Ενα πλήρες μάθημα διπλωματικής ιστορίας προσφέρει το υπουργείο Εξωτερικών στην ιστοσελίδα του με την αφορμή της συμπλήρωσης 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Η Υπηρεσία Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου, υπό την αιγίδα της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», παρουσιάζει μια ενδιαφέρουσα έκθεση με τις απαρχές της ελληνικής διπλωματίας και τον τρόπο με τον οποίο συνέβαλε στην εγκαθίδρυση της ελληνικής ανεξαρτησίας.
«Δεν αρκούσαν οι νίκες στο στρατιωτικό πεδίο για να επιτευχθεί η ανεξαρτησία. Η αναγνώριση από τα υπόλοιπα κράτη και η σύναψη διπλωματικών και προξενικών σχέσεων με αυτά ήταν απαραίτητες προϋποθέσεις για να καταστεί η Ελλάδα πραγματικά ανεξάρτητη» υπογραμμίζεται στο πρελούδιο της έκθεσης.
Περισσότερα από 200 ιστορικά έγγραφα με τις πρώιμες αναγνωρίσεις του ελληνικού επαναστατικού κράτους από χώρες με τις οποίες το νεοσύστατο ελληνικό κράτος συνήψε διπλωματικές σχέσεις, με τις συνθήκες και με τα πρωτόκολλα της ανεξαρτησίας, αλλά και η ιστορία του υπουργείου Εξωτερικών έρχονται στη δημοσιότητα μέσα από την ιδιαίτερη αυτή έκθεση.
Δουλειά με μεράκι
Η προσεκτική δουλειά και το μεράκι με το οποίο καταρτίστηκε η έκθεση είναι εμφανή. Για την περάτωσή της, άλλωστε, η ομάδα του Ιστορικού και Διπλωματικού Αρχείου υπό τον προϊστάμενό του Γιώργο Πολυδωράκη δούλεψε πυρετωδώς επί έναν χρόνο. Λόγω της πανδημίας, η έκθεση είναι προς το παρόν διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του υπουργείου Εξωτερικών. Ο στόχος είναι να ταξιδέψει σε 30 ελληνικές αρχές και προξενεία ανά τον κόσμο, προκειμένου οι Ελληνες του εξωτερικού αλλά και όσοι ενδιαφέρονται να πάρουν μια γερή… δόση ελληνικής διπλωματικής ιστορίας. Στην Αθήνα, η έκθεση θα φιλοξενηθεί στο Βυζαντινό Μουσείο.
Οι πρώτες αναγνωρίσεις
Εκτός της ιστορικότητας των αρχείων και της σημασίας τους για την ελληνική διπλωματική ιστοριογραφία, η έκθεση πραγματοποιεί μια ολοκληρωμένη καταγραφή των προξενικών και διπλωματικών σχέσεων της χώρας από την Επανάσταση έως το 1840, καλύπτοντας ένα κενό που υπάρχει στη σχετική βιβλιογραφία.
Η πρώτη αναγνώριση των επαναστατημένων Ελλήνων ήρθε από την Καραϊβική και συγκεκριμένα από την Αϊτή (Ιανουάριος 1822). Παρότι ο πρόεδρος της χώρας Μπόγερ δήλωσε ότι δεν έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει οικονομικά την Επανάσταση, εξέφρασε τον ενθουσιασμό του λαού του για τον ξεσηκωμό του γένους με συγκινητικά λόγια. Η δεύτερη αναγνώριση προήλθε το καλοκαίρι του 1823 από το Τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ.
Αγγλία και Γαλλία
Η πρώτη χώρα από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής που συνήψε διπλωματικές σχέσεις με την Ελλάδα ήταν η Γαλλία. Ηταν Μάιος του 1828 όταν ο βαρόνος Antoine Juchereau de Saint-Denis ορίστηκε προξενικός πράκτορας της Γαλλίας στην ελληνική κυβέρνηση. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους ο Saint-Denis ανακοίνωσε στον Ιωάννη Καποδίστρια ότι οι γάλλοι πρόξενοι σε επτά νησιά των Κυκλάδων (Μήλο, Τήνο, Σύρο, Μύκονο, Σαντορίνη, Κέα, Νάξο) αλλά και στη Σάμο τίθενται υπό τη δική του δικαιοδοσία και όχι από το γαλλικό Γενικό Προξενείο στη Σμύρνη, ζητώντας την αναγνώρισή τους. Λίγες ημέρες μετά την υπογραφή του δεύτερου Πρωτοκόλλου του Λονδίνου (Απρίλιος 1829) αναβαθμίστηκε η διπλωματική εκπροσώπηση της Γαλλίας στην Ελλάδα, με τον Saint-Denis να είναι πλέον αντιπρεσβευτής. Από την άλλη πλευρά, οι επίσημες διπλωματικές σχέσεις Ηνωμένου Βασιλείου – Ελλάδας εκκινούν τον Νοέμβριο του 1828, με τον διορισμό του Edward Dawkins ως αντιπρεσβευτή. Η επίδοση της επιστολής διορισμού του στον Καποδίστρια συνιστά την επίσημη έναρξη των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο κρατών.
Το ρωσικό «όχι»
Παρά τις στενές σχέσεις Ρωσίας και Ελλάδας λόγω του Καποδίστρια, ο τσάρος δεν αποδέχθηκε τον πρώτο πρεσβευτή που όρισε η Ελλάδα στην Αγία Πετρούπολη λόγω της… καταγωγής του διαπιστευμένου. Εχοντας διατελέσει αρχιστράτηγος των κατά ξηρά Δυνάμεων του Στρατού των Ελλήνων (1827-1829) και λόγω του έντονου φιλελληνισμού του, ο βρετανός στρατηγός Richard Church διορίστηκε πρεσβευτής στη ρωσική πόλη. Ωστόσο, η άρνηση του τσάρου να αναγνωρίσει τον φιλέλληνα πρεσβευτή δημιούργησε διπλωματική εμπλοκή.
Πριν μεταβεί στο Παρίσι για να υπηρετήσει ως πρώτος πρεσβευτής της Ελλάδας στη Γαλλία, ο Μιχαήλ Σούτσος έλαβε τρεις επιστολές από τον βασιλιά Οθωνα που έπρεπε να παραδώσει σε Γαλλία, Βρετανία και Ρωσία. Η άφιξη του Σούτσου στη Ρωσία προκειμένου να επιδώσει την επιστολή στον τσάρο συνέπεσε με την άρνηση του δεύτερου να αναγνωρίσει τον στρατηγό ως πρεσβευτή της Ελλάδας. Ετσι, δόθηκε εντολή στον Σούτσο να παραμείνει εκείνος πρεσβευτής στη Ρωσία. Οπως μαρτυρούν αρχεία της εποχής, αυτό δεν ικανοποίησε ιδιαίτερα τον έλληνα διπλωμάτη και μετέπειτα πολιτικό.
Τα οθωμανικά καψώνια και η διαμάχη με τις ΗΠΑ
Οι σχέσεις του νεοσύστατου ελληνικού κράτους με την Οθωμανική Αυτοκρατορία αναπτύσσονταν με μια δυσκολία. Η Πύλη αρνούνταν να αναγνωρίσει τους έλληνες προξένους στις κατά τόπους περιοχές της. Ενδεικτικές του κλίματος είναι οι επιστολές των προξένων προς τις ελληνικές αρχές. Οι οθωμανικές αναγνωρίσεις των ελλήνων προξένων ξεκίνησαν σταδιακά και με αργούς ρυθμούς το 1834. Πρώτος πρεσβευτής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην Ελλάδα τοποθετήθηκε ο ελληνικής καταγωγής Κωνσταντίνος Μουσούρος το 1840. Επτά χρόνια αργότερα, ο Μουσούρος θα είναι το κεντρικό πρόσωπο της αντιπαράθεσης ελληνικού κράτους – Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με τις διμερείς σχέσεις να διακόπτονται ύστερα από ένα φραστικό επεισόδιο που είχε με τον Οθωνα. Με ρωσική παρέμβαση, η κατάσταση εξομαλύνθηκε. Ενδιαφέρον έχει και η… διπλωματική αντιπαράθεση της Ελλάδας με τις ΗΠΑ το 1836. Οι Αμερικανοί ζητούσαν από το ελληνικό κράτος την αναγνώριση των προξένων τους σε Σύρο και Μήλο. Ωστόσο η αντιβασιλεία αρνούνταν να το πράξει, εάν δεν λάμβανε πρώτα ο βασιλιάς Οθωνας επίσημη επιστολή αναγνώρισης από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Αντριου Τζάκσον. Το θέμα διευθετήθηκε, με τον γάλλο υποπρόξενο να αναλαμβάνει προσωρινά την προστασία των αμερικανών πολιτών. Για την ιστορία, πρώτος πρόξενος της Ελλάδας στις ΗΠΑ ήταν ο έμπορος Ιάκωβος Ανδρέας στη Βοστώνη (1837), ενώ πρώτος έλληνας πρεσβευτής στην Ουάσιγκτον χρημάτισε ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής το 1867.
Οι τίτλοι μέχρι την καθιέρωση του «υπουργός Εξωτερικών»
Μέχρι την καθιέρωση του τίτλου «υπουργός Εξωτερικών» το 1844, οι επικεφαλής της διπλωματίας έφεραν διάφορους τίτλους, όπως «μινίστρος των Εξωτερικών», «γραμματέας επί των Εξωτερικών Υποθέσεων», «υπουργός Εξωτερικών και του Εμπορικού Ναυτικού», «γραμματέας των Εξωτερικών και του Εμπορικού Nαυτικού» και «γραμματέας της Επικρατείας επί του Βασιλικού Οίκου και επί των Εξωτερικών Υποθέσεων». Πρώτος υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας υπηρέτησε ο Φαναριώτης Θεόδωρος Νέγρης το 1822.