«Προσέξτε τις σκέψεις σας, γιατί γίνονται λέξεις. Τις λέξεις γιατί γίνονται συνήθειες. Τις συνήθειες σας γιατί γίνονται ο χαρακτήρας και τον χαρακτήρα σας γιατί γίνεται το πεπρωμένο σας» Γκάντι.

Μιας και στη χώρα μας ο θεσμικός κοινωνικός διάλογος βρίσκεται σε «εξορία» τόσο ως νοοτροπία, όσο και ως πράξη, αξίζει να σχολιάσουμε το εργασιακό νομοσχέδιο. Σίγουρα τίποτε δεν είναι μαύρο – άσπρο. Ουδέν κακόν αμιγές καλού. Είναι όμως σημαντικό να διερευνήσουμε την εξισορρόπηση των συμφερόντων μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Τις ανάγκες της παραγωγής, καθώς και του εργαζομένου. Τις ανάγκες σίγουρα, ο καθένας από τη μεριά του, εργοδότης ή εργαζόμενος γνωρίζει καλύτερα όλων ημών. Αφού διάλογος ανάμεσά τους δεν υπάρχει (κράτος – εργοδότης – εργαζόμενος) μπορούμε να σχολιάσουμε λέξεις που ακούγονται και πράξεις που έχουν γίνει οι ρυθμίσεις.
Να θέσουμε καταρχήν τα προβλήματα: Στον πυρήνα του νομοσχεδίου βρίσκεται η διευθέτηση του χρόνου απασχόλησης, ο μισθός, καθώς και οι αμοιβές για υπερεργασία και υπερωρία. Θέματα που προσδιορίζουν καθοριστικά το επίπεδο διαβίωσης των εργαζομένων. Το άλλο μεγάλο κεφάλαιο είναι ο ρόλος των συνδικάτων, για τη διευθέτηση του χρόνου και των αμοιβών, καθώς και το νέο πλαίσιο δράσης τους (απεργία). Ακολουθούν τα δικαιώματα που επιφυλάσσει το νομοσχέδιο στον εργαζόμενο ως άτομο, τεχνικά μέσα για τον έλεγχο του χρόνου εργασίας και κυρώσεις για παραβιάσεις και καταχρηστικές συμπεριφορές.

Πρώτη διαπίστωση: Ο δημόσιος διάλογος για τα εργασιακά που αφορά την παραγωγή μας και την προστασία της εργασίας κυριαρχείται από τους μονολόγους των πολιτικών παρατάξεων. Ο λόγος των κοινωνικών εταίρων, εργοδοτών και εργαζομένων, που θα κληθούν να εφαρμόσουν τις νέες ρυθμίσεις είναι βροντερά απών σχεδόν μονάχα με ανακοινώσεις και κάποιες ισχνές κινητοποιήσεις.
Οι σκέψεις της εξουσίας ότι μόνο αυτή κατέχει την αλήθεια για την κατάσταση στην αγορά εργασίας, εκφράζονται με λέξεις φοβάμαι χωρίς νόημα ή σεβασμό στη διαφορετικότητα και την έκφραση άποψης.
Επιμένει ο υπουργός ότι το νομοσχέδιο κατοχυρώνει το 8ωρο, το 40ωρο και το πενθήμερο. Αυτή η ρύθμιση υφίσταται εδώ και δεκαετίες δεν χρειάζεται κάποια νέα νομοθετική διασφάλιση. Συνεπώς, ο λόγος και η επίκληση ότι η ουσία αυτού του νομοσχεδίου είναι η κατοχύρωση του 8ώρου γίνεται χωρίς νόημα. Ο αντίλογος όμως έχει νόημα, αφού αφορά τη διευθέτηση χρόνου και αμοιβών, όταν οι νέες ρυθμίσεις το 8ωρο το κάνουν 10ωρο, με υπερεργασία και υπερωρία.

Συνέπειες:

Διευρύνεται η εκμετάλλευση, χάνεται η αυξημένη αμοιβή τους για την υπερεργασία (25%) για την υπερωρία (40%) για τις Κυριακές (αργίες) 75% +25%. Είναι κατανοητό ότι ο μισθός, η αμοιβή της εργασίας ορίζει το επίπεδο ζωής του εργαζομένου. Αντί όμως για αμοιβή ως αντιπαροχή, θα τους χορηγείται άδεια κ.α.

Δεύτερη διαπίστωση: Η διευθέτηση χρόνου και των αμοιβών υπερωρίας γίνεται ατομική υπόθεση και το συνδικάτο, η συλλογική σύμβαση έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Οι ρυθμίσεις αυτές διαμορφώνονται με ατομική σύμβαση μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου. Αντικειμενικά το «εργασιακό προφίλ» από συλλογικό γίνεται ατομικό. Οι ρυθμίσεις αυτές δρουν επίσης αρνητικά για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Στο προσωπικό με ευέλικτες μορφές εργασίας (2ωρα, 4ωρα, μερική απασχόληση) αν και σε αυτούς που αποτελούν το 30 με 40% απασχολούμενων. Ο λόγος της εξουσίας, ότι η «ατομικοποίηση» (ατομικές συμβάσεις) είναι ανάγκη της παραγωγής, αλλά και η διευθέτηση του χρόνου, θα εξυπηρετεί τον εργαζόμενο συγκρίνει δυστυχώς άνισες καταστάσεις. Θα υφίστατο ισορροπία, όταν υπερεργασία και υπερωρία αμείβονται με αυξημένες αποδοχές και όχι με άδειες. Θα ήταν σημαντικό στοιχείο για το επίπεδο ζωής των εργαζομένων.
Η ρύθμιση αυτή γίνεται πιο βάρβαρη, ιδιαίτερα για το προσωπικό με ευέλικτες μορφές απασχόλησης. Ποια ελευθερία επιλογής θα έχει ο εργαζόμενος, όταν ο εργοδότης πριν την πρόσληψη προσωπικού, θα έχει τη δυνατότητα εκ των προτέρων στην αγορά εργασίας να διαμορφώσει μόνος του με πλήρη ελευθερία τους όρους της ατομικής σύμβασης; Να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους.
Στη διαπραγμάτευση εργοδότη και εργαζομένου, αυτές τις ατομικές ρυθμίσεις αναγορεύουν τον εργοδότη ως κυρίαρχο και το άτομο λιγότερο νομικά προστατευμένο.

Τρίτη διαπίστωση: Οι σκέψεις της εξουσίας, αλλά και οι λέξεις που ακούγονται για τα συνδικάτα και τον συνδικαλισμό «έχουν καταστρέψει» την οικονομία και δεν υπάρχει «χρεία» του λόγου τους, μοιάζει με τη ρήση «φταίει κεφάλι, κόψε κεφάλι». Στην κοινοβουλευτική μας δημοκρατία όμως πασχίζουμε να ενισχύσουμε τους θεσμούς και όχι να τους ακυρώνουμε ή να τους ποδηγετούμε με ρυθμίσεις, που ελέγχουν τη δράση τους, την αυτονομία τους και μάλιστα με κυρώσεις αυστηρές, που είναι διάχυτες στο νομοσχέδιο.
Οι νοοτροπίες και πρακτικές αυτές έρχονται σε αντίθεση με τις αρχές και τις αξίες του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου που διαμορφώθηκε στην Ευρώπη μετά τον πόλεμο. Στον πυρήνα του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Κράτους Δικαίου, είναι ο θεσμικός διάλογος των κοινωνικών εταίρων με συγκρούσεις, διαβουλεύσεις και συμβάσεις. Βασική παράμετρος για τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής και ειρήνης. Για την εξισορρόπηση συγκρουόμενων συμφερόντων σε μια ταξική κοινωνία όπου οι ανισότητες και οι αδικίες βασιλεύουν. Γι’ αυτό το κοινωνικό μοντέλο, πρόσφατα στο Πόρτο οι ηγέτες της Ε.Ε. μίλησαν με βροντερά λόγια, αλλά με φτωχές ή καθόλου πράξεις.

Τέταρτη διαπίστωση: Οι ρυθμίσεις και λέξεις της εξουσίας, ότι ο πυρήνας του νομοσχεδίου, είναι η καθιέρωση της ψηφιακής κάρτας, που θα μετράει τον εργασιακό χρόνο εργασίας, είναι παραπλανητικές και επικοινωνιακές αναφορές, αφού η κάρτα απλά αποτελεί ένα χρήσιμο τεχνικό εργαλείο που θα επιβεβαιώνει την εφαρμογή ή όχι των νέων ρυθμίσεων και ουδείς πρέπει να έχει γι’ αυτό αντιρρήσεις.
Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί για την ισχύ των ρυθμίσεων, μπορούν και πρέπει να πάρουν την αποτελεσματικότερη μορφή. Μάλιστα, σε μια αγορά εργασίας, πολύμορφη, κατακερματισμένη και με υπέρβαση του χρόνου απασχόλησης που μας αναγορεύουν σε δείκτη υπέρβασης του ωραρίου 37,1, όταν όλες οι άλλες δυτικοευρωπαϊκές χώρες έχουν 12 με 9% (Eurofound).

Πέμπτη διαπίστωση: Οι ρυθμίσεις της εξουσίας για κυρώσεις σε όσους παραβιάζουν ή παρεκκλίνουν από τις ρυθμίσεις ή καταχρηστικές απολύσεις, όταν απλά δίνεται κάποια αποζημίωση παραπάνω από τον εργοδότη, και δεν υφίστανται υποχρέωση για επαναπρόσληψη του εργαζόμενου, είναι ατελείς και απρόσφορες. Η νομική προστασία με αυτή τη ρύθμιση, είναι ατελής και χειρότερη από τα ισχύοντα μέχρι σήμερα, καθώς και τα νομολογιακά δεδομένα. Σήμερα η ισχύουσα νομοθεσία υποχρεώνει τον εργοδότη σε επαναπρόσληψη και καταβολή μισθών υπερωρίας. Είναι ρύθμιση που πρέπει να τύχει βελτίωσης με βάση την ισχύουσα νομοθεσία.

Έκτη διαπίστωση: Οι σκέψεις της εξουσίας για ρυθμίσεις που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία των συνδικάτων, παραβιάζουν τη συνταγματική τους αυτονομία και περιορίζουν ασφυκτικά τη συλλογική τους δράση στο πεδίο της άσκησης των δικαιωμάτων τους, όπως στο κρίσιμο πεδίο της απεργίας, ως το πιο σοβαρό «όπλο» πίεσης προς την εργοδοσία για την ικανοποίηση των εργατικών συμφερόντων. Ο περιορισμός της δράσης των επαγγελματικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων φτωχαίνει την κοινωνική δημοκρατία μας. Οι παρούσες ρυθμίσεις συνεχίζουν να διαμορφώνουν νοοτροπίες και χαρακτήρες πολιτικής συμπεριφοράς, ότι τις δημόσιες υποθέσεις μας τις διαχειρίζεται αποκλειστικά η πολιτική εξουσία και ο λόγος πολιτικών και κοινωνικών εταίρων (ως συζήτηση και διαβούλευση δεν εισακούεται).

Αυτές οι σκέψεις όμως και η νοοτροπία των πολιτικών μονολόγων, αφενός διατηρούν ως «ασθενείς» τους κοινωνικούς παίκτες και αφετέρου δημιουργούν εκρηκτικά κοινωνικά προβλήματα που επηρεάζουν άμεσα την κοινωνική συνοχή, την ανάπτυξη και την ευημερία της χώρας και των πολιτών.

Υπάρχουν περιθώρια αλλαγών; Ναι υπάρχουν. Αρκεί να αλλάξουν οι σκέψεις και οι νοοτροπίες στα πολιτικά και συλλογικά υποκείμενα.
Να λάβουμε υπόψη ότι οδεύοντας στον ψηφιακό κόσμο η αγορά εργασίας θα διαμορφωθεί σε ένα απέραντο πολύμορφο πεδίο, όπου το χθες η μορφή της πλήρους απασχόλησης, θα φαντάζει απόμακρο.

Κυρίαρχο κοινωνικό ζήτημα, οι παραγωγικές και εργασιακές δομές θα αποτελούν για τις εξουσίες και τις κοινωνίες, οι προκλήσεις στο αχαρτογράφητο νέο ψηφιακό κόσμο που διαμορφώνουν οι νέες τεχνολογίες. Το πρόβλημα είναι με ποιες αντιλήψεις, λέξεις και πράξεις διαχειριζόμαστε αυτές τις υποθέσεις που αφορούν το «πεπρωμένο» της χώρας και της νέας γενιάς.

* Ο κ. Λουκάς Θ. Αποστολίδης είναι δικηγόρος, πρ. αντιπρόεδρος της Βουλής.