Πλήρη ανατροπή των πραγματικών δεδομένων επιχειρεί τώρα η Αγκυρα, μετά το ναυάγιο της περιώνυμης πενταμερούς στη Γενεύη. Για το οποίο φέρει την αποκλειστική ευθύνη, λόγω της απόρριψης από τους πάντες της γνωστής απαράδεκτης πρότασης για τη δημιουργία δύο κρατών στην Κύπρο.
Στόχος τώρα του Ταγίπ Ερντογάν είναι να μεταθέσει την ευθύνη αυτή στην Ελλάδα, με την επίκληση ανύπαρκτων προκλήσεων και δήθεν παραβιάσεων της διεθνούς νομιμότητας. Και όλα αυτά εν όψει της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ τον Ιούνιο, όπου θα κριθεί το πολυσυζητημένο θέμα των κυρώσεων κατά της Τουρκίας. Καθώς μάλιστα, πέρα από την ΕΕ (ακόμη και η φιλοτουρκική Γερμανία τάχθηκε κατά), την πρόταση των δύο κρατών καταδίκασαν ανοιχτά οι ΗΠΑ και η Ρωσία. Ετσι δεν θέλει και πολλή σκέψη για να γίνει αντιληπτό ότι αυτό που προέχει τώρα για τον νεοσουλτάνο είναι η αποτροπή της προοπτικής των κυρώσεων.
Μια προοπτική που θα αποτελούσε τη χαριστική βολή για την τουρκική οικονομία, η οποία βρίσκεται σε τραγική κατάσταση, με τη λίρα να έχει χάσει πάνω από το 35% της αξίας της και τον πληθωρισμό να έχει φτάσει πάνω από το 17% τον Απρίλιο. Γεγονός που συμβάλλει στη ραγδαία μείωση της δημοτικότητας του Ερντογάν, του οποίου το κόμμα, ενώ τον Ιούλιο του 2016 εμφάνιζε ποσοστά αποδοχής που υπερέβαιναν το 50%, τώρα έχει πέσει στο 27%.
Χωρίς όμως αυτό να έχει βοηθήσει τα κόμματα της διασπασμένης αντιπολίτευσης να αυξήσουν τη δημοτικότητά τους, καθώς στερούνται μιας σοβαρής ηγετικής προσωπικότητας η οποία θα μπορούσε να τα ενώσει και να αποτελέσει μια ουσιαστική απειλή για τον τούρκο ηγέτη. Ο οποίος παράλληλα με τη ρητορική επίθεση κατά της Ελλάδας επιχειρεί τώρα να καλοπιάσει κυρίως τους Αιγυπτίους και τους Γερμανούς, για να αποτρέψει το αρνητικό εις βάρος του κλίμα που έχει δημιουργηθεί.
Ενα κλίμα που κυρίως οφείλεται στη γνωστή αμερικανική στροφή αλλά και στην ελληνική προσπάθεια να αναδείξει τις ελληνοτουρκικές διαφορές ως ευρωτουρκικές. Και είναι γεγονός ότι αυτή η ταύτιση ΕΕ και ΗΠΑ είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει από τότε που έχουν εκδηλωθεί οι μονομερείς τουρκικές διεκδικήσεις κατά της χώρας μας. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι ανοίγεται έτσι και μια νέα προοπτική για επίλυση του Κυπριακού, καθώς όλα δείχνουν ότι το αδιέξοδο θα συνεχιστεί με όλες τις αρνητικές συνέπειές του.
Και δεν πρέπει εδώ να παραγνωριστεί και η μεγάλη ευθύνη των Ελληνοκυπρίων, οι οποίοι έχασαν τις τελευταίες ευκαιρίες για λύση που παρουσιάστηκαν, αρχικά με το Σχέδιο Ανάν και αργότερα με τη συνάντηση στο Κραν Μοντανά, εν ονομάτι μιας ατελέσφορης αδιαλλαξίας, η οποία έδωσε το δικαίωμα στην τουρκοκυπριακή πλευρά να προτείνει όσα απαράδεκτα πρότεινε.