Όταν ρωτήθηκε πριν από τρία χρόνια ο Γρηγόριος Βαρτάν τι θα σήμαινε για τις Ηνωμένες Πολιτείες να αναγνωρίσουν τη Γενοκτονία των Αρμενίων του 1915, κοίταξε προς τα εμπρός, όχι πίσω. «Σκοπεύουμε να επιμείνουμε» είπε.
Ο Γρηγόριος -διευθυντής της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης, το Πανεπιστήμιο Brown και το Carnegie- πέθανε την προηγούμενη εβδομάδα στα 87 του χρόνια. Δεν έζησε για να βιώσει αυτό που -πιθανότητα- θα γίνει σε λίγες ώρες, όταν ο Τζο Μπάιντεν αναμένεται να γίνει ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ, μετά τον Ρόναλντ Ρήγκαν το 1981, που θα αναγνωρίσει επίσημα τη Γενοκτονία των Αρμενίων.
Το Σάββατο, ημέρα μνήμης για τα 1,5 εκατομμύρια θύματα της γενοκτονίας, ο Γρηγόριος πιθανότατα θα είχε θέσει την ίδια ερώτηση που έθεσε σε συνέντευξή του τον Μάρτιο του 2018: «Ποιο είναι το καθήκον μας ως Αρμένιοι… να αποτρέψουμε τους άλλους [να] βιώσουν το ίδιο πράγμα που έχουμε αντιμετωπίσει; Πώς μπορούμε να δείξουμε τη συμπόνια μας προς εκείνους που κακοποιούνται σήμερα, όπως οι πρόγονοί μας;»
Οι Αρμένιοι σε όλο τον κόσμο σίγουρα θα χαίρονται για την επικείμενη ανακοίνωση του Μπάιντεν. Θα νιώσουν δικαιωμένοι μετά από τόσες δεκαετίες άρνησης της Τουρκίας για τις φρικαλεότητες του 1915. Ωστόσο -όπως αναφέρει η Washington Post- πρέπει να σκεφτούν, όπως θα έκανε κι ο Γρηγόριος, πώς να χτίσουν γέφυρες τώρα για να βοηθήσουν την Τουρκία να ξεφύγει από τις φρικαλεότητες του παρελθόντος.
Μπάιντεν σε Ερντογάν: Θα αναγνωρίσω την γενοκτονία των Αρμενίων
Στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, ο Τζο Μπάιντεν θα γίνει ο πρώτος αμερικανός πρόεδρος μετά το 1981 που προβαίνει σε μια τέτοια κίνηση, διαφοροποιούμενος από τους προκατόχους του που δεν ήθελαν να εξοργίσουν την Τουρκία, σύμμαχο του ΝΑΤΟ και μια στρατηγικά σημαντική χώρα στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή.
Μάλιστα, 93 ημέρες μετά από την ορκωμοσία του τηλεφώνησε στον τούρκο ομόλογό του προκειμένου να τον ενημερώσει για τις προθέσεις του.
Ο αμερικανός πρόεδρος, αναφέρει το ανακοινωθέν του Λευκού Οίκου, μετέφερε «το ενδιαφέρον του για μια εποικοδομητική διμερή σχέση… με διευρυμένες σχέσεις συνεργασίας και αποτελεσματική διαχείριση των διαφωνιών». Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση «οι δυο ηγέτες συμφώνησαν σε διμερή συνάντηση στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο για να συζητήσουν το πλήρες φάσμα των διμερών και περιφερειακών ζητημάτων».
Αυτό που δεν αναφέρει η ανακοίνωση και μεταδίδει το Bloomberg είναι ότι ο Τζο Μπάιντεν είπε στον Ταγίπ Ερντογάν για την πρόθεσή του να χρησιμοποιήσει τη λέξη «γενοκτονία» στο μήνυμα του προς τους Αρμένιους, προκαλώντας τη δυσφορία του τούρκου προέδρου.
Το… μακρύ χέρι του Ερντογάν
Η χρήση του όρου αποτελεί ηθικό χαστούκι στον Ταγίπ Ερντογάν, ένθερμο αρνητή της γενοκτονίας, ο οποίος κατά το παρελθόν έχει καταβάλει μεγάλο αγώνα προκειμένου να μην αναγνωριστούν από τις ΗΠΑ οι φρικαλεότητες του 2015.
Προς επίτευξη αυτού του σκοπού, σύμφωνα με δημοσίευμα του Foreign Policy, κατά την τελευταία δεκαετία, η Τουρκία έχει επενδύσει σε εταιρείες -κυρίως δημοσίων σχέσεων- στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με στοιχεία του 2020, σε αυτές περιλαμβάνονται οι Amsterdam & Partners, Ballard Partners, Greenberg Traurig, LB International Solutions και Mercury Public Affairs.
Ταυτόχρονα, έχουν γίνει σημαντικές δωρεές σε φιλο-τουρκικές μη κερδοσκοπικές οργανώσεις. Οι ισχυρισμοί ότι το Ατλαντικό Συμβούλιο, το οποίο έχει δεχτεί χρήματα από την τουρκική κυβέρνηση, «προωθεί» την Άγκυρα έχει προκαλέσει τριγμούς στην Ουάσιγκτον. Πάντως, το Ατλαντικό Συμβούλιο απάντησε στις επικρίσεις επισημαίνοντας ότι διαφοροποιεί τα κεφάλαια που λαμβάνονται από ξένες χώρες και ότι καμία κυβερνητική πίεση δεν θέτει σε κίνδυνο την αντικειμενικότητά του.
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, η κυβέρνηση του Ερντογάν ασκεί επιρροή στην Ουάσιγκτον μέσω του δικτύου της προς πολλές κατευθύνσεις, εμποδίζοντας την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από τις ΗΠΑ.
Ανώτεροι αξιωματούχοι άμυνας των ΗΠΑ, επικαλούμενοι την αμερικανική-τουρκική αμυντική συνεργασία, έχουν διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην παρεμπόδιση αναγνώρισης της Γενοκτονίας. Όμως, οι δεσμοί αρχίζουν να διαρρηγνύονται όλο και περισσότερο λόγω παραδόσεων οπλικών συστημάτων από την Τουρκία σε περιοχές που ελέγχονται από ισλαμιστές στη Συρία, φυλάκισης δημοσιογράφων, αγοράς πυραύλων S-400 από τη Ρωσία, καθώς και του αυξανόμενου αυταρχισμού του Ερντογάν.
Αυτοί οι δεσμοί μάλιστα αναμένεται να σπάσουν ακόμη περισσότερο σε λίγες ώρες, με τις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις να μπαίνουν για τα καλά στον πάγο.
Προσωπική ήττα Ερντογάν
Οι κλυδωνισμοί μιας τέτοιας κίνησης θα είναι ασφαλώς μεγαλύτεροι από τις ποινές που μέχρι τώρα έχουν υιοθετηθεί με αφορμή την υπόθεση του πάστορα Μπράνσον, την προμήθεια των S-400 ή τις εκκρεμείς περιπέτειες της Halkbank στο αμερικανικό δικαστικό σύστημα. Γεγονός, δε, αποτελεί πως θα πρόκειται για βαριά προσωπική ήττα του Ραγίπ Ερντογάν, όσο και αν του δώσει την ευκαιρία να πλειοδοτήσει σε κηρύγματα «αγέρωχης στάσης απέναντι στην εθνική περικύκλωση».
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι, αν ο Μπάιντεν προχωρήσει με την αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας, τότε θα πρέπει να ετοιμαστεί για τη θύελλα που θα προκαλέσει ο ισλαμιστής πρόεδρος της Τουρκίας.