Το 1997 οι βρετανοί Εργατικοί συμπλήρωναν 18 χρόνια εκτός κυβέρνησης. Για ένα κόμμα εξουσίας σαν αυτό μία ακόμα αποτυχία θα σήμαινε την πρόωρη pasokification του. Ο μήνας Μάιος ήταν καθοριστικός για τους Εργατικούς. Ο γεννημένος στις 6 Μαΐου 1953 Τόνι Μπλερ οδήγησε την 1η Μαΐου 1997 στη νίκη τους Νέους Εργατικούς. Το 2001, επτά ημέρες μετά το κλείσιμο του Μαΐου, πέτυχαν τη δεύτερη νίκη τους. Και ήταν το 2005, ανήμερα των μαγιάτικων γενεθλίων του Μπλερ, που πέτυχαν την τρίτη τους νίκη. Μάιος ήταν κι όταν ο Μπλερ παραιτήθηκε το 2007 και Μάιος του 2010 όταν παραιτήθηκε και ο πολύ αξιόλογος διάδοχός του Γκόρντον Μπράουν. Πέραν όμως αυτών των συμπτώσεων, ήδη από το 1994 οι βρετανοί Εργατικοί είχαν ανταλλάξει το κομματικό βασίλειό τους για ένα άλογο (Τόνι Μπλερ) που τους απομάκρυνε από το Μπόσγουορθ (εκεί το 1485 ηττήθηκε ο Ριχάρδος Γ’) του πολιτικού τους θανάτου. Το ίδιο έκαναν δύο χρόνια αργότερα με τον Κώστα Σημίτη και οι συνάδελφοί τους στην Ελλάδα.
Πώς όμως κατόρθωσαν τρεις συνεχόμενες νίκες οι Νέοι Εργατικοί και ο ηγέτης τους; Αυτοί δεν κρύφτηκαν πίσω από το αίτημα της δικαίωσης του Εργατικού Κόμματος του «ορθόδοξου», απλώς αναζήτησαν απαντήσεις σε ένα πολιτικό σύστημα στο οποίο λόγω της Συναίνεσης της Ουάσιγκτον οι δύο πόλοι είχαν συγχωνευθεί. Μετά τη δεκαετία του 1980 το εκκρεμές της πολιτικής είχε μετατοπιστεί από το σοσιαλδημοκρατικό τρίπτυχο «υψηλές δαπάνες, προοδευτική φορολόγηση, λελογισμένες αυξήσεις» στο τρίπτυχο «χρηματιστήρια, ανάπτυξη, εμπόριο». Οι δύο πόλοι είχαν γίνει ένας. Αναζητούνταν κάτι νέο. Ο Μπλερ ήταν αυτός που μετά την παραίτηση του Νιλ Κίνοκ το 1992 και την ανάληψη της ηγεσίας από τον ανεπαρκή Τζον Σμιθ δεν κρύφτηκε πίσω από απολιτικές αναφορές περί «παρατεταμένης εσωστρέφειας» και μη «θεσμικής συμπεριφοράς». Ζητούσε εδώ και τώρα αλλαγή ηγεσίας και θέσεων. Κάτι που έγινε δύο χρόνια αργότερα. Ο Μπλερ εμπιστεύθηκε περισσότερο επιστήμονες σαν τον Αντονι Γκίντενς παρά τους επικοινωνιολόγους του που από τότε του σύστηναν το ατομικιστικό σύνθημα περί ευτυχίας και κατέληξε στην πολύ πιο σύνθετη αφήγηση του Τρίτου Δρόμου. Αυτή η αφήγηση ήταν πέραν της κλασικής διάκρισης Αριστερά-Δεξιά, αλλά όχι πέραν αυτής καθαυτής της διάκρισης. Ο Μπλερ στηρίχθηκε στον Γκίντενς που σύμφωνα με τον Μιχάλη Μητσό «επέμενε να τοποθετείται στην Αριστερά» και, συμπληρώνω, πρότεινε σύγχρονες αριστερές πολιτικές εφαρμόσιμες στα κέντρα της κοινωνίας. Τότε τέθηκαν ζητήματα όπως η κατάργηση του επιδοματοκεντρικού κράτους, η προτεραιότητα των άυλων αξιών και των οικολογικών ανησυχιών, η νέα θεώρηση ζητημάτων όπως η βία και η προσωπική ασφάλεια, η καταπολέμηση της νέας φτώχειας και των ανισοτήτων μέσω της αποκαλούμενης θετικής πρόνοιας, η περισσότερη δημοκρατία αντί του περισσότερο ή λιγότερο κράτος και η αντιεθνικιστική προσέγγιση μεταξύ των τεσσάρων εθνών της Μεγάλης Βρετανίας. Ολα αυτά δεν ήταν «δεξιές» θέσεις όπως διατείνεται η φτώχεια των καθ’ ημάς πρόσφατων Κολόμβων της σοσιαλδημοκρατίας. Ηταν ένας δύσβατος δρόμος διατύπωσης εναλλακτικής πρότασης στον ευρωπαϊκό μονοπολικό πλουραλισμό.
Οσοι απαξιώνουν τον Μπλερ «ξεχνούν» ότι επί αυτού του τρισκατάρατου «νεοφιλελεύθερου» ο δείκτης Gini έδειξε τη μεγαλύτερη μείωση των ανισοτήτων στη Μεγάλη Βρετανία, ευρισκόμενος πιο κοντά στο μηδέν απ’ όσο ποτέ πριν και μετά. Την ίδια περίοδο τα δημόσια νοσοκομεία και πανεπιστήμια της χώρας είχαν ανέβει στα υψηλότερα σημεία της παγκόσμιας κατάταξης Οι Μπλερ – Μπράουν από το 1997 μέχρι το 2010 είχαν αυξήσει τις δαπάνες για το Σύστημα Υγείας και τις άλλες κοινωνικές δαπάνες από το 39,9% στο 48,1%. Βεβαίως εδώ το βάρος ρίχθηκε στην αύξηση και στη σωστή λειτουργία των επίκαιρων σήμερα ΜΕΘ και όχι στα επιδόματα. Ο Μπλερ καθιέρωσε για πρώτη φορά κατώτατο μισθό στη Βρετανία. Το 2004 με τον νόμο Civil Partnership Act εισήγαγε σοβαρές μεταρρυθμίσεις υπέρ της Κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ και άλλων μειονοτικών ομάδων. Την ίδια περίοδο η Μεγάλη Βρετανία βρέθηκε πιο κοντά από ποτέ στον πυρήνα της Ευρώπης. Ενώ επίσης οι «δεξιοί» Νέοι Εργατικοί έσπρωξαν το Συντηρητικό Κόμμα προς τα αριστερά και όχι στα δεξιά που το έσπρωξε πολλά χρόνια αργότερα ο «αριστερός» Κόρμπιν.
Ο Μπλερ ήταν το άλογο που πήρε τους Εργατικούς από το κατεστραμμένο τοπίο της μάχης και τους μετέφερε σε νέο χώρο. Θλιβερή σύγκριση με το καθ’ ημάς Κίνημα Αλλαγής όπου οι έχοντες αλλά και οι διεκδικούντες την ηγεσία φαίνεται να επιζητούν την περιχαράκωση στα «παλαιά κοινά», συμφιλιωμένοι με την ιδέα πως όσο λιγότεροι καινούργιοι συγκινηθούν από το μήνυμα τόσο καλύτερα για τους ήδη μαντατοφόρους. Κολλημένοι στους βάλτους του Μπόσγουορθ αφού δεν αντέχουν την κίνηση των ιδεών.
Λόγω των έξυπνων κινήσεων του κ. Μητσοτάκη στο πρόσωπό του βρίσκουν έκφραση δεξιές, φιλελεύθερες και σοσιαλδημοκρατικές ιδέες και άνθρωποι. Αυτό καταλήγει όχι σε έναν «μονοπολικό» αλλά σε έναν «μονοκομματικό» πλουραλισμό. Ευελπιστώ η ελληνική σοσιαλδημοκρατία να βρει εγκαίρως ένα άλογο που θα την πάρει από το πεδίο της ήττας και το οποίο δεν θα βόσκει στα λιβάδια των μηχανισμών ούτε θα καταφεύγει στους στάβλους της επιστροφής στο «πατριωτικό» ΠαΣοΚ. Δυστυχώς η όποια ελληνική σοσιαλδημοκρατία, επειδή δεν προέκυψε από το εργατικό κίνημα αλλά από τα μικρομεσαία στρώματα των «μη προνομιούχων», ρέπει προς τον «πατριωτικό» εθνικισμό. Αυτό είναι άλλο πονεμένο θέμα για να γράψει κανείς.
*Ο κ. Γιώργος Σιακαντάρης είναι κοινωνιολόγος.