Η δεκαετία του 2010 ήταν μια από τις κρισιμότερες της περιπέτειας που εδώ και 200 χρόνια αποκαλούμε Νεοελληνικό Κράτος.
Ήταν μια μεγάλη δοκιμασία και για την κοινωνία και για το πολιτικό σύστημα.
Απέδειξε ότι αυτό που ονομάζαμε «ανάπτυξη» τα προηγούμενα χρόνια είχε πολλά «τυφλά σημεία».
Υπογράμμισε την αδυναμία της Ευρώπης να επιδείξει πραγματική αλληλεγγύη.
Προκάλεσε μεγάλες κοινωνικές εκρήξεις από μια κοινωνία που ένιωσε – και ήταν – αδικημένη.
Δοκίμασε την ικανότητα του πολιτικού συστήματος να εγγυηθεί την επιβίωση της χώρας.
Ο πλήρης απολογισμός δεν έχει γίνει.
Και πιθανώς να πάρει καιρό, γιατί μόνο εύκολος δεν είναι.
Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ξαναγράφουμε την ιστορία.
Από όλες τις πλευρές.
Και το λέω αυτό, γιατί βλέπω για παράδειγμα την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ απλώς να προσπεράσει όλες τις προβληματικές πλευρές της δικής του διακυβέρνησης.
Δεν μιλάω απλώς για το ότι έχουν βαλθεί να μας πείσουν ότι εφάρμοσαν… προοδευτική πολιτική ή ακόμη και αριστερό πρόγραμμα, την ώρα που αποδείχτηκαν οι καλύτεροι «μαθητές του Σόιμπλε» ως προς την εφαρμογή των μνημονίων και ακραίων πολιτικών λιτότητας.
Κυρίως το σκέφτομαι γιατί βλέπω την προσπάθεια να μας πουν ότι «Καλογρίτσας δεν υπήρξε».
Μόνο που όλοι ξέρουμε πολύ καλά ότι το σχέδιο για τη διαμόρφωση «αριστερής διαπλοκής» και SYRIZA Channel υπήρξε, έστω και εάν οδήγησε σε κωμικοτραγικές καταστάσεις.
Αυτό είναι τμήμα της πραγματικής ιστορίας και αυτή η ιστορία δεν μπορεί να ξαναγράφεται.
Αντιθέτως, καλό θα ήταν κάποτε και αυτοκριτική να υπάρξει και αποτίμηση ως προς το γιατί απέτυχε η «πρώτη φορά Αριστερά».
Όμως, την ίδια στιγμή δεν μπορεί να ξαναγράφεται η ιστορία και από την ανάποδη.
Στη χώρα μας δεν ξέσπασε κάποιο «κύμα λαϊκισμού» στην κοινωνία, ακόμη και εάν εμφανίστηκαν διάφοροι λαϊκιστικές πολιτικοί.
Στη χώρα μας ξέσπασε μια μεγάλη και παρατεταμένη κοινωνική έκρηξη.
Που ήταν δικαιολογημένη, εάν αναλογιστούμε τι σήμαιναν για τις ζωές πολλών ανθρώπων τα μνημόνια.
Ανθρώπων για τους οποίους ποτέ δεν ίσχυσε το «μαζί τα φάγαμε».
Η ελληνική κοινωνία δεν ήθελε την καταστροφική λιτότητα.
Ούτε συμφωνούσε με τις κυβερνήσεις που επέλεξαν να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις της Τρόικας.
Και το απέδειξε με το δημοψήφισμα.
Ότι ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχαν να δώσουν προοπτική γιατί δεν μπορούσαν ούτε αποτελεσματική ρήξη να κάνουν, ούτε έντιμο συμβιβασμό να πετύχουν, είναι γεγονός αναμφισβήτητο.
Αλλά την αγωνία της κοινωνίας δεν μπορούμε να την ταυτίζουμε με ένα κόμμα.
Ούτε να προσπερνάμε το γιατί ήταν αγανακτισμένη τότε.
Και αυτό έχει σημασία και για το σήμερα.
Το 2019 οι πολίτες έκριναν ότι χρειαζόταν, μέσα σε ένα νέο «μεταμνημονιακό» τοπίο και αφού είδαν την αναποτελεσματικότητα και τις παλινωδίες της «κυβερνώσας Αριστεράς», μια πολιτική αλλαγή.
Δεν ψήφισαν την αναδρομική δικαίωση των μνημονιακών κυβερνήσεων, αλλά μια επιλογή με το βλέμμα στο μέλλον και την προσμονή της ανάπτυξης.
Όμως, δεν έχουν αλλάξει γνώμη ως προς το τι θεωρούν ότι πρέπει να περιλαμβάνει ένα ελάχιστο επίπεδο κοινωνικής δικαιοσύνης.
Και θα το θυμηθούν, όποτε αισθανθούν μεγάλη αδικία ή κυνισμό της εξουσίας.