Ο επιφανής καθηγητής Γιάννης Σπράος εκλήθη σε δύο κρίσιμες, μεταβατικές για την ελληνική οικονομία, περιόδους να προσφέρει τις γνώσεις και την εμπειρία του από την πλούσια διεθνή ακαδημαϊκή καριέρα του. Η πρώτη ήταν κατά την τριετία 1985-1987, όταν τον κάλεσε ο τότε υπουργός Εθνικής Οικονομίας κ. Κ. Σημίτης προκειμένου να βοηθήσει αρχικώς στην κατάρτιση και ακολούθως στην παρακολούθηση του προγράμματος σταθεροποίησης.
Και η δεύτερη, κατά τη διετία 1996-1997, όταν από τον πρωθυπουργό πλέον Κώστα Σημίτη εκλήθη να μελετήσει σε βάθος, εν όψει της επερχόμενης ένταξής μας στην ευρωζώνη, τα μείζονα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας.
Και όντως προχώρησε στην κατάρτιση σειράς μελετών, που αφορούσαν θέματα τιμών και εισοδημάτων, ζητήματα απασχόλησης, επενδύσεων, βιομηχανίας και επενδύσεων, αγροτικής παραγωγής και άλλα. Η προσπάθειά του διεκόπη σχεδόν βιαίως το 1997, όταν παρουσίασε τη μελέτη του για το μεγάλο, από τότε, πρόβλημα της κοινωνικής ασφάλισης, προτείνοντας συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής. Το πολιτικοσυνδικαλιστικό κατεστημένο της εποχής τού επιτέθηκε με δριμύτητα, μέλη της κυβέρνησης σχεδόν τον απαρνήθηκαν και βεβαίως σύσσωμη η τότε αντιπολίτευση, συντηρητική και αριστερή, στάθηκε απέναντι στις προτάσεις του. Τότε λοιπόν ο σεμνός καθηγητής διέκοψε την προσπάθειά του και απεσύρθη στην έδρα του στο Λονδίνο.
Αποχωρώντας ωστόσο και αφού ρωτήθηκε για τους λόγους της εγκατάλειψης του έργου που του είχε αναθέσει ο Κώστας Σημίτης, σημείωσε με ευθύ και καθαρό τρόπο ότι «η ελληνική πολιτική πάσχει από βραχυπροθεσμοπάθεια».
Κοινώς κατέγραψε επιτυχώς τότε, με τον τρόπο του, ότι οι ελληνικές πολιτικές δυνάμεις δεν δύνανται να δουν πέρα από τη μύτη τους, εξαντλούνται στα μικρά και τρέχοντα, και δίνουν διαρκώς αγώνες άγονους για τα ελάσσονα και εν πολλοίς ανεπίκαιρα ζητήματα, αφήνοντας τον χρόνο να αποκαλύψει τα μείζονα.
Ο κ. Σπράος επανήλθε στη μνήμη μας παρατηρώντας την τρέχουσα πολιτική αντιπαράθεση, και ιδιαιτέρως τη στάση και συμπεριφορά του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ πάσχει ακριβώς από βραχυπροθεσμοπάθεια. Εξαντλείται στη μικροπολιτική, παρασύρεται από παλαιοκομματικές δυνάμεις και πρόσωπα εχθροπαθή, δεν έχει μάτια να δει δυο βήματα μακριά.
Τούτο τον καιρό παλεύει ακόμη με μόνο πολιτικό όχημα την πανδημία, ασκώντας αντιφατική πολιτική, άλλοτε αρνούμενη το άνοιγμα και άλλοτε υπερασπιζόμενη το αίτημα της εστίασης και τα πάρτι στις πλατείες.
Εγκλωβίζεται έτσι στη «βραχυπροθεσμοπάθειά» της, γιατί απλώς δεν βλέπει ότι η πανδημία βαίνει προς έλεγχο μέσω των εμβολιασμών και δεν παρακολουθεί επίσης ή, καλύτερα, δεν αντιλαμβάνεται τη σημασία και την αξία του Ταμείου Ανάκαμψης, ούτε μπορεί να αξιολογήσει το μέγεθος της μεταπανδημικής αλλαγής, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ουσιαστικά ασχολείται ακόμη με το δέντρο και χάνει το δάσος της επερχόμενης, θεμελιακού χαρακτήρα και ιστορικών διαστάσεων, αλλαγής στη λειτουργία της οικονομίας και της κοινωνίας.
Είμαστε μπροστά σε μια τρομακτικών διαστάσεων αλλαγή στις λειτουργίες της οικονομίας και της κοινωνίας και η άλλοτε εκπαιδευμένη σε τέτοιες διεργασίες Αριστερά απουσιάζει στην κυριολεξία. Αν δεν αλλάξει γρήγορα, θα απομειωθεί ξανά…