Ο δικομματισμός είναι το σύστημα που εμπιστεύονται στη μεγάλη τους πλειονότητα οι Ελληνες. Οι προσπάθειες για κυβερνήσεις συνεργασίας σε περιόδους πολιτικής κρίσης ανέδειξαν ότι τα μεγάλα πολιτικά κόμματα εξουσίας δεν έχουν ένα επεξεργασμένο plan Β για τη συγκρότησή τους. Η έλλειψη του plan B επιβεβαιώθηκε και στην περίοδο της συγκυβέρνησης ΝΔ και ΠαΣοΚ αλλά και στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ.
Είναι περίεργο που ακόμα και σήμερα ο εκ της προοδευτικής παράταξης συνέταιρος της συγκυβέρνησης υποστηρίζει με την αρθρογραφία του ότι η συγκυβέρνηση γεφύρωσε παραδοσιακούς αντιπάλους, ενώ γνωρίζει ότι η συγκυβέρνηση είναι ο κύριος λόγος περιπετειών και συρρίκνωσης της μεγάλης προοδευτικής παράταξης στην οποία ηγείτο, γεγονός ιστορικά επιβεβαιωμένο στο παρελθόν με την κυβέρνηση εθνικής ενότητας ΝΔ και Ενωσης Κέντρου.
Δύο πολιτικοί σχηματισμοί επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την πολιτική ιστορία της χώρας: η συντηρητική και η προοδευτική παράταξη. Αν ανατρέξουμε στην περίοδο αμέσως μετά τη δικτατορία, τη συντηρητική παράταξη αντιπροσώπευε στο κύριο μέρος της η Νέα Δημοκρατία και την προοδευτική παράταξη η Ενωση Κέντρου και το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα.
Σήμερα είναι μια πρόκληση να βοηθήσουμε την Ιστορία να κάνει την αντίστοιχη καταγραφή με σεβασμό στις πολιτικές παραδόσεις των Ελλήνων. Μια προφανής απάντηση θα ήταν να θεωρήσουμε τη Νέα Δημοκρατία το κύριο κόμμα της συντηρητικής παράταξης και το Κίνημα Αλλαγής και τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία τα κύρια κόμματα της προοδευτικής παράταξης.
Ιστορικά δεν είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζεται το φαινόμενο η Αριστερά να κυριαρχήσει στον προοδευτικό χώρο, είχε επαναληφθεί και με την ΕΔΑ του Ηλία Ηλιού. Το φαινόμενο μεγέθυνσης του ΣΥΡΙΖΑ ήταν φυσικό αποτέλεσμα της έντονης εσωτερικής κρίσης και της κόπωσης από την πολυετή διακυβέρνηση από το μεγάλο κόμμα της προοδευτικής παράταξης ΠαΣοΚ και είχε σαν άμεσο αποτέλεσμα το μικρό κόμμα του προοδευτικού χώρου να «παγιδεύσει» την παράταξη στο μεγαλύτερο μέρος της.
Πρώην στελέχη της προοδευτικής παράταξης έχουν συμμαχήσει με το κυβερνητικό σχήμα, με αντάλλαγμα κυβερνητικούς και άλλους διαχειριστικούς θώκους εμπλουτίζοντας το βιογραφικό τους σε κυβερνητικές θέσεις αλλά με χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα στη βάση της συντηρητικής παράταξης. Πολλά πρώην στελέχη του ΠαΣοΚ έχουν ενσωματωθεί ή υποστηρίζουν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εκτιμώντας ότι το Κίνημα Αλλαγής δεν έχει δυναμική να διαθέσει ελκυστικούς ρόλους για τους ίδιους στο προσεχές μέλλον.
Η Ιστορία αναζητάει την αλήθεια της. Παρατηρώντας την επικαιρότητα, δύο πρώην πρωθυπουργοί και ένας πρώην πρόεδρος μεγάλου κόμματος αναφέρθηκαν στο θέμα της συμφωνίας του Ελσίνκι και κατά πόσο αυτή διευκολύνει τον χειρισμό κρίσιμων εθνικών θεμάτων. Σημαντικό θέμα με μεγάλη βαρύτητα κυρίως και λόγω της κινητικότητας που υπάρχει στα εθνικά θέματα. Είναι σχεδόν βέβαιο σήμερα ότι τους πολίτες κυρίως τους απασχολεί το πώς θα τελειώνουν με την πανδημία και με ποιον τρόπο θα αντιμετωπίσουν τις συνέπειές της. Ο πολίτης με χαλαρωμένη τη διάθεσή του να διεκδικεί είναι προσωρινά αδρανής στη συζήτηση για το Ελσίνκι.
Η συζήτηση και η αρθρογραφία σχετικά με το Ελσίνκι αφορούν το υψηλό επίπεδο πολιτικής, που κρύβει και τις ανάλογες σκοπιμότητες. Δεν είναι τυχαίο ότι τα δύο κορυφαία μέλη της προοδευτικής παράταξης που αρθρογράφησαν σχετικά με την υποστήριξη της συμφωνίας του Ελσίνκι έρχονται σε αντιπαράθεση με τον φυσικό αρχηγό της συντηρητικής παράταξης και στηρίζουν έμμεσα τους όποιους σημερινούς και μελλοντικούς κυβερνητικούς χειρισμούς στα εθνικά θέματα συνυπολογίζοντας και τα τελευταία γεγονότα της εξωτερικής πολιτικής.
Οι ηγέτες της προοδευτικής παράταξης δεν έχουν μέχρι σήμερα αναλάβει ουσιαστικές πρωτοβουλίες για την αναδιάταξη και την ενδυνάμωση του χώρου της προοδευτικής παράταξης ενώ γνωρίζουν ότι αν δεν υπήρχε η μεγάλη προοδευτική παράταξη όπως επανιδρύθηκε μετά τη δικτατορία δεν θα μπορούσαν σήμερα να αναφέρονται στην ουσιαστική προσωπική τους συνεισφορά στην πρόοδο της σύγχρονης Ελλάδας.
Η Ιστορία αναζητάει την αλήθεια της. Ολες οι προσπάθειες που έχουν γίνει για την επαναφορά της προοδευτικής παράταξης ουσιαστικά δεν έχουν αποδώσει. Οι σχετικές προσπάθειες με ομίλους προβληματισμού που έχουν δημιουργηθεί απλώς «φλυαρούν» χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα, αναδεικνύοντας το πρόβλημα στρατηγικής των δημιουργών τους. Οι ημέρες μας θυμίζουν τον Πόντιο Πιλάτο, οι προσπάθειες που γίνονται για την αποκατάσταση της συντηρητικής παράταξης όπου δεν το δικαιούται και οι προσπάθειες να ξαναγραφτεί η Ιστορία της Μεταπολίτευσης θα πέσουν στο κενό.
Η Ιστορία αναζητάει την αλήθεια της. Σήμερα, παρά τα προβλήματα που δημιουργούν στην καθημερινή δράση των πολιτών οι συνθήκες της COVID-19, το ερώτημα ποιοι καταγράφονται συντηρητικοί και ποιοι προοδευτικοί είναι ανοικτό. Στην καθημερινή ζωή παίρνονται αποφάσεις που έχουν τους αντίστοιχους χαρακτηρισμούς, για παράδειγμα ο εργασιακός μεσαίωνας που επιβάλλεται έχει παρελθόν που δεν πρέπει να αγνοηθεί. Προοδευτικές χώρες ήδη κάνουν τις υπερβάσεις τους απορρίπτοντας αντίστοιχα νομοσχέδια που αγνοούν τις σύγχρονες ανάγκες των ανθρώπων και την ποιότητα ζωής τους. Τα ελληνικά πανεπιστήμια επιδιώκοντας την αριστεία δεν θα πρέπει να αγνοούν την ευθύνη τους για το εργασιακό περιβάλλον στο οποίο παραδίδουν το σύνολο σχεδόν των αποφοίτων τους.
Η επιστροφή της προοδευτικής παράταξης θα πραγματοποιηθεί όταν η Ιστορία βρει την αλήθεια της.
*Ο κ. Μανώλης Κρητικός είναι αναπληρωτής καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.