Μπορεί η διστακτικότητα που εμφανίζει σημαντικό μέρος του πληθυσμού ως προς τον εμβολισμό να προκαλεί πονοκέφαλο στους ειδικούς, ωστόσο τα πρώτα τμήματα του τείχους ανοσίας θεμελιώθηκαν και οι επιστήμονες περιμένουν να δουν το επόμενο χρονικό διάστημα πώς θα συμπεριφερθούν σε συνθήκες «μάχης».
Σε αυτήν την κατεύθυνση κινείται και η συζήτηση που έχει ανοίξει για τον εμβολιασμό των παιδιών, με τους ειδικούς να στέκονται θετικά απέναντι στον εμβολιασμό αφού τα αποτελέσματα των μελετών είναι ενθαρρυντικά.
Μιλώντας στο MEGA, η Αθηνά Λινού, καθηγήτρια Επιδημιολογίας, δήλωσε υπέρ του εμβολιασμού των παιδιών.
«Να εμβολιαστούν τα παιδιά γιατί αν μείνουν ανεμβολίαστα θα έχουμε μια ομάδα πολύ ευαίσθητη που ναι μεν νοσεί ήπια, αλλά ένα μικρό ποσοστό θα νοσήσει και σοβαρά και ο κίνδυνος θα είναι ότι θα έχουμε άρει όλα τα μέτρα προστασίας».
Ο κίνδυνος σοβαρής νόσησης των παιδιών από τον κοροναϊό, αν και μικρός είναι υπαρκτός, με περίπου 350 παιδία στις ΗΠΑ να έχουν χάσει τη ζωή τους από την πανδημία.
«Έχουμε βεβαιότητα ότι έχουμε ασφαλές εμβόλια από τα 12 έτη και μετά», σημειώνει η κ. Λινού, επισημαίνοντας ότι οι μελέτες συνεχίζονται ενώ θετικά είναι τα αποτελέσματα ακόμα και για βρέφη μεγαλύτερα των 6 μηνών.
Αναφερόμενη στον υποχρεωτικό εμβολισμό ειδικών επαγγελματικών ομάδων, όπως οι υγειονομικοί, τόνισε πως «είναι ένα δύσκολο θέμα».
«Δεν έχουμε παράδοση υποχρεωτικού εμβολιασμού», σημειώνει η καθηγήτρια και υπογραμμίζει πως οι «λειτουργοί υγείας θα πρέπει να πειστούν να εμβολιαστούν, αλλιώς σε ειδικότητες που εκθέτονται σε μεγάλο κίνδυνο για τη νόσο θα πρέπει να αλλάξουν μέρος ή πόστο εργασίας αν δε γίνει υποχρεωτικός ο εμβολιασμός».
Τη συγκεκριμένη άποψη συμμερίζεται και ο Γιώργος Τσιβγούλης, καθηγητής Νευρολογίας ΕΚΠΑ, ο οποίος μάλιστα τονίζει ότι στις νέες προσλήψεις υγειονομικών, ο εμβολιασμός θα μπορούσε να τεθεί ως προϋπόθεση.
«Η συντριπτική πλειοψηφία των γιατρών έχει εμβολιαστεί, ειδικά στα νοσοκομεία αναφοράς. Πρέπει να δημιουργήσουμε μια κουλτούρα εμβολιασμού», κατέληξε ο καθηγητής.