Καθώς έχει ήδη κλείσει ένας μακρύς και κουραστικός κύκλος και οι φραγμοί στις δραστηριότητες και στην κίνηση έχουν αρθεί, ένα μεσοδιάστημα, προς την επόμενη φάση και πριν από την έλευσή της, προσωρινά θα εγκατασταθεί.
Αν οι άνθρωποι αιφνιδιάστηκαν και φοβήθηκαν σε εκείνον τον πρώτο Μάρτιο της πανδημίας, τώρα στέκουν με μια αμήχανη αδημονία στη νέα περίοδο που ανοίγει. Μοιάζει – και είναι – μια μεταβατική στιγμή. Μια μετάβαση σε νέο κύκλο, που φέρνει αναπόσπαστα μέσα του τα συμπεράσματα, το ατομικό βίωμα και τη συλλογική εμπειρία της θανατηφόρας υγειονομικής κρίσης.
Αν για τους ανθρώπους το μεσοδιάστημα, κάθε μεσοδιάστημα, είναι μια ζώνη αμφιβολίας, για την κυβέρνηση είναι μια ευκαιρία. Η τελευταία, φρονώ. Αν είναι κατανοητή η ανθρώπινη αμφιβολία, είναι άτεγκτη η πολιτική κάθε φορά ανάγκη. Ο χρόνος φεύγει γρήγορα και η συνθήκη αυτή δεν θα επανέλθει. Ηδη η κυβέρνηση έχει διανύσει 22 μήνες. Είναι μια ευκαιρία. Να θέσει η ίδια τα ζητήματα εκ νέου. Να τα περιγράψει από την αρχή. Να τα επεξηγήσει πειστικά. Αν ο Νικίας είχε βιαστεί, μπορεί να είχε άλλη έκβαση η εκστρατεία στη Σικελία.
Το μεσοδιάστημα, ως διαθέσιμος χρόνος, είναι συνήθως μικρότερο σε διάρκεια από ό,τι κανείς φαντάζεται, αναμένει ή εύχεται. Η «απελευθέρωση» θα επιταχύνει την κίνηση και θα απελευθερώσει συμπεριφορές, με απρόβλεπτο και μη ελεγχόμενο τρόπο. Αυτό που δεν θα μπορέσει ενδεχομένως να κάνει η κυβέρνηση θα γίνει στην πράξη από τους ανθρώπους. Η ανακεφαλαίωση της περιόδου θα συντελεστεί πέρα από την όποια κυβερνητική πρόθεση ή βούληση. Το «μετά» θα εισβάλει.
Ευκαιρία το μεσοδιάστημα αυτό και για την αντιπολίτευση, που παραμένει ανήμπορη. Σαστισμένος ο ΣΥΡΙΖΑ ακόμη από την ήττα του, το ΚΙΝΑΛ από τη στασιμότητά του, δεν μπορούν να βρουν έναν δρόμο. Για κυβέρνηση και αντιπολίτευση ο χρόνος φεύγει. Ο πολιτικός χρόνος – θα αποδειχθεί το αξίωμα για μία ακόμη φορά μετά την πανδημία – είναι πιο γρήγορος από τον μετρούμενο συμβατικό. Και πάντα είναι άλλος. Αυτός ο άλλος χρόνος, με την έσω δυναμική του και τη «μυστηριακή» του διάβρωση, ακυρώνει πολιτικούς, ιδιοτελείς κατά κανόνα, σχεδιασμούς.
Αν παρέλθει άπρακτο αυτό το μεσοδιάστημα, χωρίς νέα επεξεργασία και νέα δημόσια αποτύπωση της στιγμής, η πολιτική κατάσταση θα πάρει νέα τροπή. Οι άνθρωποι θα δουν μόνοι τους, πέραν κάθε κοινής μοίρας, εκ νέου την περίστασή τους, θα ζυγίσουν ατομικές προοπτικές και δυνατότητες. Μέσα στις ανοιχτές ρωγμές η αμφιβολία θα δυναμώσει, η αγωνία θα ψάχνει τρόπους να εκφραστεί και η καταστροφική άρνηση θα έχει ελπίδες να επιστρέψει.
*Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.