Το καλοκαίρι του 2015 υπήρξε τραυματικό για τη χώρα. Ολοι θυμούνται τις δραματικές συνθήκες που επικράτησαν σε εκείνη τη 17ωρη διαπραγμάτευση του Αλέξη Τσίπρα με τους ευρωπαίους ηγέτες και τον κίνδυνο απόλυτου εκτροχιασμού που αντιμετώπισε η Ελλάδα. Ο τότε πρωθυπουργός βρέθηκε αντιμέτωπος με τις αυταπάτες και τις ψευδαισθήσεις του και αναγκάστηκε να κάνει στροφή 180 μοιρών και να αποδεχθεί την ανάληψη πλήθους υποχρεώσεων προκειμένου να αποφύγει μια ζημιογόνο αποβολή από την ευρωζώνη.
Απότοκος εκείνης της διαπραγμάτευσης, πέραν των άλλων, ήταν και η δημιουργία, κατ’ απαίτηση του τότε γερμανού υπουργού Οικονομικών κ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, του Υπερταμείου, στη δικαιοδοσία του οποίου υπήχθη για 99 χρόνια ολόκληρη η δημόσια περιουσία ως εθνική εγγύηση για την αποπληρωμή των ρυθμισμένων χρεών μας.
Στο Υπερταμείο ενετάχθησαν 17 μεγάλες, υπό κρατικό έλεγχο, δημόσιες επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων της ΔΕΗ, της ΕΥΔΑΠ, της ΕΥΑΘ, του ΤΑΙΠΕΔ, στο οποίο ανήκουν λιμάνια, αεροδρόμια και άλλα περιουσιακά στοιχεία του κράτους, της ΕΤΑΔ που έχει στην ευθύνη της περίπου 80.000 ακίνητα και εκτάσεις του Δημοσίου, των ΕΛΤΑ, των αστικών συγκοινωνιών, της Διωρυγας Κορίνθου, ακόμη και των δημόσιων αλυκών για να θυμίζουν την προηγούμενη πτώχευση του 1893.
Στόχος δε ήταν το Υπερταμείο να αναλάβει τη διαχείριση των ελλειμματικών κατά βάση δημοσίων επιχειρήσεων, να τις εξυγιάνει, να τις αναπτύξει, να τις ιδιωτικοποιήσει και βεβαίως να τις οδηγήσει σε κέρδη, ένα μέρος των οποίων θα κατατίθεται για την αποπληρωμή του χρέους και το υπόλοιπο θα δεσμεύεται εν είδει εγγύησης σε έναν λογαριασμό στην Τράπεζα της Ελλάδος. Περιττό να σημειώσουμε ότι το Υπερταμείο ελέγχεται από Εποπτικό Συμβούλιο, στο οποίο μετέχουν τρεις ξένοι που επιλέγονται από τον ESM και τέσσερις δικοί μας έπειτα από πρόταση της κυβέρνησης. Και είναι αυτό που επιλέγει τη διοίκηση του Υπερταμείου με ειδική πλειοψηφία τεσσάρων συν μιας ψήφου, η οποία πρέπει απαραιτήτως να προέρχεται από ένα εκ των ξένων μελών του Εποπτικού Συμβουλίου.
Στα χρόνια της διακυβέρνησής του ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισε ενοχικά τη λειτουργία του Υπερταμείου. Η διαχείριση ήταν τυπική και η παρέμβασή του περιορισμένη στη λειτουργία των 17 ελλειμματικών κατά βάση δημοσίων επιχειρήσεων. Με αποτέλεσμα ένα σημαντικό κομμάτι της κρατικής περιουσίας να μένει εν πολλοίς αναξιοποίητο και αδρανές, χωρίς ουσιαστική παρέμβαση. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της ΕΤΑΔ, ενός κυρίαρχου κατόχου ακινήτων και δημόσιων εκτάσεων με μηδενική παρέμβαση στην αγορά ακινήτων.
Αντιστοίχως κύλησαν τα πράγματα και στην πρώτη φάση της νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης, κυρίως εξαιτίας των πανδημικών συνθηκών και προτεραιοτήτων. Προσφάτως έπειτα από διαγωνιστική διαδικασία επελέγη νέα αμιγώς τεχνοκρατική διοίκηση, υπό τον κ. Γρ. Δημητριάδη και την ομάδα που τον συνοδεύει, η οποία φιλοδοξεί να δώσει πνοή στο έργο του Υπερταμείου και κυρίως να παίξει τον ρυθμιστικό ρόλο της, να ευνοήσει δηλαδή σχέδια εξυγίανσης και εκσυγχρονισμού των χειμαζόμενων δημοσίων επιχειρήσεων και ιδιαιτέρως να μετατρέψει τον ιδιότυπο αυτόν μηχανισμό σε έναν δυναμικό και ενεργό διαχειριστή κρατικής περιουσίας, ικανό να τρέχει ιδιωτικοποιήσεις, να κάνει επενδύσεις και να αντλεί χρηματοδοτικούς πόρους προκειμένου να επιτύχει τους σκοπούς του.
Ηδη πέτυχε να διευθετήσει διαφορές της ΕΥΔΑΠ με το κράτος για την τιμή του νερού που λαμβάνει από φυσικές πηγές, εκκίνησε τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης του αεροδρομίου της Καλαμάτας, παλεύει να επιταχύνει το άνοιγμα της Διώρυγας της Κορίνθου, να παρέμβει αποφασιστικά στις αστικές συγκοινωνίες και βεβαίως να δημιουργήσει προϋποθέσεις αξιοποίησης της τεράστιας και εν πολλοίς αδρανούς κρατικής περιουσίας που κατέχει η ΕΤΑΔ.
Ωστόσο το πέπλο του κράτους παραμένει βαρύ και ασήκωτο. Οι παρεμβάσεις περισσεύουν, οι υπουργοί αντιμετωπίζουν τις ελλειμματικές δημόσιες επιχειρήσεις κατά τον παλαιό τρόπο και ορισμένες των διοικήσεων φαντάζουν ανεπαρκείς.
Για να γυρίσει ο ήλιος και να εξελιχθεί το Υπερταμείο σε έναν πραγματικό διαχειριστή της εθνικής περιουσίας θέλει δουλειά πολλή, ιδιαιτέρως απαλλαγή από τον εναγκαλισμό του κόμματος, του όποιου κόμματος και των νοοτροπιών που συνήθως τα συνοδεύουν.