Εδώ και ενάμιση χρόνο που ο νέος κορωνοϊός «σφυροκοπά» την ανθρωπότητα, η συζήτηση σχετικά με την πανδημία επικεντρώνεται συχνά στο πόσοι άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους αλλά και πόσοι έχουν επιβιώσει από την COVID-19. Ωστόσο, όπως αναφέρουν ερευνητές του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Μίσιγκαν, μεταξύ αυτών των δύο άκρων, μεταξύ του άσπρου και του μαύρου, υπάρχει και η δύσκολη… γκρίζα αλήθεια που αφορά τα άτομα τα οποία επιβιώνουν μεν αλλά έχοντας απωλέσει σημαντικό μέρος της υγείας και της λειτουργικότητάς τους εξαιτίας του SARS-CoV-2.
Το 45% με σοβαρά προβλήματα λειτουργικότητας
Σε μελέτη τους που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «PM&R», οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι το 45% των ασθενών που νοσηλεύθηκαν εξαιτίας της COVID-19 εμφάνισαν σοβαρά προβλήματα λειτουργικότητας μετά την έξοδό τους από το νοσοκομείο. «Οι ανάγκες αποκατάστασης ήταν πολύ κοινές σε αυτούς τους ασθενείς» ανέφερε η κύρια συγγραφέας της νέας μελέτης Αλέσια Ντόντερ, παιδοψυχίατρος στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Μίσιγκαν και προσέθεσε: «Οι συγκεκριμένοι ασθενείς επιβίωσαν μεν από την COVID-19, ωστόσο όταν βγήκαν από το νοσοκομείο βρίσκονταν σε χειρότερη φυσική κατάσταση από αυτή που είχαν πριν νοσηλευθούν».
Η ερευνητική ομάδα μελέτησε τους ιατρικούς φακέλους σχεδόν 300 ενηλίκων που νοσηλεύθηκαν με COVID-19 στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Μίσιγκαν κατά το πρώτο πανδημικό κύμα – συγκεκριμένα μεταξύ Μαρτίου και Απριλίου του 2020. Ανέλυσαν τις θεραπευτικές ανάγκες των ασθενών κατά την έξοδό τους από το νοσοκομείο καθώς και το αν χρειάζονταν ιατρικό εξοπλισμό ή άλλες ιατρικές υπηρεσίες μετά το εξιτήριο.
Απώλεια της αυτονομίας μετά το εξιτήριο
Οπως είδαν, από τους επιβιώσαντες της COVID-19 που εμφάνισαν πτώση των λειτουργικών ικανοτήτων τους, το 80% χρειάστηκε να υποβληθεί σε περαιτέρω θεραπεία μετά την έξοδο από το νοσοκομείο. Μάλιστα ποσοστό σχεδόν 20%
των ασθενών παρουσίασαν τέτοια πτώση της λειτουργικότητάς τους ώστε δεν ήταν σε θέση να ζουν αυτόνομα. «Οι ασθενείς αυτοί μπορεί να χρειαζόταν να μεταφερθούν σε κάποιο κέντρο για την αποκατάστασή τους ή στο σπίτι κάποιου συγγενούς τους, αλλά δεν ήταν σε θέση να επιστρέψουν μόνοι στο σπίτι τους και να ζουν αυτόνομα» είπε η δρ Ντόντερ και προσέθεσε ότι «αυτό έχει τεράστια επίδραση στους ασθενείς και στις οικογένειές τους – συναισθηματικά αλλά και σωματικά».
Το 40% χωρίς αξιολόγηση για την ανάγκη αποκατάστασης
Η μελέτη αφορούσε την αρχή της πανδημίας όταν τα νοσοκομεία πάλευαν να τα βγάλουν πέρα με τη μεγάλη, πρωτόγνωρη τότε, ροή ασθενών ενώ αναζητούσαν τις καλύτερες θεραπευτικές στρατηγικές για τους ασθενείς τους. Το αποτέλεσμα ήταν ότι το 40% των ασθενών της μελέτης δεν έλαβαν ποτέ αξιολόγηση για την πιθανή ανάγκη αποκατάστασης μετά τη νοσηλεία τους. Αυτό πιθανότατα μεταφράζεται, σύμφωνα με τη δρα Ντόντερ, στο ότι ο αριθμός των ασθενών που εμφάνισαν σοβαρά προβλήματα λειτουργικότητας ήταν μεγάλος αλλά δεν κατεγράφη ποτέ.
Η COVID-19 μπορεί να προκαλέσει βλάβες σε πολλά συστήματα του οργανισμού – δεν είναι τυχαίο ότι το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Μίσιγκαν άνοιξε πρόσφατα δύο νέες κλινικές ώστε να αντιμετωπίσει τους ολοένα και περισσότερους ασθενείς με «μακρά COVID».
Ωστόσο η επίδραση του ιού SARS-CoV-2 στη λειτουργικότητα των ασθενών σε καθημερινή βάση δεν περιγράφεται συχνά, κάτι, που δεδομένου του μεγέθους της κρίσης δημόσιας υγείας που βρίσκεται σε εξέλιξη, δεν μπορεί να αγνοηθεί πλέον, σύμφωνα με τον Εντουαρντ Κλάφλιν, ψυχίατρο στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Μίσιγκαν που ήταν εκ των κύριων συγγραφέων της νέας μελέτης.
Γεμίζει το κενό στη γνώση για την ανάρρωση μετά τη νοσηλεία
«Τα νέα ευρήματα υπογραμμίζουν την πραγματική επίδραση της COVID-19 στους ασθενείς μας» σημείωσε ο δρ Κλάφλιν. «Γεμίζουν ένα κενό στη γνώση μας σχετικά με το πώς αναρρώνουν οι ασθενείς και ποιες ανάγκες αποκατάστασης έχουν».
Εκτός από το άσπρο και το μαύρο υπάρχει και το… γκρι
«Τα προβλήματα λειτουργικότητας στους ασθενείς που πέρασαν COVID-19 μετά την έξοδό τους από το νοσοκομείο είναι συχνά και ο κίνδυνος είναι μεγάλος αν μας διαφύγουν. Πολλοί από αυτούς τους ασθενείς εργάζονταν και ζούσαν αυτόνομα. Το να χάσει κάποιος αυτό το επίπεδο λειτουργικότητας είναι κάτι πολύ σημαντικό. Πρέπει να δούμε αυτές τις ανάγκες των ασθενών και όχι μόνο να κοιτάζουμε τα δύο άκρα, το μαύρο ή το άσπρο, την επιβίωση ή τον θάνατο» κατέληξε η δρ Ντόντερ και τόνισε ότι τα ευρήματα της νέας μελέτης μπορούν να αποδειχθούν χρήσιμα για τα συστήματα υγείας προκειμένου να βελτιώσουν την αξιολόγηση των ασθενών σχετικά με την πιθανή αποκατάσταση που χρειάζονται μετά τη νοσηλεία τους.