Πληθαίνουν οι καταγγελίες των καταναλωτών για αυξήσεις στα είδη πρώτης ανάγκης που επιβαρύνουν τον οικογενειακό προϋπολογισμό σε μια περίοδο που «μετράμε τις πληγές» της πανδημίας, που σύμφωνα με επιστήμονες και Αρχές υποχωρεί.
Το φαινόμενο της ακρίβειας έγινε ιδιαίτερα αισθητό την περίοδο πριν από το Πάσχα με τις τιμές του οβελία να είναι αυξημένες σε σχέση με τις αντίστοιχες τιμές του 2020. Είναι ενδεικτικό ότι η τιμή του κιλού στα αμνοερίφια έφτασε τα 12 ευρώ το κιλό από 8 ευρώ που πωλούνταν το 2020.
Ωστόσο οι ανατιμήσεις δεν σταμάτησαν εκεί αλλά συνεχίζονται σε μία σειρά από είδη πρώτης ανάγκης, που σε συνδυασμό με την αύξηση στις τιμές των καυσίμων και το «πληγωμένο» εισόδημα λόγω πανδημίας δυσχαιρένουν την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών.
Ιδιαίτερο προβληματισμό προκαλεί το γεγονός των αυξήσεων στα σούπερ μάρκετ, που ήταν και οι μεγάλοι κερδισμένοι του 2020 αυξάνοντας κατά πολύ τα έσοδά τους. Η συζήτηση που ανοίγει είναι αν οι ανατιμήσεις δικαιολογούνται με βάση την παγκόσμια εικόνα ή όχι και πως μπορούν να συγκρατηθούν ώστε να μην επιβαρύνουν περαιτέρω τον καταναλωτή σε μια δύσκολη οικονομικά περίοδο.
Παγκόσμιο φαινόμενο;
Σύμφωνα με μετρήσεις του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών αυξήσεις παρατηρήθηκαν και σε άλλα είδη όπως η φέτα, το γιαούρτι, τα αυγά. Ωστόσο σύμφωνα με τις εκτιμήσεις το συνολικό ποσοστό αύξησης στον οικογενειακό προϋπολογισμό συγκρατήθηκε στο 0,7%, καθώς εξισορροπήθηκε από προϊόντα σε προσφορά.
Όπως ανέφερε ο πρόεδρος του ΙΕΛΚΑ, Κωνσταντίνος Μαχαίρας, στον enikos.gr «οι ανατιμήσεις αφορούν σε ολόκληρη την Ευρώπη καθώς ανεβαίνουν οι πρώτες ύλες». Σύμφωνα με τον ίδιο, έχουμε «μεσοσταθμικές αυξήσεις 5%-6% εφέτος και το λιανεμπόριο έως τώρα έχει απορροφήσει ένα 4% και στην τελική τιμή του προϊόντος έχει… περάσει ένα 2%. Με το που άνοιξαν έξω οι αγορές, ήρθαν και οι ανατιμήσεις. Είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο και όχι ελληνικό».
Συνεχίζονται οι ανατιμήσεις – Τι αναφέρει το ΙΝΚΑ
Ο Γιώργος Λεχουρίτης, πρόεδρος του ΙΝΚΑ, βλέπει ωστόσο πιο μόνιμα χαρακτηριστικά στις ανατιμήσεις, οι οποίες όπως είπε ξεκίνησαν από τον Ιανουάριο.
Όπως είπε σε συνέντευξή του στο OPEN το μπαράζ ανατιμήσεων παρατηρείται σχεδόν σε όλα τα προϊόντα από τα μακαρόνια και όσπρια μέχρι το λάδι και το ρύζι. Μάλιστα, επεσήμανε ότι οι ανατιμήσεις είναι μεγάλες εάν αναλογιστεί κανείς δεν υπάρχει καμιά αύξηση στις αποδοχές των εργαζομένων και στις συντάξεις.
Στο ερώτημα εάν συνδέονται οι ανατιμήσεις με το κύμα της πανδημίας ο πρόεδρος του ΙΝΚΑ σημείωσε ότι δεν υπάρχει καμιά συσχέτιση της πανδημίας με τις αυξήσεις στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα και στα προϊόντα που φτάνουν στα ράφια του σούπερ μάρκετ.
Η εικόνα στα προϊόντα των σούπερ μάρκετ
Σύμφωνα με τον κ. Λεχουρίτη, στα ράφια των σούπερ μάρκετ είναι πρόδηλες οι αυξήσεις στις τιμές πολλών προϊόντων. Συγκεκριμένα αναφέρει:
Οι τιμές στις σοκολάτες αυξήθηκαν σε όλη τη γκάμα τους. Σοκολάτες από 30 λεπτά η μία πωλούνται τώρα στα 37 λεπτά και άλλου είδους σοκολάτες από 1,20 ευρώ πωλούνται στα 1,35 ευρώ.
Τυροκομικά: Είδος φέτας αυξήθηκε από 8,10 ευρώ σε 8,50 ευρώ.
Ανάλογες αυξήσεις παρατηρούνται και σε άλλα προϊόντα όπως ζυμαρικά, όσπρια, ρύζι κ.α.
Οπωροκηπευτικά: Οι τιμές παρουσιάζονται αυξημένες κατά 50% καθώς, σύμφωνα με τον κ. Λεχουρίδη, «μειώθηκαν οι πάγκοι άρα αυξήθηκαν οι τιμές γιατί οι παραγωγοί – όπως ισχυρίζονται αρκετοί εξ αυτών- πήγαιναν πιο αραιά στις λαϊκές αγορές, κάθε 15 ημέρες.
Ηλιέλαιο, καλαμποκέλαιο, βαμβακέλαιο: το 10λιτρο κόστιζε 12 ευρώ και πλέον πωλείται στα 18 ευρώ.
Χαρτικά: Αύξηση τουλάχιστον 20% μεσοσταθμικά παρατηρείται και στη συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων
«Δεν δικαιολογούνται οι αυξήσεις σε αρκετές περιπτώσεις»
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΙΝΚΑ, «αυτό που επικαλούνται για παράδειγμα οι πωλητές λαϊκών αγορών ότι πήγαιναν κάθε 15 ημέρες και ότι μειώθηκαν οι πάγκοι, γι’ αυτό και αυξήθηκαν οι τιμές, δεν ισχύει για τα σούπερ μάρκετ, καθώς αυτά δεν έκλεισαν καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας.
Όταν θέλουμε να δικαιολογήσουμε τις αυξημένες τιμές προϊόντων, βρίσκουμε δικαιολογίες. Θεωρούμε λοιπόν ως ΙΝΚΑ ότι πολλές επιχειρήσεις βρίσκουν δικαιολογίες για να αυξάνουν τις τιμές των προϊόντων. Η αύξηση των τιμών πρώτων υλών επηρεάζει τις τελικές τιμές αλλά δεν δικαιολογούνται τέτοιου είδους αυξήσεις.
Παράλληλα ενώ μειώθηκε ο ΦΠΑ από το 24% στο 13% θα περιμέναμε και γενικότερη μείωση τιμών στα προϊόντα, ωστόσο αυτές δεν μειώθηκαν, παρέμειναν σταθερές ή ίσως και να αυξήθηκαν σε ορισμένες περιπτώσεις».
Την ίδια στιγμή ο πλανήτης βιώνει μία οξεία επισιτιστική κρίση. Συγκεκριμένα, σχεδόν 20 εκατ. επιπλέον άνθρωποι προστέθηκαν στους πληγέντες των επισιτιστικών κρίσεων στη διάρκεια της περσινής χρονιάς, ενώ οι προοπτικές για το άμεσο μέλλον φαντάζουν εξίσου δυσοίωνες, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Δίκτυο Κατά των Επισιτιστικών Κρίσεων (GNAFC).