Η Γερμανία ξεκινά προετοιμασίες για εμβολιασμούς παιδιών και εφήβων από ηλικίας 12 χρονών από τις 7 Ιουνίου με το εμβόλιο της Biontech/Pfizer. Η απόφαση που ελήφθη χθες σε διαδικτυακή συνάντηση της καγκελαρίου Μέρκελ με τους 16 πρωθυπουργούς ισάριθμων γερμανικών κρατιδίων, συμπίπτει με την κατάργηση της προτεραιότητας στους εμβολιασμούς.
Από εκείνη την ημέρα κάθε Γερμανός πολίτης από ηλικίας 12 χρονών, θα μπορεί να ζητά ραντεβού για εμβολιασμό με ένα από τα 4 εμβόλια που κυκλοφορούν στη χώρα. Για την κάλυψη των αναγκών, η χώρα θα χρειαστεί άλλα 6 εκ. δόσεις του συγκεκριμένου εμβολίου που δεν μπορεί όμως τόσο άμεσα να εξασφαλίσει.
“Δεν υπάρχουν επαρκή επιστημονικά δεδομένα”
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Μέρκελ μαζί με τους τοπικούς πρωθυπουργούς κατέληξαν πριν το πράσινο φως που έδωσε το απόγευμα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Φαρμάκων ΕΜΑ για εμβολιασμούς και αυτής της ηλικιακής ομάδας με το συγκεκριμένο εμβόλιο και χωρίς προηγούμενη τοποθέτηση της εθνικής Μόνιμης Επιτροπής Εμβολιασμών (STIKO), η οποία μέχρι τώρα διαδραμάτιζε ένα βαρύνοντα και ουσιαστικό ρόλο στις κυβερνητικές αποφάσεις στον προγραμματισμό των εμβολιασμών και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων.Ο παραγκωνισμός της σε αυτήν τη κρίσιμη φάση των εμβολιασμών αφαιρεί τμήμα από την σημασία της, σύμφωνα με εκτίμηση της εφημερίδας die Welt. Και τις ημέρες που προηγήθηκαν της χθεσινής απόφασης, ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν, πολλοί πρωθυπουργοί κρατιδίων αλλά και ο έγκυρος και ειδήμων σοσιαλδημοκράτης βουλευτής Καρλ Λάουτερμπαχ επέκριναν την στάση της να μην προχωρήσει ως κατεξοχήν αρμόδια επιτροπή σε σύσταση.
Το επιχείρημα του επικεφαλής της Τόμας Μέρτενς να μην το κάνει, ήταν ότι το σώμα δεν διέθετε βάση αξιόπιστων δεδομένων. Ένα άλλο επιχείρημα ήταν ότι ο κίνδυνος να νοσήσουν σοβαρά τα παιδιά είναι μικρός και γι αυτό δεν υπήρχε ανάγκη έκδοσης σύστασης. “Είμαστε ένα ανεξάρτητο επιστημονικό όργανο, έχουμε καταστατικό και εσωτερικό κανονισμό που μας δεσμεύει σε συγκεκριμένη μεθοδολογία” δήλωσε ο Μάρτιν Τέρχαρντ, μέλος της επιτροπής, στη Βαυαρική Ραδιοφωνία, αποκρούοντας πιέσεις και ασκήσεις επιρροής από την πολιτική. “Και θα συνεχίσουμε όπως γίνεται μέχρι τώρα, με βάση επιστημονικά κριτήρια και όχι πολιτικές ή άλλες πιέσεις”.
Ενδοιασμοί και από γονείς και κηδεμόνες
Ανάμεσα στους υποστηρικτές της Επιτροπής Εμβολιασμού είναι και ο Κλάους Ράινχαρντ, πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Ιατρικού Συλλόγου. Μιλώντας στη Rheinische Post υποστήριξε ότι “τα δεδομένα για τυχόν κινδύνους και ωφέλειες από έναν εμβολιασμό παιδιών και εφήβων δεν αρκούν για να στηριχθεί σύσταση”. Από την πλευρά τους οι εντατικολόγοι ζητούν τα υπάρχοντα εμβόλια, που συνεχίζουν να μην επαρκούν, να δοθούν για την θωράκιση κυρίως των ενηλίκων, οι οποίοι κινδυνεύουν περισσότερο από επιπλοκές της νόσου. “Τα παιδιά παραμένουν τις περισσότερες φορές ασυμπτωματικά ή με ακίνδυνες παρενέργειες και δεν πρέπει οπωσδήποτε να εμβολιαστούν, τη στιγμή που δεν υπάρχει υπερπληθώρα εμβολίων” είπε ο Φλόριαν Χόφμαν, γενικός γραμματέας της Γερμανικής Διεπιστημονικής Ένωσης Εντατικής και Επείγουσας Ιατρικής σε εφημερίδες του εκδοτικού συγκροτήματος Funke. Απογοητευμένη αλλά για άλλους λόγους εμφανίστηκε η Ένωση Καθηγητών Γερμανίας, που θεωρεί ότι η κυβερνητική απόφαση δεν θα έχει άξιες λόγου θετικές επιπτώσεις στη λειτουργία των σχολείων του χρόνου, όπως επεσήμανε ο πρόεδρός της Χάινς-Πέτερ Μεϊντιγκεν στο εκδοτικό δίκτυο Γερμανίας RND.
Αλλά και η Ένωση Εκπαίδευσης και Κατάρτισης κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι πριν τη συνάντηση με τους τοπικούς πρωθυπουργούς, καλλιέργησε προσδοκίες που δεν υλοποιούνται στην πράξη. “Αντιλαμβανόμαστε την ευφορία γιατί το εμβόλιο σημαίνει κανονικότητα” είπε ο διευθυντής της Ούντο Μπέκμαν. “Αλλά έχει γίνει σαφές ότι επιπλέον εμβόλια δεν πρόκειται να έρθουν”. Την τελευταία λέξη έχουν οι γονείς και κηδεμόνες. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Civey για λογαριασμό της εφημερίδας Augsburger Allgemeine, το 40% εξ αυτών δήλωσε ότι δεν προτίθεται να επιτρέψει στο παιδί του να εμβολιαστεί, το 51% δήλωσε υπέρ. Μάλιστα ο Κλάους Ράινχαρντ, πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Ιατρικού Συλλόγου, συνέστησε στους γονείς να μην υποκύψουν σε πολιτικές και κοινωνικές πιέσεις στη διαδικασία λήψης της σχετικής απόφασης.
Ειρήνη Αναστασοπούλου