Παρατηρώ τις αντιδράσεις των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ για τα όσα συμβαίνουν στην προανακριτική της Βουλής γύρω από την κατάθεση του επιχειρηματία Καλογρίτσα.
Όλη τους η προσπάθεια είναι να αποδείξουν ότι είναι αναξιόπιστος, ότι υποπίπτει σε αντιφάσεις, ότι δεν μπορεί να τεκμηριώσει αυτά που λέει.
Εγώ να δεχτώ ότι όντως ο Καλογρίτσας δεν παραπέμπει ακριβώς σε αυτό που θα λέγαμε «υγιής και δυναμική επιχειρηματικότητα».
Είχε φανεί από τον καιρό που επικαλέστηκε κάτι… βοσκοτόπια για να δικαιολογήσει ότι είχε τους πόρους (που τελικά δεν είχε) για την αγορά άδειας καναλιού.
Και είχε φανεί και πιο παλιά και από την προηγούμενη εμπλοκή του με τα ΜΜΕ της Αριστεράς.
Όμως, το πρόβλημα παραμένει: με αυτόν τον επιχειρηματία, που σήμερα τον κατηγορεί ως αναξιόπιστο μάρτυρα, η τότε «κυβερνώσα Αριστερά» προσπάθησε να «κάνει κολεγιά».
Με αυτόν δοκίμασε να αποκτήσει τηλεοπτικό κανάλι, που υποτίθεται ότι θα ήταν πιο φιλικό στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα.
Όπως ήταν αυτός ο επιχειρηματίας που αρχικά συμμετείχε στην προσπάθεια να υπάρξει και εφημερίδα φιλικά προσκείμενη στον ΣΥΡΙΖΑ, πριν τα σπάσει με τον συνεκδότη του.
Όλα αυτά δεν είναι «θεωρίες συνωμοσίας».
Είναι γεγονότα, τα περισσότερα από τα οποία υπό το φως της δημοσιότητας έγιναν.
Και αυτά που δεν ήταν εντελώς δημόσια, ήταν παρ’ όλα αυτά πολύ γνωστά.
Εγώ δεν θέλω να σταθώ σε όσα ερευνά η προανακριτική. Ούτε ανακριτής είμαι, ούτε εισαγγελέας. Και δεν είναι δουλειά των δημοσιογράφων να κάνουν ούτε τον ανακριτή ούτε τον εισαγγελέα.
Εγώ θέλω να θέσω το ίδιο ερώτημα, που έθετα και τότε: Ποια σχέση έχει με την αριστερά, ως πολιτική παράδοση, ως ήθος, ως κουλτούρα, να προσπαθεί να βρει επιχειρηματίες για να χρηματοδοτήσουν την παρουσία της στη δημόσια σφαίρα;
Πώς μπορεί ένα κόμμα που κατηγορούσε για δεκαετίες τα «συστημικά» κόμματα για συναλλαγές με επιχειρηματίες και για διαπλοκή, να προσπαθεί να κλείσει συμφωνίες με τύπους σαν το Καλογρίτσα;
Τι σημαίνει για την αντίληψη που μπορεί να έχει ένα αριστερό κόμμα για την ενημέρωση ότι με διάφορους τρόπους δεν επεδίωξε να φτιάξει άλλη κατάσταση στα ΜΜΕ, αλλά να διαμορφώσει «αριστερή διαπλοκή»;
Ποια σχέση έχουν οι διάφορες αναζητήσεις χρηματοδοτών, χορηγών, υποστηρικτών κ.λπ. με την υποτίθεται αριστερή στράτευση σε μια ενημέρωση ανεξάρτητη στην υπηρεσία των πολιτών;
Κοντολογίς, πώς είναι δυνατό ένα κόμμα της αριστεράς τόσο γρήγορα να αντιγράφει τις πρακτικές που κατήγγειλε;
Ξέρω ότι αυτά δεν είναι ερωτήματα που έχει κληθεί να απαντήσει η προανακριτική.
Αντιλαμβάνομαι ότι μπορεί να μην είναι καν τα ερωτήματα που κυριαρχούν μέσα στην κομματική αντιπαράθεση.
Είναι, όμως, ερωτήματα κρίσιμα, τουλάχιστον για όσους αντιμετωπίζουν την προοδευτική πολιτική ως ουσία και όχι ως απλή εκλογική αισθητική.