Σε θρίλερ εξελίσσεται η υπόθεση του γηροκομείου στα Χανιά, με τις καταγγελίες συγγενών θανόντων και πρώην εργαζομένων να πληθαίνουν, ενώ οι αστυνομικές έρευνες στρέφονται πλέον και στους τραπεζικούς λογαριασμούς που διατηρούσαν οι ηλικιωμένοι που διέμεναν εκεί.
Την ίδια στιγμή, συνεχείς είναι οι καταγγελίες και για περιουσίες που άλλαζαν χέρια με περίεργο τρόπο. Ενδεικτικά, η ακίνητη περιουσία μιας γυναίκας από τα Χανιά φέρεται να μεταβιβάστηκε στο σύνολο της στην εκκλησία και σε μοναστήρια της περιοχής, ενώ η ίδια κατέληξε στη συγκεκριμένη μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων όπου και πέθανε λίγο καιρό μετά. Οι εισαγγελικές αρχές ερευνούν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες συντάχθηκε η συγκεκριμένη διαθήκη με βάση τις καταγγελίες συγγενών της ηλικιωμένης γυναίκας.
Επίσης, στο φάκελο της δικογραφίας περιλαμβάνεται και άλλη περίπτωση περίεργης μεταβίβασης ακινήτου το οποίο άνηκε σε τρόφιμο του γηροκομείου και βρέθηκε με εξαιρετικά χαμηλό τίμημα στην ιδιοκτησία ανθρώπου από το φιλικό περιβάλλον των ιδιοκτητών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η εισαγγελική έρευνα πλέον στρέφεται προς πάσα κατεύθυνση και εξετάζονται ακόμα και περιπτώσεις πριν από το 2020 από όπου αρχικά είχε ξεκινήσει η διερεύνηση της υπόθεσης.
«Είδα πάρα πολλούς θανάτους»
Πρώην εργαζόμενη στη δομή καταγγέλλει πως πολλοί ήταν εκείνοι που πέθαναν από πνιγμό, επειδή βιαζόντουσαν για να τους ταΐσουν. «Πάρα πολλούς θανάτους είδα εγώ. Τώρα τι να σας πω. Γύρω στα 25-30 άτομα ήταν σίγουρα» ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Εμένα ήταν το χειρότερο αυτό, όταν ήταν να φάνε. Μέσα σε μισή ώρα να ταΐσεις 60 άτομα για να προλάβεις να τους ξαπλώσεις. Και με το ζόρι τους ταΐζαμε όλο το πιάτο. Δηλαδή στους καταθλιπτικούς, που ξέρετε δεν έχουν όρεξη ή στους ανοιακούς που έπρεπε να περιμένεις να μασήσουν, πολλές φορές και είχαμε και περιπτώσεις που υπέκυψαν άνθρωποι» αποκάλυψε η ίδια, μιλώντας στον ΣΚΑΪ.
Για υποσιτισμό και κακομεταχείριση των τροφίμων, μίλησε σε τοπικό, ειδησεογραφικό ιστότοπο και η ανιψιά ηλικιωμένου, που εισήλθε στο δομή το 2017. «Τους έβριζαν, τους χτυπούσαν στα χέρια και τους έδεναν στο κρεβάτι για ασήμαντο λόγο. Είχαν κάτι δίσκους που είχαν μια θέση για φαγητό που ούτε μωρό δεν χορταίνει. Θυμάμαι τις ηλικιωμένες όταν πήγαινα στα δωμάτια να μου ζητούν νερό. Μου έλεγαν “πεινάω, σήκωσέ με, σκέπασέ με”. Όταν τον πήγαμε στο γηροκομείο (σ.σ. τον θείο της) ήταν γύρω στα 100 κιλά και έγινε σκελετός. Εχασε τουλάχιστον 30 με 40 κιλά. Υποσιτίζονταν οι άνθρωποι. Ήθελε να φύγει. Μου έλεγε “πάρε με από εδώ. Πάρε με να πάμε σπίτι”» ανέφερε και συνέχισε λέγοντας:
«Του πηγαίναμε φαγητό, γιατί εκεί ήταν κάτι δίσκοι με μερίδες που δεν φτάνουν ούτε για μικρό παιδί, με φρούτο μισό πορτοκάλι. Με μια φέτα ψωμί. Ξαφνικά άρχισαν να μου ζητούν χρήματα για να του δώσουν σίδηρο και αίμα. Όταν τους ρώτησα γιατί, μου είπαν ότι είχε πέσει ο αιματοκρίτης του. Τελικά τον πήραμε από εκεί μετά από περίπου ένα χρόνο, λόγω της κατάστασης. Και τα χρήματα που μας ζητούσαν, ενώ ξεκινήσαμε από 750 ευρώ, με τα φάρμακα μας ζητούσαν όλο και περισσότερα και ξεπεράσαμε το χιλιάρικο».
Χορηγούσαν ηρεμιστικά
Η μητέρα του κ. Δημήτρη Παρδαλάκη έζησε για τρεις μήνες στο γηροκομείο των Χανίων και σε αυτό το διάστημα, σύμφωνα με τον ίδιο, της άλλαξαν τη φαρμακευτική αγωγή, χωρίς να τον έχουν ενημερώσει.
«Δεν έτρωγε όταν την πήρα. Στις 90 μέρες που έκατσε, έχασε γύρω στα 15 κιλά. Είχε άρνηση στο φαγητό. Μετά ψαχτήκαμε λίγο παραπάνω από έναν γιατρό και είδα στον ΑΜΚΑ της ότι έπαιρνε φάρμακα που δεν τα είχε πάρει ποτέ στη ζωή της, ψυχοφάρμακα, ακόμα και στεντόν» καταγγέλλει ο ίδιος.
Ψέματα στους συγγενείς για την υγεία των τροφίμων
Η κυρία Μαρία Παπαδάκη, μιλώντας στα Μέσα και αναφερόμενη στην περίπτωση του πατέρα της, έκανε λόγο για σωρεία ψευδών. Όπως χαρακτηριστικά είπε, της απαγόρευαν να τον δει, προφασιζόμενοι πως ήταν ώρα ξεκούρασης και τη διαβεβαίωναν ότι η υγεία του ήταν σε άριστη κατάσταση.
«Οι άνθρωποι αυτοί ευθύνονται, διότι – θεωρώ- ο πατέρας μου υπέστη έκθεση σε βαριά, σωματική βλάβη. Την πρώτη φορά που πήγα, κατά την ημέρα εισαγωγής του, μου είπαν πως είχα φτάσει αργά και δεν μπορούσα να τον δω. Στο πρώτο επισκεπτήριο μου είχαν πει ότι η κακή του εικόνα ήταν αποτέλεσμα της άνοιας και της αδυναμίας του να προσαρμοστεί στο νέο περιβάλλον» είπε η κ. Παπαδάκη.
Καθώς η εξήγηση που της δόθηκε δεν την κάλυψε τότε, η ίδια ξανά πήγε την επόμενη ημέρα. Όπως περιέγραψε, όταν η υπεύθυνη την είδε από τις κάμερες, βγήκε έξω και της είπε πως και πάλι δεν μπορούσε να δει τον πατέρα της λόγω ότι οι ηλικιωμένοι είχαν αποσυρθεί για ξεκούραση.
«Έχοντας κακό προαίσθημα, την απώθησα και πλησίασα στη τζαμαρία που είναι η τραπεζαρία. Είδα την πατέρα μου να κάθεται δεμένος, σε πολύ κακή κατάσταση, σαν να μην είχε επαφή με το περιβάλλον. Ζήτησα να τον βγάλουν έξω. Ρώτησα γιατί ήταν έτσι και επανέλαβαν εξαιτίας άρνησης στο νέο περιβάλλον. Ρητά με διαβεβαίωσαν πως έχαιρε άκρας υγείας, τα ζωτικά σημεία του ήταν άριστα, ήταν απύρετος και είχε άριστο οξυγόνο. Δεν με έπεισαν αυτά και ζήτησα τη διακομιδή του στο νοσοκομείο» συμπλήρωσε.
Παρά τις αντιδράσεις που συνάντησε, επέμεινε και έτσι εκδόθηκε από τη δομή παραπεμπτικό, στο οποίο αναφερόταν πως ο ηλικιωμένος είχε 36,1 πυρετό, 97% οξυγόνο και θα μεταφερόταν κατά δήλωση των συγγενών του.
Ωστόσο, σύμφωνα πάντα με την κ. Παπαδάκη, ο διασώστης του ΕΚΑΒ που τον παρέλαβε διαπίστωσε πως ήταν εμπύρετος και με οξυγόνο στο 85%. «Φτάνοντας στο νοσοκομείο, μετά από 4 λεπτά, οι γιατροί είπαν ότι είχε 41 πυρετό και πέθαινε. Αυτή ήταν η αρχή του τέλους του. Δεν ξανασηκώθηκε ποτέ, πήρε μία καθοδική πορεία που οδήγησε στον θάνατό του 1,5 μήνα μετά» κατέληξε.
«Πρόκειται για τέρατα»
Την ίδια στιγμή, ο γιος της 85χρονης για την οποία διατάχθηκε η εκταφή, μίλησε στο MEGA και δήλωσε: «πρόκειται για τέρατα. Χτύπησε η μητέρα μου και την άφησαν να πεθαίνει τρεις μέρες. Να κλειστούν τα θηρία μέσα».
Η 85χρονη μπήκε στο γηροκομείο τον Ιανουάριο του 2020 και πέθανε 4 μήνες μετά. Όπως λέει ο γιος της, μετά τις πρώτες μέρες, οι υπεύθυνοι με διάφορες προφάσεις τον κρατούσαν μακριά.
Τον περασμένο Μάιο ενημερώνεται πως η μητέρα του έπαθε ουρολοίμωξη. Τρεις μέρες μετά χωρίς να την έχει δει, μαθαίνει ότι πέθανε. Η μαρτυρία νοσηλευτή για πτώση της άτυχης γυναίκας από το κρεβάτι της, αρχίζει να βάζει στο μυαλό του, τους πρώτους εφιάλτες. Οι υπεύθυνοι, όπως λέει, δεν τον ενημέρωσαν ποτέ.
«Χτύπησε η μητέρα του και την άφηναν να πεθαίνει τρεις μέρες συνεχόμενα» λέει μη μπορώντας να συγκρατήσει τα δάκρυά του.
Ο γιος της 85χρονης είναι πεπεισμένος πως η μητέρα του θα ζούσε αν δεν είχε μπει σε αυτό το γηροκομείο. Κάτι που πιστεύουν στην πλειοψηφία τους οι συγγενείς κ των άλλων 73 θυμάτων, που ήδη έχουν τεθεί στο μικροσκόπιο της έρευνας.
«Ένα κολαστήριο ήταν εδώ και 12 χρόνια. Τη μάνα μου την είχα βάλει εκεί, την τρελάνανε τη μανούλα μου» λέει, κλαίγοντας κόρη άλλου θύματος.