Οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη, το 2001, είχαν δώσει στις ΗΠΑ το έναυσμα να επικαλεστούν τη ρήτρα συλλογικής άμυνας του ΝΑΤΟ και να εισβάλουν στο Αφγανιστάν. Είκοσι χρόνια αργότερα η στρατιωτική επιχείρηση «Διαρκής Ελευθερία» τερματίζεται με απολογισμό περισσότερους από 3.000 νεκρούς. H αρχική εξαγγελία ήταν ότι τα αμερικανικά στρατεύματα- και μαζί τους τα υπόλοιπα νατοϊκά στρατεύματα- θα αποχωρήσουν μέχρι τις 11 Σεπτεμβρίου του 2021. Προφανής ο συμβολισμός. Ωστόσο, τις τελευταίες ημέρες οι Αμερικανοί προτιμούν έναν άλλον συμβολισμό: Στόχος τους είναι να ολοκληρωθεί η αποχώρηση των στρατευμάτων μέχρι τις 4 Ιουλίου, ημέρα της αμερικανικής εθνικής εορτής.

Μιλώντας στη Γερμανική Ραδιοφωνία (DLF) η Γερμανίδα υπουργός Άμυνας Άνεγκρετ Κραμπ-Κάρενμπαουερ υποστηρίζει ότι η αλλαγή της ημερομηνίας, από τις 11 Σεπτεμβρίου στις 4 Ιουλίου, δεν οφείλεται μόνο σε συμβολισμούς, αλλά και σε λόγους ασφαλείας. «Γνωρίζω τον στρατηγό Μίλερ, διοικητή της νατοϊκής αποστολήςυ, και συμφωνούμε στο ότι αυτό που μετράει πάνω απ’ όλα είναι η ασφάλεια των στρατευμάτων μας» λέει η Άνεγκρετ Κραμπ-Κάρενμπαουερ. Ο ίδιος έχει επισημάνει ότι όσο λιγότερο χρόνο χρειαστούμε για την αποχώρηση, τόσο λιγότερο θα είμαστε πιθανός στόχος».

Μία τεράστια οργανωτική πρόκληση


Μαζί με τους Αμερικανούς θα αποχωρήσουν και οι Γερμανοί στρατιώτες, οι οποίοι σήμερα σταθμεύουν στην περιοχή Μαζάρ ι Σαρίφ, στο βόρειο Αφγανιστάν. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι, αν υπολογίζαμε το μέγεθος της αποστολής σε κοντέινερ, θα χρειάζονταν τουλάχιστον 800 κοντέινερ για να επιστρέψουν όλοι στη Γερμανία. Μπορεί η «Μπούντεσβερ» να ανταποκριθεί σε αυτή την τεράστια οργανωτική πρόκληση μέχρι τον Ιούλιο; «Είναι σίγουρα μία ιδιαίτερη κατάσταση» λέει η υπουργός Άμυνας. «Αλλά είχαμε τονίσει από την αρχή ότι πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για κάθε σενάριο. Επί Ντόναλντ Τραμπ είχαν γίνει κάποιες συζητήσεις και ένας πρώτος σχεδιασμός για μία πιθανή αποχώρηση μέχρι τις 30 Απριλίου, ο σχεδιασμός αυτός υπάρχει ακόμη. Μπορεί να χρειαστούν προσαρμογές, αλλά κατά βάση ο στόχος είναι εφικτός».

Με την αποχώρηση των νατοϊκών στρατευμάτων η διεθνής κοινότητα χάνει κάθε μοχλό στρατιωτικής πίεσης προς τους Ταλιμπάν. Ποιες εναλλακτικές λύσεις υπάρχουν; «Το Αφγανιστάν είναι μία χώρα, η οποία χρειάζετα ι- και θα χρειάζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα – τη χρηματοδότηση της διεθνούς κοινότητας» επισημαίνει η Άνεγκρετ Κραμπ-Κάρενμπαουερ. «Η χρηματοδότηση ασφαλώς θα συζητηθεί στη διάρκεια των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων και οι πληρωμές καλό είναι να συνδέονται με ορισμένες προϋποθέσεις. Για παράδειγμα, με τη δέσμευση ότι οι γυναίκες και τα νέα κορίτσια στο Αφγανιστάν θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση».

Οι «στρατιωτικοί στόχοι» της επιχείρησης


Είκοσι χρόνια μετά την αποστολή των πρώτων στρατευμάτων στο Αφγανιστάν, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι οι στρατιωτικοί στόχοι έχουν επιτευχθεί; Σε αυτό το ερώτημα η Γερμανίδα υπουργός Άμυνας απαντά ως εξής: «Το καθεστώς των Ταλιμπάν επέτρεπε στην Αλ Κάιντα να πραγματοποιήσει επιθέσεις, όπως εκείνη στο World Trade Center, με κρατική κάλυψη. Πήγαμε στο Αφγανιστάν για να διαλύσουμε αυτές τις δομές. Και πράγματι η παρουσία της Αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν έχει περιοριστεί σημαντικά. Τα τελευταία 20 χρόνια η χώρα δεν κυβερνάται από τους Ταλιμπάν, αλλά από μία δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση. Από την άλλη πλευρά πρέπει να πούμε πως το τι θα γίνει από δω και πέρα, ποιες θα είναι οι σχέσεις ανάμεσα στους Ταλιμπάν και άλλες πολιτικές δυνάμεις, αυτό είναι ένα θέμα που δεν λύνεται με στρατιωτικά μέσα. Είναι εσωτερική υπόθεση του Αφγανιστάν. Και αυτό που τώρα προσπαθούμε να επιτύχουμε, με πρωτοβουλία και υποστήριξη του υπουργείου Εξωτερικών, είναι να δρομολογήσουμε μία διαδικασία, η οποία θα επιτρέψει στους ίδιους τους Αφγανούς να αποφασίσουν ποια ομάδα θα εξασφαλίσει πολιτική πλειοψηφία».

Κλάους Ρέμε (DLF)

Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου