κόλπους του Δημοκρατικού Κόμματος υπάρχουν αντιδράσεις στην οικονομική επιβάρυνση των επιχειρήσεων που ρυπαίνουν. Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Τζόε Μαντσίν, για παράδειγμα, από την εποχή του Μπαράκ Ομπάμα αντιδρά σε κάθε περιβαλλοντικό φόρο.
11. Ο Nord Stream 2
Εδώ το «πρόβλημα» είναι αποκλειστικά και μόνο το Βερολίνο. Είναι γνωστή η ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας από τη Ρωσία μέσω του υποθαλάσσιου αγωγού Nord Stream 2 που μεταφέρει ρωσικό φυσικό αέριο. Οι Βρυξέλλες επανειλημμένα έχουν προσπαθήσει να πείσουν τη γερμανική κυβέρνηση να αναθεωρήσει τις συμφωνίες με την περιβόητη Gazprom, αλλά στο ρωσικό κολοσσό οι Γερμανοί έχουν εδώ και πάνω από 15 χρόνια τον δικό τους άνθρωπο, τον πρώην καγκελάριο Γκέρχαρντ Σρέντερ για να εγγυάται τη ρωσογερμανική ενεργειακή συνεργασία.
«Οι ευρωπαϊκές χώρες που αντιτίθενται αναφανδόν στη Ρωσία, όπως η Πολωνία, η Λετονία, η Λιθουανία και η Εσθονία, ελπίζουν τώρα ότι ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν θα καταφέρει να σκοτώσει τη συμφωνία του Βερολίνου με την Gazprom», γράφει το Politico. Αλλά προσθέτει ότι τα όνειρα αυτά ξεθώριασαν στα τέλη Μαΐου, όταν ο Μπάιντεν απέφυγε (παρά τη διακομματική συναίνεση Ρεπουμπλικανών-Δημοκρατικών) να ανακοινώσει κυρώσεις σχετικά με τον Nord Stream 2 «για να πληγώσει την αμερικανο-γερμανική φιλία». Το Βερολίνο και η Μόσχα χαιρέτισαν την απόφασή του.
Στη μεθαυριανή σύνοδο κορυφής Μπάιντεν-Πούτιν στη Γενεύη είναι άγνωστο αν ο αμερικανός πρόεδρος θα θέσει το ζήτημα και η «οργισμένη» με την στάση του Μπάιντεν Ουκρανία θεωρεί ότι είναι ο ρώσος πρόεδρος ο οποίος θα έχει ένα «φλας ρουαγιάλ στα χέρια του όταν θα διαπραγματεύεται για το Ντονμπάς». Το σίγουρο είναι ότι η εικόνα του Μπάιντεν ως συμμάχου και προστάτη των κάποτε υπό σοβιετική επιρροή χωρών της Ανατολικής Ευρώπης έχει τρωθεί. Αλλά προέχουν οι σχέσεις με το Βερολίνο.